ΕΘΝΟΣ & ΚΡΑΤΟΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

EΛΛΑΔΑ, ΕΝΑ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ ΚΑΙ ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ (του Γιάννη Ζήση)

Athenspanoram - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

Athenspanoram - Σόλων ΜΚΟ Όσοι θα προσεγγίσουν -είτε εξωτερικά είτε από μέσα- την Ελλάδα ως μια ειδική περίπτωση θα κάνουν λάθος. Η Ελλάδα αποτελεί ειδική περίπτωση μόνο ως προς το δημόσιο χρέος και την συσσώρευσή του. Αυτό βέβαια συνδέεται με το γεγονός ότι ο βασικός συνδετικός παράγοντας στην Ελλάδα υπήρξε ο δημόσιος τομέας, ακόμη και για τον ιδιωτικό. Η λογική των προμηθειών του δημοσίου ήταν να «υποστηρίξει» την ιδιωτική οικονομία.

         Παράλληλα, δεν είχε αναπτυχθεί μια ικανοποιητική επιχειρηματικότητα μεσαίας κλίμακας σε ευρεία έκταση η οποία να είναι διαρθρωμένη με τον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα σε βάσεις που να μην έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με την εγχώρια ζήτηση και κατανάλωση.

Για το κράτος και τη χαμένη ανταγωνιστικότητα 
        Προφανώς το πρόβλημα αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο προσανατολισμός όλων ήταν προς το κράτος. Αυτός ο προσανατολισμός οφείλεται τόσο στην ιδιότυπη σχέση που αναπτυσσόταν σε μικροκοινωνικό και  μικροπολιτικό επίπεδο, μεταξύ πολίτη και πολιτικού παράγοντα, βουλευτή και κόμματος, όσο και στο γεγονός ότι η μεγάλης κλίμακας επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα ήταν κατά βάση παρασιτική και προνομιακή και αυτό περιόριζε την διεθνή της ανταγωνιστικότητα σε πολλούς τομείς, όχι όμως σε όλους. Σε κάποιους άλλους τομείς, όπου η διεθνής ανταγωνιστικότητα οξύνεται -όπως στον τομέα των ναυτιλιακών μεταφορών- η θέση της Ελλάδας θα επιδεινωθεί περαιτέρω λόγο της ανάδυσης της Κίνας. Και σε αυτόν τον τομέα ίσχυε η παραδοσιακή μόχλευση του συγκριτικού πλεονεκτήματος η οποία οδηγούσε σε εφησυχασμό και όχι σε έναν ορθό μακροχρόνιο σχεδιασμό. 
        Το πρόβλημα λοιπόν της Ελλάδας βρίσκεται επίσης στο γεγονός ότι δεν μπορούσε -και δεν ήταν δυνατόν-  να ήταν ανταγωνιστική, από την στιγμή που δεν αναδείκνυε τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και δεν ήταν εξωστρεφής αξιοποιώντας και υπερβαίνοντας  την παραδοσιακή διεθνή της τουριστική εικόνα και τα παραδοσιακά συγκριτικά  πλεονεκτήματα όπως είναι ο ναυτιλιακός τομέας.

