ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ & ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΝΕΡΟ

drop impact backjet - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

drop impact backjet - Σόλων ΜΚΟΗ ικανότητα του ανθρώπου να μετασχηματίζει και να μεταβάλλει το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον γνώρισε φάσεις διαφορετικής έντασης. Εκείνο που διακρίνει τις σύγχρονες κοινωνίες από εκείνες που προηγήθηκαν, είναι η επιτάχυνση των μετασχηματισμών και αλλαγών του περιβάλλοντος, που προκλήθηκαν από την επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση, ο μαζικός τους χαρακτήρας και η παγκοσμιότητα των επιπτώσεών τους. Σήμερα οι αλλαγές αυτές ξεπερνούν τον ελέγξιμο χώρο και τον ελέγξιμο χρόνο από τον άνθρωπο, παράδειγμα η πυρηνική ενέργεια και η γενετική μηχανική.

Γίνεται δε ιδιαίτερα ανησυχητικό όταν οι περιβαλλοντικές αυτές αλλαγές έχουν άμεση σχέση, όχι μόνο με την ποιότητα των συνθηκών διαβίωσης όλων των ειδών, συνεπώς και του ανθρώπου, αλλά και με τη δυνατότητα και τις προοπτικές επιβίωσής τους.

Στη βάση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης υπάρχει μια αναπτυξιακή ιδεολογία που στηρίζεται και εκφράζεται από ένα οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθείται σε παγκόσμια κλίμακα από τον 19ο αιώνα[1].

Το αναπτυξιακό αυτό μοντέλο στηρίζεται στην ιδέα μιας παραγωγικότητας χωρίς όρια και στο άμεσο οικονομικό κέρδος. Πρόκειται για ένα οικονομικό δόγμα που ταυτίζει την πρόοδο με την οικονομική ανάπτυξη μόνο, δηλαδή με τη διόγκωση του ΑΕΠ και θεωρεί ως ύψιστη αξία την υπερκατανάλωση. Πρόκειται για μια ανάπτυξη που καταβροχθίζει τα πάντα, ρυπαίνει το νερό, το έδαφος, τον αέρα και οδηγεί στην αύξηση του πλούτου των μεν εις βάρος ακόμη και της δυνατότητας επιβίωσης των δε. Μια τέτοια ανάπτυξη μακροπρόθεσμα δεν μπορεί παρά να εξαντλήσει τα αποθέματα του ίδιου της του εαυτού. Φθείροντας το φυσικό περιβάλλον η οικονομία αυτοϋπονομεύεται.[2]. Η οικονομική δραστηριότητα που συγχέεται με μια απλή συσσώρευση νομισματικού πλούτου, θέτει σε κίνδυνο την αναπαραγωγή του περιβάλλοντος. Παράγει πρακτικές επικίνδυνες για την ανθρωπότητα γιατί είναι επικίνδυνες για το περιβάλλον.[3].

Η έννοια της ανάπτυξης που θα ήταν περισσότερο συμβατή με τους φυσικούς ρυθμούς των οικοσυστημάτων και λιγότερο συγκρουσιακή, αφορά μια πραγματικότητα πολύ πιο πλούσια. Ο Passetονομάζει την ανάπτυξη αυτή ποικιλόσχημη (comlexifiante), πολυδιάστατη και εξηγεί: «Ανάπτυξη γιατί προϋποθέτει μια αυξητική προοπτική (που ωστόσο στις μέρες μας με την πληροφορική και τις κάθε είδους υπηρεσίες δεν έχει αποκλειστικά υλική διάσταση), πολύσχημη, γιατί οι δομές της μεταβάλλονται διαρκώς και πολυδιάστατη, γιατί πρέπει να λάβει υπόψη τόσο το φυσικό περιβάλλον όσο και τον κοινωνικό χώρο»[4].

