ΕΘΝΟΣ & ΚΡΑΤΟΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

640px Barbara Cassin 14360162318 - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print
640px Barbara Cassin 14360162318 - Σόλων ΜΚΟ

Barbara Cassin

(Μέρος 1: Η αναγκαιότητα της πατρίδας)

Στην εποχή που ζούμε η πατρίδα ξαναέρχεται στο προσκήνιο της ιστορίας. Το αν η έννοια αυτή χρησιμοποιηθεί με καλό ή κακό τρόπο είναι άδηλο. Το ότι, βέβαια, η πατρίδα ως έννοια μπήκε για πολλά χρόνια στο περιθώριο μπορεί να δείχνει ότι η προηγούμενη κατανόησή μας γι’ αυτήν ήταν ελλιπής και προβληματική, με συνέπεια να την απορρίψουμε στο τέλος ως αποτυχία. Μόνον που η απόρριψη αυτή έγινε επιπόλαια και χωρίς αντίληψη των αιτίων που οδήγησαν στα προβλήματα που είχε δημιουργήσει. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό που θεωρούμε κακό και επιβλαβές για την κοινωνικότητα οφείλεται σε διαστρέβλωση κάποιας αρχικής ιδέας ή έννοιας που βρίσκεται πίσω από τη στρέβλωση αυτή, όπως για παράδειγμα η κυριαρχία είναι στρέβλωση της ελευθερίας. Η κυριαρχία, εξάλλου, είναι και η βασική στρέβλωση πίσω από όλες τις έννοιες της πολιτικής ζωής.

Θα αναφερθώ σε ορισμένες σκέψεις για την πατρίδα όπως είναι διατυπωμένες σε ηλεκτρονικά έντυπα, απλώς και μόνο γιατί σε αυτά αποτυπώνονται οι βασικές απόψεις για την πατρίδα από διάφορες ομάδες της κοινωνίας. Η πρώτη αποτέλεσε τον μοχλό των ανατροπών που έχουν συμβεί σήμερα στην πολιτική ζωή των ανθρώπων σχετικά με την έννοια της πατρίδας, η δεύτερη είναι η παλιά αντίληψη της πατρίδας και η τρίτη είναι μία άποψη στηριζόμενη στη ταξική αντίληψη της κοινωνίας. Το σίγουρο είναι ότι λείπει από αυτές μία σύνθεση και μία αντίληψη της ανεπάρκειας κατανόησης, γιατί η κάθε μία από αυτές επιλέγει τα στοιχεία που της αρέσουν, ενώ αγνοεί τα υπόλοιπα.

1)Στην ηλεκτρονική Καθημερινή 28.11.2015 υπάρχει άρθρο του Δημήτρη Αθηνάκη και στα ηλεκτρονικά ΝΕΑ 5/11/15 άρθρο του Μανώλη Πιμπλή,  αναφερόμενα στην Γαλλοεβραία φιλόσοφο και ελληνίστρια φιλόλογο, Μπάρμπαρα Κασέν, η οποία συσχετίζει, τρόπον τινά, την έννοια της πατρίδας με την νοσταλγία. Φυσικά, η νοσταλγία είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο πιο αόριστο και μη εντοπισμένο κατ’ ανάγκην σε τόπο. Μπορεί να αναφέρεται σε τόπο, χρόνο, σχέσεις, πράγματα ή σε κάποιο από αυτά χωριστά.

«Η Κασέν ανασυστήνει τον πόνο και τον πόθο της επιστροφής, αλλά δεν τον ταυτίζει αποκλειστικά με τον τόπο».

«… Είναι καλό να μη νιώθεις πουθενά σαν στο σπίτι σου, διότι αυτό είναι το νόημα της ζωής. Ετσι, επανεφευρίσκουμε τη ζωή μας».

«Η Αρεντ είναι ο καθένας μας. Σαφώς, η έννοια της πατρίδας έχει αλλάξει πια. Ποια είναι η πατρίδα των προσφύγων σήμερα; Η πατρίδα τους είναι ένα μέρος στο οποίο δεν θέλουν πλέον να βρίσκονται. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την περίπτωση του Οδυσσέα και του Αινεία. Εξάλλου, το να έχεις σήμερα δύο γλώσσες και δύο πατρίδες είναι απελευθερωτικό, ειδικά αν αναλογιστούμε την αποστροφή του Ντεκάρτ. Και, βέβαια, δεν έχει κανένα νόημα να διαχωρίζουμε τους πολιτικούς πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες», λέει η Κασέν. «Χρειαζόμαστε την Ευρώπη, αλλά εκείνη δεν είναι αρκετή. Αυτό που χρειάζεται είναι να γίνει η Ευρώπη πιο ανοιχτή. Οι ηγέτες μας δεν το προσπαθούν όμως. Οταν ο Κούντερα λέει “Ευρωπαίος: αυτός που νοσταλγεί την Ευρώπη”, αυτό ακριβώς εννοεί: τη νοσταλγία για κάτι που θα μπορούσε να υπάρξει, αλλά δεν υφίσταται ακόμα. Η αλήθεια είναι ότι οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε να νοσταλγούν κυρίως την ευφυΐα!» αναφέρει (Βλέπετε στον ιστότοπο:

