ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ & ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ & ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

ΜΕΝΕΞΕΔΙ ΦΩΣ (του Δημήτρη Νανούρη)

- Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

pasxalia - Σόλων ΜΚΟΕΙΣΗΛΘΑΜΕ ΑΙΣΙΩΣ στην εβδομάδα των παθών που διαρκεί δυστυχώς πέντε συναπτά έτη. Ας είναι! Χαραμάδα ελευθερίας στη συμπαγή συνοχή των αιώνων απελευθερώνει η βυζαντινή μουσική καλλικέλαδο φως, θάλποντας τις καρδιές καθώς υποδέχεται την ανάσταση με τροπάρια και αίνους. Αντιγράφω με την ευκαιρία έναν ύμνο προς την Αθήνα, σωστό ευαγγέλιο, γραμμένο από τον Αγγλο ποιητή Αλτζερνον Τσαρλς Σουίνμπερν, που γεννήθηκε τέτοιες μέρες στα 1837.


Με το μενεξεδένιο φως του Λεκανοπεδίου, την υπεροχή του τοπίου του και τα σημαινόμενά του μάς ταξιδεύει σε μακρινές εποχές, όταν ο νεοελληνικός πολιτισμός δεν το ‘χε κακοποιήσει με άμορφες μάζες γκρίζου μπετόν ατάκτως ερριμμένες.

ΑΘΗΝΑ ΩΔΗ Ι Πριν το μενεξεδί φως ξεχυθεί από τη γη σαν φλόγα ψηλά/ πριν τα ιερά μπουμπούκια ανθίσουν κι η πάχνη στης ελιάς τα κλαδιά/ πριν το πρώτο τέταρτο του τελευταίου ωχρού μήνα του χειμώνα σιγομαραθεί/ ζαρώσει και πέσει, όπως στον τάφο του πεθαμένου μήνα πέφτει ένα φύλλο ξερό/ γύρω απ’ τους λόφους, που τα ύψη τους λάμπρυνε της πρωτόγεννης ελιάς ο ανθός/ γύρω στην πόλη, που νυφοστολίσανε το μέτωπό της οι μενεξέδες μια φορά/ ψηλά, ένα φως που πολύ παλιά φώτισε ξανά/ ξεπετιέται από τη γη που όλος ο κόσμος παρηγοριά άντλησε και αντλεί.

ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ ΝΙΩΘΟΥΝ οι άνθρωποι για τους προγόνους των που ‘ταν λεύτεροι πριν απ’ αυτούς/ περήφανοι είμαστε γι’ αυτούς, που μας γέννησαν ελεύθερους, πολεμιστές/ αλλά, με ποιο τρόπο πρέπει οι άνθρωποι να λατρεύουν τους πατέρες της διάθεσής των της καλής/ Με τι ενθουσιασμό μπορούμε να τους δοξάσουμε που μας μετέδωσαν ελεύθερες ψυχές;

ΓΙΟΙ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, «εν πνεύματι και αληθεία» γεννημένοι, λεύτεροι όλοι γεννήθηκαν/ πάνω απ’ όλους εμείς που ανατραφήκαμε κει που ο Βοριάς το βασίλειό του έχει στήσει:/ παιδιά όλοι εμείς, θαλασσινός λαός, από τους Σαλαμίνιους ναυτικούς/ γιοι εκείνων που την Περσία νίκησαν, που νίκησαν την Ισπανία./ Αφ’ ότου τα τραγούδια της Ελλάδας σώπασαν, κανένα, σαν τα δικά μας δεν ακούστηκε τραγούδι·/ αφ’ ότου τα ιστία της Ελλάδας ξεφουσκώσανε, κανένα πλοίο δεν ταξίδεψε σαν τα δικά μας/ πώς είναι μπορετό να μη θρηνήσομε, όταν φυλακισμένη η ψυχή της είναι;/ Και πώς μπορεί να μη χαιρόμαστε όταν στα στεφάνια της τ’ άνθη τους ξανανιώνουν; Με το μενεξεδένιο της Αθήνας φως ο κόσμος πιο γλυκός φαντάζει.

ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ πιο λαμπρός, στην επιστροφή του ήλιου της Αθήνας/ και χτυπημένο από το φως του ήλιου της ό,τι άσχημο θαμπίζει./ Ο,τι κακό μαραίνεται τα ευωδιαστά λουλούδια του φωτός όταν πυρώνουν/ κι όλα τα περιπλανημένα κύματα Ωκεανών με όλα τα εμπόλεμα νερά τους/ ηχούνε μεταδίνοντας παντού τη ναυμαχία κει που τα ακρωτήρια πεδία ήταν/ μάχης και όλα τα στενά, πεδία σφαγής ήταν/ κι οι Μύριοι Μήδες, σαν αφρόφουσκες στον διαλυτικό αγέρα.

ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΗΤΑΝΕ η αστραπή που το βοριά καθάρισε και φώτισε τα έθνη/ όμως Εκείνη ήταν το φως που από παλιά φώτισε όλο τον κόσμο./ Δική μας μια γενιά ή δυο, όμως οι αμέτρητες γενιές, δικές της·/ δικός της όλος ο κόσμος από τα βάθια της καρδιάς κι απ’ όλους/ πιο πολύ είμαστε μεις δικοί της.


Πηγή/φωτογραφία
Η Εφημερίδα των Συντακτών, efsyn.gr

Σχετικά άρθρα