Και βέβαια η έννοια της ανάπτυξης δεν είναι αξιακά ουδέτερη. Στα πλαίσια της οικονομικής ανάπτυξης με τη σημερινή της μορφή, η τελευταία στηρίζει ένα σύνολο αξιών όπου το κέντρο των εξελίξεων δεν είναι ο άνθρωπος αλλά τα κέρδη του μεγάλου και οργανωμένου εθνικού ή διεθνικού οικονομικού συμφέροντος.[5]. Αποτέλεσμα αυτού είναι εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη να πληρώνουν με την εξαθλίωση και συχνά με τη ζωή τους.

Και όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Παπαδημητρίου «Με τη χρήση του όρου αειφόρος ανάπτυξη δημιουργείται  η ψευδαίσθηση ότι δεν υπάρχουν όρια στην ανάπτυξη και ότι αυτή είναι μια ατέλειωτη περιπέτεια του ανθρώπινου γένους σε έναν πλανήτη με άπειρη φέρουσα ικανότητα, που μπορεί να στηρίξει κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Το οικονομικό λόμπι δεν δέχεται ότι η οικονομική ανάπτυξη με τη σημερινή της μορφή και ένταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Παραπλανητικά μάλιστα μεταχειρίζεται τον όρο «αειφόρος ανάπτυξη» για να συγκαλύψει τη σύγκρουση μεταξύ οικονομίας και περιβάλλοντος και ιδιαίτερα αυτού του καταστροφικού για τον πλανήτη μοντέλου οικονομικής συσσώρευσης κεφαλαίου, χωρίς αρχές και αξίες.»[6].

Αυτού του είδους η ανάπτυξη έχει δημιουργήσει σοβαρές ρήξεις που συνδέονται στενά η μια με την άλλη: ρήξη μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης, ρήξη μεταξύ των ανθρώπων και τέλος ρήξη μεταξύ των κοινωνιών.

Μια ποσοτική αντίληψη για τη φύση μας έκανε να έχουμε μια καταστροφική συμπεριφορά απέναντι στο περιβάλλον. Αυτό που δεν μπορούμε πια σήμερα να αγνοούμε είναι το γεγονός ότι η αντίληψη αυτή και το σύστημα αξιών που προκύπτει, είναι υπεύθυνα για την αλόγιστη και αστόχαστη χρήση των φυσικών πόρων, την εξάντλησή τους και τη συσσώρευση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Οι περιβαλλοντικές διαταραχές σήμερα δεν είναι πάντα μέσα στα πλαίσια της αφομοιωτικής ικανότητας και της δυναμικής ισορροπίας των οικοσυστημάτων. Σοβαρές και μη αντιστρεπτές, σε μεγάλο βαθμό, οι διαταραχές αυτές (ραδιενεργά κατάλοιπα, τοξικές ουσίες, ρύπανση των νερών κ.λ.π.) πρέπει να μας κάνουν να συνειδητοποιούμε, κάθε μέρα και περισσότερο, ότι η ποιότητα και η ποσότητα ενός φυσικού αγαθού δεν είναι χαρακτηριστικά αμετάβλητα και σταθερά, αλλά εξαρτώνται από την ένταση της ανθρώπινης δραστηριότητας πάνω σ’αυτό. Οι ανεξάντλητες δυνατότητες και η απεραντοσύνη της φύσης είναι απόψεις που πρέπει να αναθεωρηθούν υπό το πρίσμα των νέων δεδομένων. Δεν  μπορούμε  πλέον να αγνοούμε τα οικολογικά όρια αντοχής χωρίς σοβαρές συνέπειες για τη ζωή.

Μέσα σ’αυτή την ατμόσφαιρα η ΠΕ έχει ένα σημαντικό ρόλο να παίξει. Εδώ πρέπει να ανατρέξουμε στο γεγονός ότι η ΠΕ γεννιέται από τη συνειδητοποίηση της περιβαλλοντικής κρίσης και την κοινωνική ανάγκη για την αντιμετώπισή της. Αναγνωρίζεται ως μια εκπαίδευση που θα αφυπνίσει το άτομο και την κοινότητα για τα περιβαλλοντικά θέματα και θα θέσει τις βάσεις για μια πλήρως ενημερωμένη και ενεργό συμμετοχή του ατόμου στην προστασία του περιβάλλοντος και στη συνετή και ορθολογική χρήση και διαχείριση αυτού.

Μέσα από τις διεθνείς συναντήσεις της τελευταίας τριακονταετίας, η ΠΕ αντιμετωπίζεται ως μια εκπαίδευση που θα μπορούσε να συμβάλει, μέσα από μια πληρέστερη κατανόηση των αιτίων των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της ατομικής και συλλογικής συμπεριφοράς του ανθρώπου απέναντι στο περιβάλλον, στη διαμόρφωση ενός νέου περιβαλλοντικού ήθους, δηλαδή ενός νέου κοινωνικού ήθους που θα μπορούσε να συμβάλει σε μια βαθύτερη αλλαγή  της στάσης και της πρακτικής του ανθρώπου, με στόχο μια αρμονικότερη συμβίωση στον πλανήτη.

Γιαυτό και η Sauvé χαρακτηριστικά αναφέρει ότι η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στοχεύει στην αναδόμηση του δικτύου των σχέσεων ατόμου-κοινωνικής ομάδας-περιβάλλοντος[7]. Υποστηρίζει δηλαδή ότι ο ρόλος της ΠΕ είναι να ευνοεί και να προωθεί κριτικές ικανότητες για να είναι σε θέση το άτομο να αξιολογήσει τις συμπεριφορές και τις κοινωνικές επιλογές σε σχέση με το περιβάλλον.[8].

Το νερό, στα πλαίσια της ΠΕ έχει μια ιδιαίτερη διδακτική δύναμη. Ας δούμε κάποια χαρακτηριστικά αυτού του πολύτιμου φυσικού πόρου. Τα αποθέματα του νερού στη γη είναι περίπου τα ίδια από την αρχή του σχηματισμού του. Η σημερινή ποσότητα νερού στην υδρόσφαιρα είναι εκείνη που υπήρχε την εποχή του σχηματισμού των ωκεανών, αρκετά δισεκατομμύρια χρόνια πριν. Διαιωνίζεται μέσα από μια θαυμάσια φυσική διαδικασία, τον υδρολογικό κύκλο, που είναι ένας κύκλος ζωής. Επιτρέπει στο νερό να «αναπαράγεται» και εξασφαλίζει της ανταλλαγές μεταξύ υδρόσφαιρας, ατμόσφαιρας, λιθόσφαιρας και βιόσφαιρας.

Αν και το νερό είναι άφθονο, δεν είναι όλο χρησιμοποιήσιμο. Ο ολικός όγκος του νερού στη γη είναι περίπου 1 δις. 500 Km3. Το 97% της ποσότητας αυτής αποτελεί τις θάλασσες και τους ωκεανούς. Μόνο το 3% του συνολικού αποθέματος είναι γλυκό νερό, από το οποίο τα ¾ σχηματίζουν τους πάγους και τα παγόβουνα. Το υπόλοιπο αποτελεί τα υπόγεια νερά, τα επιφανειακά γλυκά νερά και τους υδρατμούς της ατμόσφαιρας. Ο υδρολογικός κύκλος λοιπόν κινητοποιεί μια πολύ μικρή ποσότητα νερού.

agua92 1 - Σόλων ΜΚΟΟ άνθρωπος μπορεί να χρησιμοποιήσει άμεσα, για της ανάγκες του, το 0,01% του γλυκού νερού. Εάν αναρωτηθούμε κατά πόσο η ροή της ηλιακής ενέργειας είναι ποσοτικά επαρκής για να εξασφαλίζει την αδιάκοπη πορεία του νερού στη γη, η απάντηση είναι θετική. Πράγματι, η ετήσια ποσότητα της ηλιακής ενέργειας που φθάνει στην επιφάνεια του πλανήτη της (39.000 1020 Joules /έτος) είναι κατά 10.000 φορές μεγαλύτερη από την παγκόσμια ετήσια κατανάλωση ενέργειας σήμερα. Έτσι το νερό εθεωρείτο πάντα αγαθό ανεξάντλητο και ανανεώσιμο, εφόσον ο υδρολογικός κύκλος εξασφάλιζε τη συνεχή παρουσία του στη φύση[9].

Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η δυναμική του υδρολογικού κύκλου δεν εξαρτάται μόνο από τον ήλιο. Η άνιση κατανομή του νερού στη γη και οι ανθρώπινες επεμβάσεις στον κύκλο του νερού, αποτελούν τις συνιστώσες των σύνθετων αλληλεπιδράσεων μεταξύ περιβάλλοντος και κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Η φυσική ποιότητα του νερού είναι αποτέλεσμα της ικανότητάς του να αλλάζει φυσική κατάσταση μέσα από τον υδρολογικό κύκλο.

Η εξάτμιση και η υγροποίηση είναι φυσικές διαδικασίες που εξασφαλίζουν τον καθαρισμό του νερού. Το νερό, έχοντας συνεχείς ανταλλαγές ύλης με το υπόλοιπο περιβάλλον, εμπλουτίζεται με βαριά τοξικά μέταλλα όπως ο υδράργυρος και ο μόλυβδος, με χημικές ουσίες επικίνδυνες για τη ζωή, με φυτοφάρμακα και λιπάσματα, όλα προϊόντα και παραπροϊόντα της οικονομικής δραστηριότητας του ανθρώπου. Εξ αιτίας της ρύπανσης του αέρα και του εδάφους από τα απόβλητα του «πολιτισμού» μας, οι φυσικές διαδικασίες καθαρισμού του νερού δεν λειτουργούν αποτελεσματικά. Η δημογραφική έκρηξη, η καταστροφή των δασών, η ερημοποίηση, η χημική ρύπανση των πηγαδιών και των υπόγειων νερών από εντομοκτόνα και ζιζανιοκτόνα ή από την απόθεση και απόρριψη αποβλήτων που δεν τηρούν της κανονισμούς καθαρισμού, προκαλούν μεταστροφή των δυνητικά ανανεώσιμων αποθεμάτων νερού σε μη χρησιμοποιήσιμα, που μοιάζει να ισοδυναμεί με μη ανανεώσιμα .[10].

Η έννοια της ανανεωσιμότητας του φυσικού πόρου συνδέεται με τη διαχείριση του αγαθού. Η αστόχαστη χρήση του καταλήγει λειτουργικά σε ένα ποσοτικό έλλειμμα. Η έννοια της ανανεωσιμότητας λοιπόν είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της λειτουργικότητας του αγαθού, όχι μόνο για την ανθρώπινη κοινωνία αλλά για το σύνολο των οργανισμών που το χρησιμοποιούν.

Το νερό λοιπόν στα πλαίσια της οικόσφαιρας οργανώνεται μέσα από αμέτρητες αλληλεπιδράσεις και αλληλεξαρτήσεις ανάμεσα σε φυτά, ζώα, ανθρώπους, συνιστώσες φυσικές, χημικές, κοινωνικές, οικονομικές, τεχνολογικές, ιδεολογικές. Αποτελεί ένα δυναμικό σύστημα που εξελίσσεται συνεχώς και διαμορφώνεται από τις σχέσεις εξάρτησης και αλληλεπίδρασης μεταξύ των στοιχείων που το αποτελούν.