 https://www.kathimerini.gr/life/people/840213/i-ennoia-tis-patridas-echei-allaxei/ ).

Πολλές διαπιστώσεις είναι σωστές, αλλά αυτό δεν αρκεί. Αυτό το εδάφιο περιέχει ανάμεικτα στοιχεία τόσο εννοιών όσο και πολιτικών απόψεων. Δεν φαίνεται όμως ο κρίκος που συνδέει λογικά τη νοσταλγία και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί με την ανάγκη για πολυπολιτισμό και ανοιχτά σύνορα. Αυτός όμως ο συνδετικός κρίκος είναι αναγκαίος για την αληθινή κατανόηση των αιτίων αλλά και για την πολιτική πράξη, αλλιώς μιλάμε αόριστα, γενικόλογα και με φαντασιώσεις για έναν άλλο κόσμο, και οι προτάσεις μας μπορεί να προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα από αυτά που ίσως λύσουν.

Θα προσπαθήσω να διευκρινίσω (κατά την γνώμη μου, πάντοτε) τις παραπάνω έννοιες. Αυτή η διευκρίνιση δεν θα μπορούσε παρά να περιέχει στοιχεία χώρου, χρόνου και ψυχολογίας. Επίσης, πρέπει να τονίσω ότι αυτές οι σκέψεις λαμβάνουν υπόψη όσα αναφέρονται στα παραπάνω άρθρα, μια και δεν έχω διαβάσει το βιβλίο της συγγραφέως.

Τι είναι, αλήθεια, η νοσταλγία στην οποία η παραπάνω αναφέρεται; Ποια είναι η φύση της; Η διαπίστωση και μόνον ότι αυτή υπάρχει και μας βασανίζει δεν αρκεί για μία πολιτική άποψη. Χρειάζεται κάτι παραπάνω. Γιατί με αυτήν τη λογική, και η απληστία είναι υπαρκτό ψυχολογικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου, αλλά γιατί αυτή δεν υπεισέρχεται στην πρότασή της αφού είναι τόσο ισχυρό; Προφανώς κάνει μία επιλογή. Και οι περισσότεροι δεν σκεπτόμαστε ότι πρέπει να δώσουμε πολιτική διέξοδο στην απληστία – παρά την απεχθή πραγματικότητα. Η επιλογή μας όμως πρέπει με κάποιον τρόπο να στηρίζεται στο παρόν, απαιτείται λογική και όχι να κάνουμε προβολή στο μέλλον αγνοώντας τις άλλες παραμέτρους. Αυτό οδηγεί σε καταστροφή.

Βέβαια, η νοσταλγία αναφέρεται σε γλώσσα, πατρίδα και ταυτότητα, αλλά αυτό ισχύει μόνον σε ό,τι είναι ορατό και αποτελεί μία συγκεκριμένη μορφή της ζωής μας. Αυτή όμως που χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση είναι η ταυτότητα. Στο πολιτικό πεδίο εννοείται η ταυτότητα ως πολιτισμικό χαρακτηριστικό, συνήθειες, τρόπος σκέπτεσθαι, γλώσσα, θρησκεία κ.α. Αυτά είναι τα εξωτερικά στοιχεία της ταυτότητας, μία εξατομικευμένη της εμφάνιση. Η αληθινή ταυτότητα όμως έχει πολύ πιο εσωτερικά και ανεξερεύνητα στοιχεία, τα οποία ακριβώς είναι η πηγή της νοσταλγίας. Νοσταλγούμε τον εαυτό μας, αλλά δεν τον γνωρίζουμε πραγματικά. Νοσταλγούμε την πηγή μας με όλες τις συνέπειες αυτής της νοσταλγίας. Η αληθινή ταυτότητα δεν ταυτίζεται με την ταυτότητα όπως εννοείται πολιτισμικά. Αυτή είναι η ταυτότητα εκείνη που δεν έχει τοπικά χαρακτηριστικά, γιατί είναι μία ιδιότητα, και η ίδια η ιδιότητα έχει μπει στη θέση του τόπου που όμως δεν έχει σύνορα σαν αυτά που ξέρουμε.

Το ότι κάποιος δεν μπορεί να ζήσει στη χώρα του, γιατί εκεί δεν έχει τα μέσα επιβίωσης ή γιατί μπορεί το πολιτικό καθεστώς να είναι επικίνδυνο, δεν σημαίνει πως χάνεται η νοσταλγία για την πατρίδα και ό,τι αυτή εκπροσωπεί, αλλά ότι κάτι άλλο υπέρτερης δύναμης τον έχει αποκόψει από αυτήν, και αυτό μπορεί να είναι η πείνα, ο πόλεμος, ένα καθεστώς, μία δίωξη, ένα φυσικό φαινόμενο και οτιδήποτε που μπορεί να καταστήσει την παραμονή σε έναν τόπο αδύνατη. Γιατί να καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι η πατρίδα παύει να υπάρχει;

Θα ρωτήσει κανείς αν η ταυτότητα ενός λαού έχει ανάγκη από έναν τόπο. Ναι, έχει, γιατί η συλλογική ταυτότητα αφορά ένα ενιαίο σώμα ανθρώπων και δεν μπορεί να εκφραστεί. αν αυτοί διαχυθούν σε όλο τον κόσμο και χάσουν την μεταξύ τους εξωτερική συνοχή. Αλλιώς, είναι σαν να αναγνωρίζουμε μόνον το άτομο και όχι τη συλλογικότητα. Σαν να βλέπουμε απέραντα πλήθη ανθρώπων που μπορούν να ταιριάξουν σε οποιαδήποτε κοινωνία, τόπο, συνήθειες. Αυτό θα ήταν παράλογο. Πρέπει να αποδεχθούμε ότι στον κόσμο μας συνυπάρχουν το ατομικό και ξεχωριστό στοιχείο και η ενότητα.

Αν, λοιπόν, δεχτούμε ότι υπάρχει και η ατομική και η συλλογική ταυτότητα, τότε θα δούμε ότι οι παραπάνω προτάσεις δεν είναι ούτε εφικτές αλλά ούτε λογικές σε δεύτερη ανάγνωση. Από το άλλο μέρος, όμως, υπάρχει και η ενιαία ανθρωπότητα, που θέτει με τη σειρά της άλλες απαιτήσεις, φαινομενικά αντίθετες με τις προηγούμενες. Αυτό συμβαίνει, γιατί η εσωτερικότητα των πραγμάτων έχει τη δυνατότητα να συνδυάζει το ατομικό με το συλλογικό, χωρίς τους περιορισμούς του κόσμου μας.  Το ταίριασμά τους όμως είναι πολύ δύσκολο και δεν μπορεί να γίνει με τυχαία και επιφανειακά συναισθήματα ή με τον ετσιθελισμό της σκέψης μας.

Αυτή, λοιπόν, η νοσταλγία στον πυρήνα της ύπαρξής μας δεν είναι ένα απλό συναίσθημα όπως περιγράφεται στο παραπάνω άρθρο, όπως π.χ. με τους Ελβετούς στρατιώτες «που κατέρρεαν στις εκστρατείες όταν άκουγαν φλογέρες ή έβλεπαν αγελάδες που τους θύμιζαν τη μαμά-πατρίδα». Αυτή είναι η επιφάνεια των πραγμάτων και όχι η ουσία τους. Αυτή η νοσταλγία, «ο πόθος της επιστροφής», έχει τις ρίζες του στην αληθινή ταυτότητα που είναι άγνωστη αλλά αισθητή και μας ωθεί στο μέλλον. Επομένως, η ταυτότητα πρέπει να ιδωθεί υπό ένα άλλο πρίσμα, γιατί είναι πιο θεμελιώδης και αποτελεί το αίτιο της νοσταλγίας καθώς και των συγκεκριμένων ταυτοτήτων, όπως αυτές διαμορφώνονται οργανωμένα στον κόσμο μας. Δεν εννοώ, βέβαια, ότι η ταυτότητα όπως την κατανοούμε είναι άχρηστη, αλλά ότι δεν μπορεί να εξηγήσει τα πάντα, γιατί πάντοτε υπάρχουν σημεία διαφυγής προς την υπέρβαση που αποτελεί το αληθινό αίτιο.