Για το πλεόνασμα διαπλοκής πολιτικών, ΜΜΕ και επιχειρηματικού συστήματος
        Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα είχε αναπτυχθεί κυρίως σε συνάρτηση με παρασιτικές ή διαπλεκόμενες πολιτικές, που συνδεόντουσαν με τον δημόσιο τομέα και με τις κρατικές προμήθειες. Η παρασιτικότητα αυτή από την μία αύξανε το κόστος ζωής για τον μέσο Έλληνα και από την άλλη φόρτωνε το δημόσιο χρέος. Το δημόσιο χρέος μετακυλιόταν  έτσι σε μια διαδικασία αποπληρωμής από τον ίδιο τον λαό, ο οποίος ήταν και σε ένα βαθμό συνένοχος αυτών των δαπανών μέσα από το γιγαντισμό του δημόσιου τομέα, στην λογική της μικροπολιτικής και της μικροκοινωνικής εξυπηρέτησης των αναγκών. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν υπήρξε μια κρίση που να αποκαλύψει αυτή την διαπλοκή. Χαρακτηριστικά ήταν επίσης τόσο όσα συνόδευσαν το σκάνδαλο Κοσκωτά αλλά και τις πρώτες ιδιωτικοποιήσεις διαδοχικά επί κυβερνήσεων Παπανδρέου και Μητσοτάκη. Με το σκάνδαλο Κοσκωτά αποκαλύφθηκε και αναδείχθηκε το γεγονός της ύπαρξης ενός εγχειρήματος αναδιανομής του μπλοκ της διαπλοκής και το σπάσιμο των ορίων μιας συμφωνίας του συστήματος όπως επίσης και το γεγονός μιας ευθείας διασύνδεσης μεταξύ πολιτικής, επικοινωνιακού και τραπεζικού τομέα. 
        Στις ιδιωτικοποιήσεις επίσης μπορούν να ληφθούν στοιχεία σκανδάλων αλλά αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν μια ρεβανσιστική οριοθέτηση μεταξύ των κομμάτων για να σταματήσει πια οριστικά, και να μπει σιγή και διαρκής συγκάλυψη και συνενοχή στο δικομματικό πολιτικό φάσμα και όχι μόνο.

        Στην ουσία, μέσα από την ημιτελή διεκπεραίωση όλων αυτών των υποθέσεων, το σύστημα της διαφθοράς και της διαπλοκής έγινε πιο συνεκτικό και πιο κυνικό, όπως αποκαλύπτουν τα σκάνδαλα της Siemens, του Βατοπεδίου, του C4I κλπ. Σημειωτέον, ότι η υπόθεση της Siemens δείχνει ένα αντίστοιχο σκηνικό –κάτι που πρέπει να μας προβληματίζει- για όλους τους μεγάλους προμηθευτές του δημόσιου τομέα. Εδώ κατανοούμε και γιατί ακριβώς ο δημόσιος τομέας δίνει το σημάδι της ακρίβειας, το γιατί η χώρα μας είναι πολύ πιο ακριβή και λειτουργεί ως ένα νομιμοποιητικό σχήμα της ακρίβειας στην δήθεν ελεύθερη αγορά. Μέχρι και τα τελευταία προϊόντα που παράγονται και που καταναλώνονται στην χώρα μας είναι ακριβότερα έναντι αντίστοιχων τιμών των ίδιων προϊόντων που καταναλώνονται σε Τρίτες χώρες.

        Ο μηχανισμός της αγοράς ήτανε και παραμένει στρεβλωμένος υπό την ανοχή του δημόσιου τομέα του οποίου οι ελεγκτικές υπηρεσίες έχουν -ή είχαν- ένα διαρκές σήμα του «ελευθέρας» στην διαπλοκή τους με τον κάθε πολίτη. Αυτό προκύπτει από  το ίδιο το γεγονός ότι η πολιτική διοίκηση των υπουργείων και οι βουλευτές στρέβλωναν την λειτουργία της αγοράς υπέρ της ηγεμονίας των παραγωγών και των διακινητών σε βάρος πάντα των καταναλωτών. Είχαν μια άμεση απολαβή τόσο από το σύστημα των κρατικών προμηθειών όσο και από το σύστημα της θέσμισης, των νόμων, οι οποίοι λειτουργούσαν διασφαλιστικά. 

Για το έλλειμμα του καταναλωτικού κινήματος
        
Ταυτόχρονα, στην ίδια μας την χώρα δεν αναπτύχθηκε ποτέ ένα πραγματικό καταναλωτικό κίνημα. Η θέση του καταναλωτή ήταν ασθενής από την εν γένει έλλειψη συλλογικότητας της ελληνικής κοινωνίας, η οποία υπονομεύτηκε από την γοητεία της αργόσχολης τάξης, τον ναρκισσισμό του καταναλωτή που απολάμβανε και χρησιμοποιούσε ακόμη και την ακρίβεια για επίδειξη της νέας του εισοδηματικής ευρωστίας, στην εποχή του φθηνού χρήματος αλλά όχι για όλους, γιατί πρέπει να σημειώνουμε ότι πάντα υπήρχαν άνθρωποι που υπέφεραν στο περιθώριο.