Το νερό διδακτικά μας επιτρέπει να αναδείξουμε σημαντικές οικολογικές και περιβαλλοντικές έννοιες που θέλουμε να προσεγγίσουμε και να προωθήσουμε μέσα από την ΠΕ, όπως η έννοια της ανανεωσιμότητας και της διαχείρισης ενός φυσικού πόρου και η έννοια του συναγαθού. Αυτό σημαίνει ότι το νερό ανήκει μόνον στο ανθρώπινο είδος, αλλά σε όλους του οργανισμούς. Μέσα από τη μελέτη της χρήσης και διαχείρισής του νερού συναντιόμαστε με έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της ΠΕ που είναι η  καλλιέργεια της υπευθυνότητας προς τους άλλους, άρα και της συλλογικότητας. Μέσα από την περιπέτεια του νερού στην ανθρώπινη κοινωνία οι μαθητές μπορούν να αντιληφθούν τη μηχανιστική ιδεολογία του ανθρώπου : όλα είναι δυνατά, όλα μετρούνται, όλα ποσοτικοποιούνται. Μια λανθασμένη αντίληψη γι’ αυτό που αντιπροσωπεύει ο όρος «οικονομικά ωφέλιμο», μας οδηγεί σε μια αστόχαστη χρήση του νερού και μας εμποδίζει να δούμε ότι οι λύσεις που δίνονται στα ποιοτικά και ποσοτικά προβλήματα διαχείρισης αυτού είναι μονόπλευρες και βραχυπρόθεσμες. Η μηχανιστική χρήση του χώρου, της ύλης και του χρόνου κάνει τον άνθρωπο να ξεχνά την αφομοιωτική ικανότητα των οικοσυστημάτων. Οι μαθητές μπορούν να αντιληφθούν ότι η λογική να βλέπουμε το περιβάλλον τελικά μέσα από μια λειτουργία του μόνο, ως προμηθευτή πρώτων υλών για την οικονομική διαδικασία της ανθρώπινης κοινωνίας, καταλήγει σε αδιέξοδα.

wasser93 - Σόλων ΜΚΟΜια  πραγματική  ΠΕ  για το νερό αρχίζει  από  τη  στιγμή  που  θα  θέσουμε  και  θα  επεξεργαστούμε  ερωτήσεις  όπως:  «Με  ποιον  τρόπο  συμπεριφέρεται  ο  άνθρωπος  απέναντι  στο  νερό;  Γιατί;  Ποιες  είναι  οι  χρήσεις  και οι επιπτώσεις από τη χρήση ;  Υπάρχουν  συγκρούσεις  χρήσης;  Με  ποιο  τρόπο  πρέπει  να  τις  διαχειριστούμε;  Υπάρχουν  αντιτιθέμενες  απόψεις;  Είναι  βάσιμες;  Με ποια κριτήρια μπορούμε να αξιολογήσουμε τις προτεινόμενες λύσεις ; Θα  υπάρξουν  επιπτώσεις  και  σε  ποιους  τομείς;  Ποιος  θα  πληρώσει  το  κόστος  των  επιπτώσεων;  κλπ.»

Έτσι ο μαθητής μπορεί να δει το πρόβλημα μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο που δημιουργείται, να διαπιστώσει το εύρος των εναλλακτικών λύσεων, το ρόλο των θεσμοθετημένων οργάνων, τις πιθανές επιπτώσεις κάθε λύσης, να μελετήσει την κοινωνική αντίσταση στην αλλαγή συμπεριφοράς και στάσης ζωής και ίσως αργότερα να οδηγηθεί ο ίδιος στην επιλογή πιο υπεύθυνων στάσεων για το περιβάλλον.

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα προβλήματα διαχείρισης των φυσικών πόρων γενικά είναι ο σκληρός πυρήνας της ΠΕ. Γύρω από την  έννοια διαχείριση στρέφεται το σύνολο των περιβαλλοντικών προβλημάτων, αφού τα τελευταία, ως αποτέλεσμα του τρόπου που μια κοινωνία επιλέγει να διαχειριστεί τους φυσικούς πόρους, προέρχονται από συγκεκριμένες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιλογές και αποφάσεις που αντανακλούν το αξιακό σύστημα της κοινωνίας μας. Τις προτεραιότητες που έχουμε ως κοινωνία.

