Καθόλη την διάρκεια της κρίσης όλοι οι αναλυτές θέλουν να αισθάνονται μια θετικότητα και αισιοδοξία γύρω από την δυνατότητα επανόδου της ανάπτυξης ή της αναδιάρθρωσης της κεφαλαιακής επενδυτικής από το άυλο στο εμπράγματο και στο υλικό πεδίο της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της διευθέτησης των χρεών με την κοινωνική και διαρθρωτική αναδιανομή τους. |
Αυτή η μονομερής στάση κρύβει ένα θεμελιώδες λάθος, κρύβει το λάθος της συνεχούς ανάπτυξης η οποία είναι περιβαλλοντικά αδιανόητη. Η ιδεολογία της συνεχούς ανάπτυξης έχει μέσα της ένα θεσμικό αδιέξοδο γύρω από την στενότητα του μέσου και οδηγεί σε ένα νέο κύκλο υπερχρέωσης και προϋποθέτει την ζήτηση η οποία εν τω μεταξύ πρέπει να έχει εξυγιανθεί. Εξυγίανση της ζήτησης και του πατερναλισμού της προσφοράς Η εξυγίανση της ζήτησης κατ’ ουσίαν επιδιώκεται με την αναδιάρθρωση των δημοσιονομικών και των ιδιωτικών χρεών αλλά ταυτόχρονα ακολούθως επιδιώκεται ένας νέος κύκλος νεοπλασματικής εκτροπής της ζήτησης για την αναπτυξιακή ανατροφοδότηση, για την ανακύκλωση των κεφαλαίων, για την ανάκτηση των κεφαλαιακών και επενδυτικών της ζημιών. Αυτός είναι ο καθαυτό φαύλος κύκλος και πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι παρότι η κρίση ηγεμονεύεται από την κυριαρχία της προσφοράς και της συσσώρευσης κεφαλαίου πρέπει πλέον οριστικά και στην προοπτική του μέλλοντος να ελεγχθεί από μια νέα δυναμική ισορροπία ζήτησης και δω ακριβώς βρίσκεται η λανθασμένη εκτροπή του Κευνσιανισμού. Δεν μπορεί να αποτελεί η ζήτηση και η απασχόληση πανάκεια για το συνολικό κύκλο του οικονομικού συστήματος και του οικονομικού προϊόντος, αλλά ωστόσο δεν πρέπει να κυριαρχεί η στενότητα του μέσου ως ο μοναδικός ρυθμιστής της ζήτησης, υπό όρους της εξουσίας, της προσφοράς και της μεγάλης κλίμακας κεφαλαίου, παραγωγικών συντελεστών και δυνάμεων. Η αναδιάρθρωση των παραγωγικών σχέσεων πρέπει να περάσει μέσα από την αναδιάρθρωση των καταναλωτικών σχέσεων και στάσεων, και αυτό είναι το βασικό σημείο για το ανθρωπολογικό, το πολιτισμικό και θεσμικό κλειδί της οικονομίας και της ανασυγκρότησης του οικονομικού συστήματος. |
21 Ιουνίου 2010 Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας |