ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΑΙ Ο Β’ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

Aelius Aristides Vatikanische Museen - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print
Aelius Aristides Vatikanische Museen - Σόλων ΜΚΟ

Αριστείδης ο Δίκαιος (550 π.Χ. – 468 π.Χ.)

(Μέρος 2 του άρθρου : Ο ρεαλισμός και η ηθική στη σκέψη του Περικλή)

   Θα ήθελα να τονίσω στο κείμενο αυτό ότι ο ρεαλισμός έχει δύο πλευρές:

α)Εκείνην που είναι διαπιστωτική, δηλαδή διαπιστώνει την αντικειμενική πραγματικότητα των συνθηκών, οπότε τα αληθινά οράματα πρέπει να προσαρμοστούν σταδιακά στον ρυθμό που επιβάλλουν αυτές οι συνθήκες, και

β)Εκείνην που αποτελεί αυτοσκοπό η δύναμη και η κυριαρχία ή η ασφάλεια για τους αδύναμους, και όπου δεν υπάρχουν τέτοια οράματα, παρά μόνον ως δευτερεύουσες ποιότητες.

   Προς το παρόν, βέβαια κυριαρχεί η δεύτερη πλευρά του ρεαλισμού.  Αλλά, αν θέλουμε να βοηθήσουμε στη λύση των παγκόσμιων προβλημάτων, πρέπει κάθε φορά να διακρίνουμε ανάμεσά τους και όχι να δεχόμαστε σαν μοναδική αφετηρία μας χωρίς δεύτερη σκέψη είτε τις συνθήκες είτε τα οράματα διαχωρισμένα μεταξύ τους.  

   Συνεχίζοντας με τον «Επιτάφιο» παραθέτω τα επόμενα αποσπάσματα από τον Θουκυδίδη (Θουκυδίδου Ιστορίαι, τόμος Β΄, εκδ. Γεωργιάδης).                                   

3.-Έπειτα ο Περικλής εξαίρει το μεγαλείο της Αθήνας. “Χάρις εις το μεγαλείον της πόλεώς μας, εξ άλλου, τα πάντα συρρέουν εις αυτήν από όλα τα μέρη του κόσμου, και συμβαίνει τοιουτοτρόπως ν’ απολαμβάνωμεν τ’ αγαθά των άλλων ανθρώπων, ως να ήσαν τόσον ιδικά μας, όσον και τα προϊόντα της ιδίας ημών χώρας…έχομεν τας πύλας της πόλεώς μας ανοικτάς εις όλους, και ουδέποτε δια ξενηλασίας εμποδίζομεν κανένα…” (σελ. 73).

    Αλλά δεν αναφέρεται στον παραπάνω οικονομικό αποκλεισμό που επέβαλε η Αθήνα στις άλλες ελληνικές πόλεις από τους εμπορικούς λιμένες, πράγμα που τις οδηγούσε σε στραγγαλισμό και αντίδραση. Επίσης, οι ξένοι που έμεναν στην Αθήνα, οι λεγόμενοι μέτοικοι, ήταν αναγκαίοι για την οικονομική της ανάπτυξη αλλά και για την πνευματική. Και σήμερα υπάρχουν οικονομικά κέντρα που απορροφούν ανθρώπους και επιστημονικές διάνοιες, αλλά αυτό δεν αρκεί για να το θεωρήσουμε σωστό. Για παράδειγμα, σήμερα πολλοί νέοι επιστήμονες της Ελλάδας  μεταναστεύουν σε πιο ευημερούσες χώρες του κόσμου (Brain Drain). Αυτό χρειάζεται ανάλυση. Για ποιον λόγο φεύγουν και για ποιον λόγο πηγαίνουν σε αυτές; Λόγω του πνευματικού κύρους αυτών των χωρών ή λόγω της οικονομικής τους ευρωστίας; Και, αν είναι η οικονομική ευρωστία,  πρέπει να ερωτηθεί πού οφείλεται αυτή, πώς αποκτήθηκε; Μήπως όμως είναι η ελευθερία στη σκέψη και την έκφρασή της που τους ελκύει; Η χώρα προέλευσης πώς κατέληξε να χάνει τους νέους της; Γιατί είναι γνωστό ότι και η απορρόφηση των νέων, και μάλιστα των μορφωμένων, άλλων χωρών μπορεί να είναι μέρος της στρατηγικής μιας ισχυρής χώρας, που έτσι εμπλουτίζει το ανθρώπινο δυναμικό της, χωρίς να το δημιουργεί η ίδια – όμως έτσι φτωχαίνει το ανθρώπινο δυναμικό των άλλων χωρών. Πολλοί παράγοντες πρέπει να εξεταστούν, αντί να θεωρούμε κάθε απόκτηση δύναμης αποδεκτή. Συχνά, τα αίτια είναι ανάμεικτα και κανείς δεν μπορεί να διεκδικήσει την αθωότητα.