Οι μαθητές μας οδηγούνται να σκεφτούν ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα του νερού είναι πρωταρχικά κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα και σε μικρότερο βαθμό προβλήματα για την επιστήμη και την τεχνολογία. Τα μεγαλύτερα εμπόδια για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής ποιότητας είναι οι υπάρχουσες κοινωνικές συμπεριφορές, οι στάσεις και οι αξίες που έχουμε ως οργανωμένες ομάδες ή μεμονωμένα άτομα – όλα αντανάκλαση των οικονομικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων του ανθρώπου – και λιγότερο η έλλειψη επιστημονικής γνώσης. Η επιστήμη δείχνει τι μπορεί να κάνει. Η κοινωνία ορίζει τι θέλει να γίνει. Το μπορεί μας οδηγεί στο γνωστικό πεδίο. Το θέλει μας εισάγει στο πεδίο αξιών και επιλογών μιας κοινωνίας.

Μια άλλη σημαντική έννοια είναι αυτή της αλληλεξάρτησης και των ορίων, της αβεβαιότητας, της μη προβλεψιμότητας και μη αναστρεψιμότητας.

Μέσα από τη μελέτη των προβλημάτων του νερού μπορούν να συνειδητοποιήσουν οι εκπαιδευόμενοι, με όση ατέλεια κι αν γίνει αυτό, ότι η ποιότητα και η ποσότητα ενός φυσικού αγαθού δεν  είναι χαρακτηριστικά αμετάβλητα και σταθερά, αλλά εξαρτώνται από την ένταση της ανθρώπινης δραστηριότητας πάνω σ’ αυτό. Το περιβάλλον μπορεί να δεχτεί τα προϊόντα του ανθρώπου, όπως μπορεί να δώσει τα δικά της σ’αυτόν. Αλλά υπάρχει ένα όριο σε όλα αυτά. Να οδηγηθεί ο εκπαιδευόμενος να αντιληφθεί τις διαστάσεις της λέξης όριο. Ίσως της πιο σοφής λέξης της εποχής μας. Είναι σημαντικό να καταλάβει ότι  η υποβάθμιση του περιβάλλοντος δεν είναι γεγονός μοιραίο και αναπόφευκτο. Είναι αποτέλεσμα και αντανάκλαση των οικονομικών και κοινωνικών μας επιλογών.

Το νερό, ως φυσικός πόρος ενσωματώνει διδακτικά και σημαντικές αρχές μέσα από τις έννοιες χρήση και διαχείριση : όπως η αρχή της περιβαλλοντικής αποτελεσματικότητας : έμφαση στην οικονομία χρήσης, στην επαναχρησιμοποίηση, στη μείωση της υπερκατανάλωσης και οδηγεί στο να επαναπροσδιορίσουμε με περιβαλλοντικούς όρους τις έννοιες ποιότητα ζωής, αξίες, πρότυπα. Μπορούμε επίσης να προσεγγίσουμε και την αρχή της πρόληψης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, για να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στα φυσικά οικοσυστήματα.

Διδακτικά επίσης το νερό μπορεί να στηρίξει ένα σύνολο αξιών που θέλουμε να καλλιεργήσουμε και να προωθήσουμε μέσα από την ΠΕ, όπως υπευθυνότητα προς τους άλλους και τις επόμενες γενεές, υπευθυνότητα και σεβασμό και προς τους άλλους οργανισμούς, αλληλεγγύη, ισότητα, δημοκρατία και ειρήνη. Η αλληλεγγύη προς τις μελλοντικές γενιές και τους υπόλοιπους συγκατοίκους μας στον πλανήτη, είναι το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο μιας εκπαίδευσης για ένα βιώσιμο μέλλον. Να καλλιεργήσουμε μέσα από τις δραστηριότητες της περιβαλλοντικής μια ευθύνη στον νέο άνθρωπο για τους ανθρώπους που βρίσκονται μακριά του σήμερα αλλά και μια ευθύνη για τους ανθρώπους των επομένων γενεών. Το νερό λοιπόν μας επιτρέπει να προωθήσουμε μια συστημική αντίληψη για το περιβάλλον. 

