Τα ζώα, σύμφωνα με μελέτες, συμπαραστέκονται στους ανθρώπους με σωματικές ή ψυχικές ασθένειες Η μεγάλη αύξηση ζώων συντροφιάς στον δυτικό κόσμο (μόνο στις ΗΠΑ το 1996 υπήρχαν 11 εκατ. σκύλοι και γάτες) προκάλεσε το ενδιαφέρον για τον ρόλο τους στη σύγχρονη κοινωνία.
Το 1992 ιδρύθηκε στο Κέιμπριτζ η Διεθνής Εταιρεία Ανθρωζωολογίας (ΙSΑΖ) με σκοπό την ενιαία μελέτη των ψυχοκοινωνικών σχέσεων ανθρώπων και ζωντανών. Ακολούθησε η έκδοση αρκετών συγγραμμάτων με συγγραφείς διαφορετικών ειδικοτήτων – κτηνιάτρους, ηθολόγους, ανθρωπολόγους, ζωολόγους, ψυχολόγους, γλωσσολόγους, γιατρούς και νομικούς -, απόδειξη της ικανότητας της Ανθρωζωολογίας να δημιουργεί γέφυρες ανάμεσα σε πολλές διαφορετικές επιστήμες.
Μέχρι πρόσφατα η ιδέα περί κοινωνικών σχέσεων του άνθρώπου με τα ζωντανά θεωρούνταν από τους επιστήμονες αιρετική. Ολόκληρη η κουλτούρα του Δυτικού ανθρώπου έβαζε κάθετες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ανθρώπων και ζωντανών, από την Αγία Γραφή ως τον Καρτέσιο, που θεωρούσε τα ζώα ζωντανές μηχανές χωρίς συναισθήματα ή νόηση. Κάθε αναφορά σε νοητικές ή συναισθηματικές λειτουργίες των ζωντανών καταδικαζόταν ως «ανθρωπομορφισμός».
Η θεωρία ότι ο άνθρωπος εξημέρωσε τη γάτα και τον σκύλο επιλέγοντας συστηματικά τα φιλικότερα προγονικά ζώα θεωρείται υπεραπλουστευμένη. Νεότερα στοιχεία δείχνουν ότι την πρωτοβουλία για «εξημέρωση» την εί χε η αφρικανική αγριόγατα όταν άρχισε να πλησιάζει στις σιταποθήκες των αρχαίων Αιγυπτίων, όπου αφθονούσαν τα τρωκτικά. Οι λύκοι επίσης φαίνεται ότι έπαιξαν ενεργό ρόλο στην εξημέρωσή τους, όταν περί το 1300 π.Χ. άρχισαν να αφήνουν τα κουτάβια τους κοντά στις χωματερές των πρωτόγονων οικισμών. Ενδιαφέρον είναι πώς εξελίχθηκε η εξημέρωση μορφολογικά και δημιουργήθηκαν οι διάφορες ράτσες. Ο Δαρβίνος υποστήριζε ότι αν επιλεγεί συστηματικά οποιαδήποτε ιδιορρυθμία σε ζωντανό οργανισμό θα τροποποιηθούν αθέλητα και άλλα χαρακτηριστικά. Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώθηκε κατά τις προσπάθειες του Ρώσου γενετιστή Μπελιάεφ να εκθρέψει ήμερες αλεπούδες. Σε είκοσι χρόνια οι αλεπούδες εμφάνισαν δίχρωμη γούνα, παραλλαγμένη ουρά και διπλωμένα αφτιά, πρωτόγνωρα δηλαδή χαρακτηριστικά που θύμιζαν σκύλους. Το φαινόμενο – ανεξήγητο για τους κλασικούς νόμους της κληρονομικότητας – οδήγησε στην υπόθεση ότι η «ήμερη» συμπεριφορά εξαρτάται από μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε ορμόνες και νευρομεταβιβαστές και ότι η όποια τροποποίηση στα ρυθμιστικά γονίδια συμπεριφοράς μεταβάλλει αυτόματα πολλαπλές λειτουργίες. Λόγω της ομοιότητας των σκύλων με τα κουτάβια και τις εξημερωμένες αλεπούδες οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι σκύλοι προήλθαν από νεοτενία, δηλαδή διατήρηση χαρακτηριστικών των νεογέννητων λύκων στον ενήλικο.