Και το ότι είναι καλό να μην αισθάνεσαι πουθενά σαν να είναι σπίτι σου είναι μια τρομακτική σκέψη, γιατί ο άνθρωπος πάντοτε έχει ανάγκη από μια οικειότητα, η οποία εξάλλου είναι μέσα στη φύση των πραγμάτων. Και εδώ πρέπει να κάνει κανείς έναν διαχωρισμό: το να βλέπεις τους άλλους σαν εχθρούς δεν έχει καμμία σχέση με το να αισθάνεσαι κάπου και με κάποιους σαν στο σπίτι σου. Φυσικά, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός ότι υπάρχει αναμφισβήτητη ροπή να αναγνωρίζει κανείς το οικείο και να θεωρεί οτιδήποτε έξω από αυτό εχθρικό. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με κατάργηση των οικείων πραγμάτων, για δύο λόγους:

α)αυτές οι περιορισμένες οικειότητες (πατρίδα, έθνος, οικογένεια) αποτελούν αναγκαία σκαλοπάτια για την κοινωνικοποίηση του ανθρώπου και έχουν τη δική τους αξία (παρά το ότι γίνεται και κακή χρήση τους) και

β)ο αφανισμός αυτών των οικείων συλλογικοτήτων θα ρίξει αναπόφευκτα τον άνθρωπο στον ατομισμό, γιατί το όλο είναι αναμφισβήτητα απροσπέλαστο προς το παρόν και αν έχουμε δυσκολίες στην κατανόηση της συλλογικότητας, θα είναι πολύ πιο δύσκολη η κατάσταση με το όλο της ανθρωπότητας. Ο ατομισμός είναι τότε αναπόφευκτος και το μόνο που κάνει είναι να αυξάνει την εξουσία.

Αλλά θα εκφράσω και μερικές ακόμη σκέψεις για το θέμα αυτό.

Αν δεν μπορείς να βλέπεις τους άλλους φιλικά, τότε η άρνηση της ύπαρξης πατρίδας μόνον μία εξήγηση μπορεί να έχει: την αποξένωση από τον κόσμο – και αυτό είναι το πιο τρομακτικό από όλα. Είμαστε σίγουροι πως βλέπουμε τους πάντες φιλικά ή τουλάχιστον απροκατάληπτα; Το να μην αναγνωρίζεις πατρίδα δεν σημαίνει κιόλας ότι βλέπεις τον υπόλοιπο κόσμο φιλικά και εγκάρδια. Υπάρχουν αυστηροί διαχωρισμοί και μίση ανάμεσα σε φυλές, έθνη, ιδεολογίες, απόψεις και συμφέροντα. Μπορεί η απαξίωση της πατρίδας να σημαίνει ότι κάποιος είναι τόσο ατομιστής που η συλλογικότητα να μη σημαίνει γι’ αυτόν απολύτως τίποτε, ή ότι ανήκει σε μία ελίτ που ο ατομισμός της εκτείνεται σε όλον τον κόσμο λόγω της δύναμης που αυτή κατέχει, ή ότι έχει ιδεολογία ενάντια στην έννοια της πατρίδας και νομίζει πως η ιδεολογία εγγυάται την ανοιχτότητα και την ανεκτικότητα του χαρακτήρα του, ή οτιδήποτε άλλο συμβαίνει ή μπορεί να συμβεί. Μήπως αυτό δεν είναι μία χωριστικότητα που προαναγγέλλει τους επόμενους πολέμους ή τις επόμενες κοινωνικές συγκρούσεις; Πιστεύω ότι, σε γενικές γραμμές, δεν υπάρχει αυτογνωσία, πράγμα που αναπόφευκτα δημιουργεί όχι μόνο φαντασιώσεις αλλά και μία βιασύνη να πετύχουμε ορισμένους στόχους πολύ μακρινούς, παραμελώντας τα αμέσως επόμενα βήματα. Πέραν αυτού, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το ποιες ακριβώς μορφές θα πρέπει να έχουν αυτοί οι μακρινοί στόχοι. Αυτογνωσία πλήρη, ούτως ή άλλως, δεν έχουμε ούτε σαν άτομα ούτε σαν ανθρωπότητα, αλλά πρέπει τουλάχιστον να αποκτήσουμε  επίγνωση αυτής της έλλειψης, ώστε να είμαστε μετριοπαθείς και συνετοί στην αντιμετώπιση των κρίσεων.

(Συνεχίζεται)

29/11/22

Ιωάννα Μουτσοπούλου

Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ                                                                                         

Σχετικά άρθρα