        Καλλιεργήθηκε τόσο ένας μιμητικός καταναλωτικός όσο και ένα επιχειρηματικό μοντέλο το οποίο βασιζόταν στην λογική μιας «in» επιχειρηματικής κουλτούρας. Αυτό το είδαμε να λειτουργεί στο πλαίσιο του χρηματιστηρίου και στο πλαίσιο επίσης των επιχειρήσεων που ενδιαφερόντουσαν να απορροφήσουν τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στήριξης χωρίς να τους ενδιαφέρει η βιωσιμότητα. Υπήρχε μια πανομοιοτυπία τέτοιων επιχειρήσεων η οποία υπονόμευσε μακροχρόνια την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας.

Το έλλειμμα της δικαιοσύνης
        
Η δικαιοσύνη συχνά κινείτο σε μια λογική σύμπλευσης και συνεργατικής απειλητικότητας προς την πολιτική, την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία καθώς το βασικό της ενδιαφέρον ήταν η ευθυγράμμιση των αμοιβών με βάση τις βουλευτικές αποζημιώσεις και τα πολιτικά εισοδήματα. Όπως οι οικονομικές και οι θεσμικές υπηρεσίες του εκτελεστικού τομέα, της κυβέρνησης, συνέπρατταν σε μια διαπλοκή, έτσι και η δικαιοσύνη συχνά δεν λειτουργούσε στο αυτεπάγγελτο της αρμοδιότητάς της. Η δικαιοσύνη συχνά απουσίαζε από εκεί που όφειλε να είναι παρούσα, οπότε έμενε στα ΜΜΕ ή στους λεγόμενους τοπικούς ή γενικευμένους εμφύλιους πολέμους των  κομμάτων να φέρουν στο φως φαινόμενα διαπλοκής με τις δημόσιες αλληλοκαταγγελίες.

        Το ίδιο βέβαια συνέβη και στον τομέα των επιχειρήσεων με τις σκανδαλώδεις καταστάσεις, αλλά μόνο αυτές και μέχρι ενός ορίου από το οποίο και μετά επέστρεφαν αυτές οι υποθέσεις, με έναν συμβιβασμό επανασυγκάλυψης, με ένα μορατόριουμ διαπραγματευτικό συνήθως, μετά από την αναδιάταξη της ισχύος στα πλαίσια μιας ισορροπίας που μας θυμίζει τις «ρεαλιστικές» θεωρίες διεθνών σχέσεων.  Το θεσμικό υπόβαθρο δεν τελεσφορούσε και κυρίως αυτό συνδεόταν με τον χαρακτήρα της διαπλοκής των μέσων επικοινωνίας και τελικά την απουσία δικαστικής εξουσίας από αυτεπάγγελτη λειτουργία στην διερεύνηση των υποθέσεων. 

Για το «έλλειμμα» εμπορικού ισοζυγίου 
        Μια άλλη παράμετρος για την οικονομική και πολιτική παθογένεια της χώρας μας βρίσκεται στο γεγονός ότι είναι μια εισαγωγική χώρα. Επίσης είναι μια χώρα που είχε ανοίγματα συγκρουσιακά ή αντιδικίες στο πλαίσιο των περιφερειακών διεθνών σχέσεων και κατ’ αυτό τον τρόπο οι δήθεν «εθνικές εξυπηρετήσεις» σε εθνικά θέματα γινόντουσαν μοχλοί για την «ρύθμιση» των εισαγωγικών μας σχέσεων και εξαρτήσεων από προϊόντα που συνδέονταν με τις ανάγκες της εθνικής άμυνας και όχι μόνο.