4.-Ο Αθηναίος ηγέτης αναφέρεται όμως απευθείας και στην ηγεμονία της Αθήνας. “Και ημείς εδώ, άλλωστε, όσοι είμεθα ακόμη εις ώριμον ηλικίαν περίπου, ενισχύσαμε οι ίδιοι την ηγεμονίαν αυτήν πολυειδώς, και την πόλιν παρεσκευάσαμεν καθ’ όλα αυταρκεστάτην και δια τον πόλεμον και δια την ειρήνην”.

   Αυτό το σημείο απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Τι σημαίνει η λέξη “ηγεμονία”; Μια φυσιολογική και υπεροχή που λειτουργεί καλόπιστα ή μήπως την κυριαρχία; Από τον τρόπο έκφρασης και από τον επόμενο λόγο του φαίνεται ότι πρόκειται για κυριαρχία, δηλαδή επέκταση και επιβολή, είτε υλική είτε πνευματική. Σε αυτό ακριβώς το σημείο θα κριθεί και ποιο νόημα έδινε ο Περικλής (αλλά και ο κάθε πολιτικός ή πολίτης) στην ελευθερία. Όπως έχω γράψει σε προηγούμενο άρθρο μου, η ελευθερία που αποτελεί προνόμιο και, για να υπάρχει, πρέπει όλοι οι άλλοι να υποδουλωθούν, δεν είναι αληθινή ελευθερία, αλλά κυριαρχία.

    Ορθά κρίνει ο Αναστάσιος Πολύχρονος στο βιβλίο του “Οι ψυχολογικές επιχειρήσεις στον Πελοποννησιακό Πόλεμο” ότι: “Με την σημερινή ματιά, ο λόγος του μπορεί να θεωρηθεί μία υπόθεση με δύο όψεις: πρώτον, υποστηρίζει παγκόσμιες αξίες, όπως ο σεβασμός στον νόμο, την ισότητα και την αξιοπρέπεια, και, δεύτερον, επαινεί την αθηναϊκή κοινωνία έναντι των υπολοίπων, δίνοντας ένα άλλοθι για την αποικιοκρατία και τη διάθεση για υπερεξάπλωση απέναντι στους υπολοίπους”  (σελ. 53). Θα πρόσθετα σε αυτά ότι ο σεβασμός αυτών των αρχών χάνει όλο ή έστω σημαντικό μέρος της αξίας του, όταν ισχύει μόνον για μια ορισμένη ομάδα ανθρώπων, είτε πρόκειται για κοινωνική ομάδα είτε για έθνη ή συνασπισμούς εθνών. Τότε θα πρόκειται για συλλογικό ατομισμό, γιατί αυτές οι αξίες θεωρούνται προνόμιο μόνον για αυτήν την ομάδα και για καμμία άλλη. Αλλά όλες οι θεμελιώδεις αρχές (ιδέες) θεμελιώνονται στην καθολικότητα και όχι στην τυχαιότητα των ατομικοτήτων.