Τελικά μιλώντας για το νερό μιλάμε για την κοινωνική λειτουργία, ή ίσως καλύτερα για την κοινωνική δυσλειτουργία.   Κλείνοντας, παρά τους προβληματισμούς για τη δυνατότητα, μέσα από ένα θεσμό της κοινωνίας όπως η εκπαίδευση, να προχωρήσουμε αντίθετα από τις κυρίαρχες ιδεολογίες της εποχής μας, παρά τους προβληματισμούς για τις πραγματικές δυνατότητες της ΠΕ, προς το παρόν η ΠΕ είναι ίσως το μοναδικό μέσο που έχουμε για να περάσουμε μια κριτική στάση για το μοντέλο ανάπτυξης που επικρατεί. Δεν μπορούμε να κάνουμε  ΠΕ χωρίς να αμφισβητήσουμε τις δομές, τις στάσεις και τους χειρισμούς που μας οδήγησαν σε περιβαλλοντικά αδιέξοδα. Παραφράζοντας τον Edgar Morin θα λέγαμε ότι η ΠΕ είναι το εργαλείο για την ανίχνευση των λαθών στην ανθρώπινη συμπεριφορά σε σχέση με το περιβάλλον, για την πάλη κατά της αυταπάτης και της τύφλωσης που διέπουν την ανθρώπινη στάση και δραστηριότητα..[11].Να μην κάνουμε την ΠΕ μέρος του προβλήματος, αλλά μέρος της λύσης. Η  ΠΕ  δεν  μπορεί  να  είναι  ούτε  ανώδυνη,  ούτε  άνευρη,  ούτε  ουδέτερη. Τίποτα σήμερα δεν μπορεί να είναι ουδέτερο. Η ΠΕ, προκειμένου να ανταποκριθεί ουσιαστικά στο σύγχρονο ρόλο της θα πρέπει να λειτουργήσει στο πλαίσιο ενός πολιτικού προβληματισμού με την αρχαιοελληνική σημασία του όρου. Να κάνουμε την ΠΕ το εργαστήρι για έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης και δράσης.

Το μεγάλο στοίχημα για τα χρόνια που έρχονται είναι η μετατόπιση του βλέμματος και της σκέψης από μια γραμμική ερμηνεία του περιβάλλοντος, των προβλημάτων και της διαχείρισης του, προς μια οπτική με πιο πολύπλοκες αιτιώδεις σχέσεις, προς μια συστημική οπτική που θα διαλύει την αδιαφάνεια της γραμμικής οπτικής του κόσμου. Για να φθάσουμε σε μια διαφορετική διαχείριση της ζωής, που θα μας εξασφαλίσει την επιβίωση, μέσα από μια ισορροπημένη συνύπαρξη με το περιβάλλον, μια απλή γνώση δεν αρκεί. Παραφράζοντας τον Thomas Kuhn θάλεγα ότι το περιβάλλον δεν προστατεύεται με τη συσσώρευση γνώσεων αλλά με την αλλαγή του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε την περιβαλλοντική πραγματικότητα.[12].

Για να συνεχίσουν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις εξελικτικών διαδικασιών και ζωής,  χρειαζόμαστε πολίτες δυναμικούς, συνειδητοποιημένους, με ικανότητες και κριτική στάση, για μια κοινωνία που θα είναι περισσότερο δημοκρατική και συμμετοχική στον καθορισμό  και στη λήψη των αποφάσεων. Σκοπός της ΠΕ είναι να συμβάλει όχι μόνο στη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι όλοι έχουμε μια και μοναδική Γήινη πατρίδα, αλλά να «μεταφράσει» αυτή τη συνειδητοποίηση σε διάθεση εξάσκησης της ιδιότητας του ενεργού πολίτη.

Μόνον όταν ο πολίτης αισθανθεί υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει  γύρω του και για τον τρόπο που συμβαίνει και ικανός να αναλάβει αυτή την ευθύνη, δηλαδή να δράσει, μόνον τότε μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον.

<!–[endif]–>

[1] R. Passet, Οικονομία και Περιβάλλον, (ελ. μετ.), Εκδ. Παρατηρητής, Θες/κη, 1987, σ. 20 και A.C. Pigou, L’économie du bien-etre (γαλ. μετ.) του G.H. Bousquet, Εκδ.  Dalloz,  Paris, 1958, σ. 89.