        Τα τρίτα κράτη σε συνδυασμό με τις πολυεθνικές τους επιχειρήσεις ή με τις μεγάλες εθνικές τους στρατηγικές για την οικονομία, «ρυθμίζουν» -μέσω της πολιτικής μας τάξης και μέσω των διαμεσολαβητών, των μεταπρατών- στρεβλωτικά την αγορά της χώρας μας και τις κρατικές επενδύσεις με ένα παραμορφωτικό τρόπο για τους θεσμούς, τόσο τους πολιτικούς όσο και τους οικονομικούς.

       Κατ’ ουσίαν με αυτό τον τρόπο -ο οποίος είναι και ο τρόπος με τον οποίον ξεκινήσαμε τις διεθνείς μας οικονομικές συναλλαγές από την επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα- δημιουργείται και παρατείνεται μια ομηρία η οποία όμως χρησιμοποιείται πάρα πολλές φορές  προσχηματικά από την εγχώρια πολιτική τάξη και από τους ομότιμους εθνικούς επιχειρηματίες για την στρέβλωση της αγοράς. Αυτοί, οι «εθνικοί» επιχειρηματίες, παραμένουν ως διαμεσολαβητές καθώς δήθεν κρατούν στα ελληνικά χέρια την επιχειρηματικότητα, ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν διαμεσολαβητικά μεταξύ των άλλων και για εγχώρια και διεθνώς συμφέροντα τρίτων από τα οποία είναι ουσιαστικά άμεσα εξαρτημένοι. 
       Έτσι δεν αναπτύχθηκε μια υγιής υψηλή επιχειρηματική τάξη αλλά μια τάξη που μέσα από την διαπλοκή της με το πολιτικό σύστημα παραμένει στο απυρόβλητο,  με συνέπεια να γενικεύεται το «σήμα» στις υφιστάμενες υπηρεσίες ότι μπορούν να λυμαίνονται τις χαμηλότερες τάξεις, τον μη διαπλεκόμενο επιχειρηματία και πολίτη με μια λογική αυθαιρεσίας.


Για το έλλειμμα μιας υγιούς γραφειοκρατίας
       Έχει αναπτυχθεί επίσης μια γραφειοκρατία που έχει οδηγήσει σε ένα ναρκισσισμό -ειδικά με τους υπηρεσιακούς παράγοντες- που θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν χαρακτηριστικά ενός νέου τύπου ανθρώπου που τον είχαμε ονομάσει προ τριακονταετίας ως «κρατάνθρωπο». Είναι ο «άνθρωπος του κράτους» -όπως κάποια στιγμή είχαμε τον Homo Sapiens– ειδικά στην Ελλάδα. Ο άνθρωπος αυτός νομίζει ότι από την ώρα που διορίστηκε είναι ένας φεουδάρχης στον οποίο θα πρέπει να αποδίδουμε τιμές και να μην τον ενοχλούμε στην απραξία του ή στην ιδιοποίηση που κάνει του κράτους. 
        Παραβλέπει ότι ίδιος διορίστηκε ακριβώς μέσω ενός μηχανισμού ιδιοποίησης του κράτους -από τους πολιτικούς και από τους συγγενικούς του παράγοντες- που εμπορεύτηκαν την ψήφο τους ή που εξυπηρέτησαν με χαμηλής τάξης «μαύρο» πολιτικό χρήμα το πολιτικό σύστημα στην στρέβλωσή του.

Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ Σόλων
ioanzisis@solon.org.gr

Διαβάστε επίσης: 
Κριτική, αυτοκριτική και ελληνική κρίση
Επιείκεια και θεσμική συνοχή – Το στρατηγικό έλλειμμα της Ελλάδας 
-Αυτοκαταστροφική κουλτούρα και Ελλάδα
-Hνωμένες Πολιτείες Βαλκανίων – Εγγύς Ανατολή και 1821
-H νεωτερική Ελλάδα και οι τραγωδίες της
-Στρέβλωση αγοράς: το ελληνικό και το γερμανικό παράδειγμα

-Πλάγια σκέψη και ηθικός οικονομικός ρεαλισμός
-Ελληνικός οδικός χάρτης εξόδου από την κρίση


Φωτό:Wikimedia

17 Noεμβρίου 2010 

Σχετικά άρθρα