Ο Βάις περιγράφει τις κατηγορίες κοινωνικής υποστήριξης από τις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας, το κοινωνικό μας δίκτυο. Πιστεύεται ότι τα ζωάκια συντροφιάς πληρούν τους όρους συμμετοχής στο κοινωνικό δίκτυο των ιδιοκτητών – και μάλιστα το επαυξάνουν – ικανοποιώντας ουσιώδεις κοινωνικές τους ανάγκες σε ένα ανταγωνιστικό ανθρώπινο περιβάλλον. Αρκετές μελέτες σε μεγάλους και παιδιά βρήκαν θετική συσχέτιση ανάμεσα στην αγάπη για τα ζώα και στην ενσυναίσθηση, την ικανότητα να συμμερίζεται κανείς τα συναισθήματα άλλων ανθρώπων.
Η πιο αναγνωρισμένη χρήση ζώων σε ανθρώπινες ασθένειες είναι οι σκύλοι βοηθοί τυφλών, οι οποίοι πρωτοεμφανίστηκαν στη Γερμανία τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την τελευταία δεκαετία υπάρχουν επίσης σκύλοι βοηθοί ατόμων με πρόβλημα ακοής ή κινητικότητας – ακόμη και επιληπτικών, καθώς μπορούν να αναγνωρίζουν κρίσεις επιληψίας αρκετή ώρα προτού εκδηλωθούν, να προειδοποιούν και να βοηθούν τον άρρωστο. Τέλος, η γνωστή στους αρχαίους Ελληνες ιπποθεραπεία εφαρμόζεται ακόμη με καλά αποτελέσματα. Η πρωτοπόρος νοσηλεύτρια Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ είχε παρατηρήσει την ευνοϊκή επίδραση των ζώων συντροφιάς σε ασθενείς με χρόνιες παθήσεις. Σήμερα έχουν αναφερθεί εντυπωσιακά αποτελέσματα σε υπερκινητικά παιδιά, σε εκ γενετής εθισμό στα ναρκωτικά και σε αυτιστικούς νέους. Αξιομνημόνευτα είναι, τέλος, τα αποτελέσματα απλών επισκέψεων από εθελοντές με ζωάκια σε γηριατρικούς ασθενείς.
Οι σκύλοι και οι γάτες επικοινωνούν με τους ομοφύλους τους κυρίως με τη γλώσσα του σώματος. Γι’ αυτό μαθαίνουν εύκολα να «διαβάζουν» την ψυχική μας διάθεση και συχνά μας εκπλήσσουν με την ευαισθησία τους. Όμως τον άνθρωπο γοήτευε ανέκαθεν η ιδέα ζώων με πραγματική ανθρώπινη λαλιά. Η πρώτη σημαντική επιτυχία ήρθε όταν το ζεύγος Γκάρντνερ (1969) σκέφθηκε να εκμεταλλευθεί την ευχέρεια των χιμπαντζήδων να μιμούνται χειρονομίες για να διδάξουν λέξεις της αμερικανικής γλώσσας κωφών (Αmeslan) στη νεαρή χιμπαντζίνα Γουάσο. Η Γουάσο έμαθε 12 λέξεις, τη σημασία της σωστής συντακτικής σειράς και, τέλος, άρχισε αυθόρμητα να φτιάχνει λέξεις: όταν πρωτοείδε κύκνο, τον βάφτισε «νεροπούλι». Διάσημη για δημιουργική χρήση της Αmeslan είναι η Κόκο, θηλυκός γορίλας που χρησιμοποιούσε ένα αυτοσχέδιο υβρεολόγιο όταν θύμωνε με τους εκπαιδευτές της! Τέλος, οι γκρίζοι αφρικανικοί παπαγάλοι της ερευνήτριας Πέπερμπεργκ έμαθαν κυριολεκτικά να μιλούν αγγλικά με γλωσσική ευχέρεια όμοια με τους χιμπαντζήδες.
Πόπη Αλεβιζάκη, (Πηγή: orfikos.wordpress) |
9 Αυγούστου 2010 |