[2] R. Passet, Η νεοφιλελεύθερη αυταπάτη, (ελ. μετ.), Εκδ. Παρατηρητής, Θες/κη, 2004, σ. 73.

[3] R. Passet, ό.π., σ. 112.

[4] R. Passet, ό.π., σ. 115.

[5]R. Passet, ό.π., σσ. 44-50.

[6]Ε. Παπαδημητρίου, «Ο δύσβατος δρόμος της αειφορίας», εισήγηση σε σεμινάριο με θέμα «Παγκοσμιοποίηση, Περιβάλλον, Εκπαίδευση», ΠΕΕΚΠΕ, Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος 2002.

[7]L. Sauvé, Pour une éducation relative à l’environnemen», ό.π., σσ. 19-26. Στον αντίποδα όλων αυτών έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι η οικολογική κρίση, αποτέλεσμα μιας κεντρικά σχεδιασμένης αλλά εσφαλμένης αναπτυξιακής πολιτικής, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με παιδαγωγικά μέσα από μια εξίσου κεντρικά οργανωμένη και σχεδιασμένη εκπαίδευση, αλλά μέσα από την αποσχολειοποίηση της εκπαίδευσης, κυρίως των ενηλίκων.  Και αυτό διότι η οικολογική κρίση αφενός και η οικολογική εκπαίδευση ενηλίκων είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος. Σε άτυπες μορφές μάθησης και αυτοοργανωμένες μορφές της εκπαίδευσης ενηλίκων θα έπρεπε να δοθεί έμφαση. (βλ. περισσότερα Α. Καψάλης, Α. Παπασταμάτης, Εκπαίδευση ενηλίκων  Α’, Εκδ. Πανεπιστημίου Θες/κης, Θες/κη, 2002, σσ. 47-50). Τους ίδιους προβληματισμούς εκφράζει και η Ευ. Φλογαΐτη λέγοντας ότι «Η εκπαίδευση είναι ο κατεξοχήν φορέας διατήρησης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας και του οικονομικού, κοινωνικού και πολιτισμικού κατεστημένου. Η φύση όμως της ΠΕ είναι ανατρεπτική αυτού του κατεστημένου. Για να μπορέσει να λειτουργήσει απαιτούνται ριζικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση που είναι δύσκολο να γίνουν χωρίς ριζικές μεταρρυθμίσεις στην κοινωνία» (Ε. Φλογαΐτη, «Περί Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης : Προσεγγίσεις, Αντιπαραθέσεις», ό.π.,  σσ. 103-107.

[8]L. Sauvé, “L’approche critique en éducation relative à l’ environnement : origines théoriques et applications à la formation des enseignants” in Revue des sciences de l’éducation, 23 (1), 169-188.

[9] G. Blanc, «Sagesse de l’eau», in  CoEvolution :L’homme et l’eau, No 10, Automne 1982, σσ. 3-12

[10] J. Margat, «L’eau dans le basin Méditerranéen : situation et prospective», dans la série Les Fascicules du Plan Bleu, No 6, (PNUE), Ed. Economica, Paris, 1992, σσ. 130-135.

[11] E. Morin, Les sept savoirs nécessaires à l’éducation du futur, UNESCO, EPD-99/WS/3, Paris, 1999, σσ.5-13.

[12]Thomas Kuhn, La structure des révolutions scientifiques, Ed. Flammarion, coll. «Champs», Paris, 1983.

Ομιλία-εισήγηση στα πλαίσια του 21ου Συνεδρίου ΠΑΝΔΟΙΚΟ «Το νερό ως κοινωνικό αγαθό» που διεξήχθη στη Λαμία στις 13 – 15 Νοεμβρίου 2009, με συνδιοργανωτές τα δύο μέλη του Δικτύου ΜΚΟ Σόλων και Όμιλος Φίλων του Δάσους.

Ράγκου Πολυξένη
Λέκτορας Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Α.Π.Θ.
 

4 Δεκεμβρίου 2009

Σχετικά άρθρα