    Βέβαια, ο λόγος αυτός θα αποσαφηνιστεί ακόμη περισσότερο, όταν συνδυαστεί με τον επόμενο λόγο του που εκφωνήθηκε, όταν είχε πια ξεκινήσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, γιατί  έτσι αποκαλύπτεται πιο καθαρά η πολιτική του βούληση και κατεύθυνση.

    Είναι φανερό ότι μέρος των ψυχολογικών επιχειρήσεων στον πόλεμο είναι και οι λόγοι και κάθε μέσον επικοινωνίας των ηγετών με τον λαό, γιατί αυτά παίζουν κρίσιμο ρόλο στο ψυχολογικό κλίμα, το φρόνημα και τη στάση της κοινωνίας, διαμορφώνοντας τις μεταξύ τους σχέσεις. Σήμερα συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Μεγεθύνουμε ή εφευρίσκουμε τα θετικά της δικής μας πλευράς και μεγεθύνουμε ή εφευρίσκουμε τα αρνητικά της αντίπαλης, αποκρύπτοντας τα αντίθετα. Όλα αυτά είναι ένα είδος προπαγάνδας. Φυσικά, δεν εννοώ ότι δεν πρέπει να κάνει κανείς συγκρίσεις, το αντίθετο θα έλεγα. Αλλά αυτές οι συγκρίσεις πρέπει να είναι αληθινές και, το κυριότερο, να μην αποσκοπούν στην κυριαρχία. Το ορθό δεν αποτελεί δικαιολογία για κυριαρχία, δηλαδή εκμετάλλευση του άλλου. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Μεγάλο Αλέξανδρο. Πήρε μεν τον ασύλληπτο πλούτο του Πέρση μονάρχη, που έμενε συσσωρευμένος και αχρησιμοποίητος, αλλά με αυτόν δεν θέλησε να ωφελήσει μόνον την Ελλάδα, αλλά τον διένειμε σε όλον τον κόσμο με συνέπεια να ζωντανέψει η οικονομία παντού, να γίνουν νέες πόλεις και να ξαναζωντανέψουν παλιές που είχαν σχεδόν πεθάνει. Ήταν μια κοσμογονία. Υπήρξαν και άλλοι κατακτητές, που κατέστρεφαν τις κατακτημένες περιοχές και συσσώρευσαν τον πλούτο στη δική τους χώρα ή άλλοι, που με τον χρόνο έκαναν και κάποια κοινωφελή έργα για να συντηρήσουν τη ζωή στις κατακτημένες περιοχές, παρ’ όλο που το κίνητρο ήταν η κατάκτηση και η κυριαρχία και φυσικά τα αποτελέσματα ήταν φτωχά. Εδώ όμως υπήρχε άλλο κίνητρο, μαζί βέβαια με την δόξα, και το πραγματοποίησε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, για να αλλάξει τον κόσμο. Το κίνητρο και το σχέδιο ήταν ορθό, αν και επιβλήθηκε με πόλεμο. Εδώ βλέπει κανείς τη διαφορά ανάμεσα στις διάφορες πολιτικές εκφράσεις. Η Αθήνα συσσώρευε πλούτο και δύναμη διαγκωνίζοντας τις άλλες ελληνικές πόλεις, σε αντίθεση με την παραπάνω περίπτωση. Θα πρέπει εδώ επίσης να σημειωθεί ότι όταν το συμμαχικό ταμείο το διαχειριζόταν ο Αριστείδης ο Δίκαιος, δεν είχαν υπάρξει παράπονα. Αργότερα όμως, όταν ο Περικλής το μετέφερε στην Αθήνα, προκλήθηκαν πολλές δυσαρέσκειες ότι χρησιμοποίησε το ταμείο για τα μεγάλα έργα στην Αθήνα. Και θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν συζητάμε καν για την πολιτική της Αθήνας απέναντι στους ξένους, τους αποκαλούμενους βαρβάρους, αλλά για τους ίδιους τους Έλληνες και τις μεταξύ τους σχέσεις.

     Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα πολύ θετικά στοιχεία στον λόγο αυτό, που τα βλέπει κανείς και σήμερα, γιατί απλώς οι άνθρωποι αλλάζουμε πολύ αργά μέσα στους αιώνες. Η καθυστέρηση συμβαίνει, γιατί αυτές οι αλλαγές δεν εξαρτώνται τόσο πολύ από τις πληροφορίες όσο από τις εσωτερικές ατομικές και συλλογικές επιλογές, για θεμελιώδεις αλλαγές στον τρόπο αντίληψης της ζωής. Δεν εννοώ αναγκαστικές αλλαγές, όταν μας αναγκάζουν οι συνθήκες να τις κάνουμε, αλλά αλλαγές αυτόβουλες στον τρόπο θέασης των πραγμάτων για χάρη των μεγάλων αρχών. “Διότι μόνοι ημείς εκείνον, που δεν μετέχει εις αυτά, θεωρούμεν όχι φιλήσυχον, αλλ’ άχρηστον πολίτην…” (σελ. 75). Αυτή η αντίληψη είχε καθιερωθεί από την εποχή του Σόλωνα και σε αυτό το σημείο έγκειται το μεγάλο πρόβλημα που βρίσκεται βαθιά στην ανθρώπινη ψυχολογία: αυτή η αδιαφορία και η τάση για εφησυχασμό που πολύ σωστά τόνισε στον λόγο του. Όμως η συνέχεια του εδαφίου έχει αμφιλεγόμενα στοιχεία: “…και εφ’ όσον δεν λαμβάνομεν οι ίδιοι την πρωτοβουλίαν των ληπτέων αποφάσεων, κρίνομεν τουλάχιστον ορθώς περί των μέτρων, τα οποία άλλοι εισηγούνται, πιστεύοντες ότι τα έργα ζημιώνει όχι η συζήτησις, αλλά το να μη διαφωτισθή κανείς προηγουμένως δια της συζητήσεως, πριν έλθη η ώρα της δράσεως”. Για να λειτουργήσει όμως η συζήτηση και η πειθώ σωστά, θα πρέπει να αληθεύουν ορισμένοι αναγκαίοι όροι, όπως το να κυκλοφορεί ελεύθερα η πληροφορία, να μην υπάρχει μεγάλη διαφθορά (όχι μόνον οικονομική) που να διαστρεβλώνει ή να κρύβει τις πληροφορίες, ο πολιτικός να μην απευθύνεται στα κατώτερα ένστικτα των ανθρώπων όπως στην τάση για κυριαρχία, τον ανταγωνισμό, τον φόβο και άλλα που διαστρεβλώνουν τους χαρακτήρες. Γιατί τότε, ναι μεν οι αποφάσεις μπορεί να λαμβάνονται μαζί, αλλά θα λείπει από τη δημοκρατία το αναγκαίο υποκειμενικό στοιχείο, δηλαδή το ορθό κίνητρο, μια και ο πολιτικός θα εκμεταλλεύεται ακριβώς αυτά τα κατώτερα στοιχεία για να εκπληρώσει τα δικά του σχέδια. Αλλά και από το μέρος των πολιτών θα λείπει το ορθό κίνητρο. Όμως δημοκρατία χωρίς ορθό κίνητρο δεν είναι δυνατόν να υπάρξει και είναι καταδικασμένη σε μήκος χρόνου να αφανιστεί – όπως και έγινε. Γι’ αυτό, για να ορίσουμε τη δημοκρατία, θα πρέπει προηγουμένως να προσδιορίσουμε ποια είναι η φύση του κοινού καλού. Και αυτό ανοίγει μία άλλη νέα συζήτηση, την οποία δεν μπορούμε να αποφύγουμε, γιατί ο κόσμος της έννοιας διαπερνάει όλες τις πτυχές της ζωής μας.

    Κάθε τι που κάνουμε έχει σχέση με τις μεγάλες αρχές, είτε πιστεύουμε σε αυτές είτε όχι. Όταν αυτές δεν ακολουθούνται, τότε αυτό είναι θνησιγενές. Αντίστοιχο σημερινό παράδειγμα είναι το Κοινοβούλιο, που δεν αποτελεί πια εγγυητή της δημοκρατίας, αλλά ένα τελετουργικό απομεινάρι μιας προηγούμενης εποχής, στην οποία εξυπηρέτησε εν μέρει ορισμένους σκοπούς.

5.-Σε ένα άλλο σημείο στον Επιτάφιο αναφέρει για την αθηναϊκή κοινωνία (ίσως και για την αθηναϊκή πολιτική) κάτι που προφανώς αποτελεί ψεύδος: “Και ως προς την ευγένειαν ακόμη των αισθημάτων μας απέναντι των άλλων, ευρισκόμεθα εις αντίθεσιν προς τους πολλούς. Διότι τους φίλους μας επιδιώκομεν ν’ αποκτήσωμεν όχι ευεργετούμενοι από αυτούς, αλλ’ ευεργετούντες αυτούς… Και μόνοι αφόβως ωφελούμεν άλλους όχι από υπολογισμόν δια το ιδικόν μας υλικόν συμφέρον, αλλ’ από εμπιστοσύνη προς το ελευθέριον πνεύμα, από το οποίον εμπνεόμεθα” (σελ. 77). Η τάση για κολακεία είναι εμφανής και διαπερνάει το σύνολο του λόγου.

6.-Και συνεχίζοντας αναφέρει: “Διότι απ’ όλας τας συγχρόνους πόλεις μόνη η πόλις των Αθηνών, όταν τεθή υπό δοκιμασίαν, αποδεικνύεται ανωτέρα της φήμης της, και αυτή μόνη ούτε εις τον ηττώμενον παρέχει αφορμήν αγανακτήσεων, διότι ενικήθη από τοιούτον εχθρόν, ούτε εις τους υπηκόους αφορμήν παραπόνου, ότι κυβερνώνται από αναξίους” (σελ. 77). Όμως ήδη υπήρχαν έντονες διαμαρτυρίες για την διεθνή πολιτική της Αθήνας απέναντι στους Έλληνες και μάλιστα εν καιρώ ειρήνης. Πώς είναι δυνατόν να έχουν προβληθεί τέτοιοι ισχυρισμοί; Το ότι οι Σπαρτιάτες ήταν βαρβαρότεροι ως εχθροί είναι πολύ πιθανόν, ή το ότι μεταχειριζόντουσαν τους είλωτες με βάρβαρο τρόπο. Αλλά δεν ήταν όλοι σαν τους Σπαρτιάτες, να επιδιώκουν την ηγεμονία του ελλαδικού χώρου. Ακόμη όμως και αυτοί ήταν βραδείς στις πολιτικές τους κινήσεις και μάλλον κλεισμένοι στην πόλη τους, προσπαθώντας να διατηρήσουν αυτά που γνώριζαν από το παρελθόν μέσω απομόνωσης. Δεν είχαν την κινητικότητα των Αθηναίων και αυτή την έντονη επεκτατική τάση. Μπορεί κανείς να διαβάσει είτε στον Θουκυδίδη (Θουκυδίδου Ιστορίαι, τόμος α΄, σελ. 163) είτε στο παραπάνω βιβλίο του Α.Πολύχρονου τον λόγο του Κορίνθιου απεσταλμένου στη Σπάρτη πριν από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Αναφέρεται ακριβώς σε αυτό το χαρακτηριστικό της Σπάρτης ως μειονέκτημά της στην πολιτική που ασκούσε ως αντιστρόφως ανάλογο με την αθηναϊκή κινητικότητα και έλλειψη δισταγμών.

(Συνεχίζεται)

1/11/22

Ιωάννα Μουτσοπούλου

Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ

Σχετικά άρθρα