ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

ΙΣΧΥΕΙ Η ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ; (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

election - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

election - Σόλων ΜΚΟΣτην κρίσιμη εποχή που διανύουμε, παγκόσμια και όχι μόνον εθνικά, παρά τη θεσμική ανάπτυξη της «δημοκρατίας» και την τεχνολογική πρόοδο του πολιτισμού μας ανακαλύπτουμε πως υπάρχει τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας και στροφή προς τον ολοκληρωτισμό, παρότι τα χρησιμοποιούμενα στη Δύση μέσα επιβολής είναι προς το παρόν διαφορετικά από ό,τι υπήρξαν στο παρελθόν.
Η Δημοκρατία έχει τρόπον τινά διττή μορφή: αφενός μεν τη μορφή που της δίνει το Σύνταγμα και αφετέρου την ιδανική μορφή που μπορεί να οραματισθεί ο άνθρωπος. 

Αυτά τα δύο βρίσκονται σε συνεχή επαφή και τριβή μεταξύ τους. Η αποκλειστική προσήλωση στον νόμο που της δίνει συγκεκριμένη οργανωτική μορφή οδηγεί αναπόφευκτα σε προβλήματα, επειδή η κοινωνία αλλάζει συνεχώς και έτσι αναδύονται νέα προβλήματα στην επιφάνεια που η προηγούμενη μορφή της δημοκρατίας δεν μπορεί πια να επιλύσει. Για παράδειγμα, η ύπαρξη και μόνον κοινοβουλίων μπορεί κάποτε να ήταν μεγάλη πρόοδος και να αρκούσε για τη δημοκρατία, αλλά σήμερα με τόσο πολύπλοκη παγκόσμια οικονομική διάρθρωση δεν επαρκεί, γιατί δεν μπορεί να αντισταθμίσει και να εξισορροπήσει τις αρνητικές επιρροές αυτής της οικονομίας. Πέραν τούτου, ο σημερινός άνθρωπος είναι πολύ περισσότερο ενημερωμένος και ενεργός, πράγμα που σημαίνει πως πρέπει οι θεσμοί να μετασχηματιστούν έτσι ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να συμμετέχει περισσότερο στα κοινά.

Ένα από τα κυρίαρχα σημεία στα οποία πάσχει η δημοκρατία είναι η ερμηνεία και εφαρμογή της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, την οποία για τη χώρα μας εγγυάται το άρθρο 1 παρ. 2 και 3 του ελληνικού συντάγματος που λέει«Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η Λαϊκή κυριαρχία. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα». Συναφές με αυτό είναι και το επόμενο άρθρο 2 του Συντάγματος που ορίζει ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Χωρίς αυτό το δεύτερο άρθρο δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί η λαϊκή κυριαρχία και η αναφορά της θα ήταν απλές λέξεις.

Α.-Προβλήματα και εμπόδια στη Λαϊκή Κυριαρχία

Η συνταγματική όμως επιταγή δεν αρκεί για την εκπλήρωση αυτής της διακήρυξης στην πράξη. Πάντοτε η πράξη υπολείπεται των διακηρύξεων και των νόμων και γι’ αυτό το πρόβλημα ευθύνονται διάφοροι παράγοντες. Στο θέμα της λαϊκής κυριαρχίας η διαστρέβλωση αυτής της αρχής, που είναι θεμελιώδης για τη δημοκρατία, προέρχεται από δύο παράγοντες αντιμαχόμενους:

1.-Την εκ μέρους του ίδιου του λαού ανεπαρκή κατανόηση και ανταπόκριση στις ανάγκες της διακυβέρνησης  (όχι της κυβέρνησης), όταν δηλαδή ο λαός δεν κατανοεί είτε τις προβαλλόμενες ιδέες είτε αδιαφορεί για τα κοινά είτε και τα δύο και

2.-Την εκ μέρους της εκάστοτε κυβερνώσας ελίτ παραχάραξη της δημοκρατικής επιταγής που μπορεί να οφείλεται σε δύο λόγους:

(α) στην ασάφεια των συνθηκών, των περιστάσεων, δηλαδή όταν η λαϊκή βούληση δεν είναι σαφής, οπότε απαιτείται ερμηνεία ή εικασία της λαϊκής βούλησης ή όταν δεν είναι σίγουρο ποια είναι η πολιτική επιλογή που θα ωφελούσε τον λαό και

(β) στην επιθυμία των ελίτ αφενός μεν για εξουσιαστική χειραγώγηση της λαϊκής βούλησης, που είναι είτε ρητά εκφρασμένη είτε συνάγεται από τις περιστάσεις είτε πρέπει να την διερευνήσει κανείς, και αφετέρου για διατήρηση της εξουσίας τους πάση θυσία, ακόμη και ενάντια στο κοινό καλό,  οπότε οι διακηρύξεις είναι σκόπιμα ασαφείς ή ευθέως ψευδείς προς αποφυγή δέσμευσης ή υποκλοπή της ψήφου του λαού και συνήθως απευθύνονται στο θυμικό των πολιτών, στις προκαταλήψεις και στην ικανοποίηση, π.χ. των ενστίκτων όπως με υψηλούς τόνους για την πατρίδα ή την ευημερία, και συντελούνται κυρίως με την απόκρυψη και διαστρέβλωση των πληροφοριών και των ιδεών. Ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος δεν είναι ουσιαστικός, αλλά παραπλανητικός, δεν αποβλέπει στην κατανόηση, αλλά αντίθετα στην προσωπική νίκη πάση θυσία με πλήρη αποξένωση από την αλήθεια και την πραγματική ανάγκη.

Βέβαια υπάρχει και η σπάνια περίπτωση που μπορεί να αναδειχθεί ένας κυβερνήτης τόσο ακέραιος που να φέρει στην κυριολεξία με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία έναν λαό στο αναγκαίο σημείο ορθής ρύθμισης του κοινωνικού γίγνεσθαι. Ένας τέτοιος ήταν ο Σόλωνας που οικοδόμησε τη δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα και προπορευόταν κατά πολύ της εποχής του – και όπως φαίνεται και της εποχής μας.

Όμως σήμερα είναι η ώρα που η ανθρωπότητα έχει την ωριμότητα να αποφασίσει για λογαριασμό της και είναι κυριολεκτικά οπισθοδρόμηση να προσδοκά έναν ηγέτη που να δράσει οικεία βουλήσει προς όφελός της, ενώ η ίδια θα παραμένει παθητική. Στο συγκεκριμένο σημείο θα ήταν χρήσιμο να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από ένα σημαντικό άρθρο του Immanuel Kant για τον Διαφωτισμό: «Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητά του για την οποία φταίει ο ίδιος. Ανωριμότητα είναι η αδυναμία του ανθρώπου να μεταχειρίζεται το νου του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου.. Φταίει γι’ αυτή την ανωριμότητά του ο άνθρωπος, όταν η αιτία της έγκειται όχι σε ανεπάρκεια του νου αλλά στην έλλειψη της απόφασης και του θάρρους να μεταχειριστεί το νου του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου …. Η οκνηρία και η δειλία είναι οι αιτίες που τόσοι πολλοί άνθρωποι προτιμούν να παραμένουν σε όλη τους τη ζωή ανώριμοι, μόλο που η φύση από καιρό τους έχει αποδεσμεύσει από την ξένη καθοδήγηση και που ορισμένοι άλλοι γίνονται τόσο εύκολα κηδεμόνες τους».[1] 

Επιπλέον ο σημερινός κόσμος είναι τόσο περίπλοκος, πολυπληθής και τόσο έντονα οργανωμένος που ένας τέτοιος ηγέτης (π.χ. σαν τον Σόλωνα) είναι καταδικασμένος να αποτύχει χωρίς την ενεργητική στήριξη και συμμετοχή της κοινωνίας. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο Σόλωνας στη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας απαιτούσε με νόμο από τους πολίτες να συμμετέχουν στα κοινά. Μπορεί στη σημερινή κοινωνία αυτό να είναι δύσκολο να επιβληθεί, όμως πρέπει να επιδιώκεται από την ίδια την κοινωνία απαιτώντας τους ανάλογους θεσμούς. Το πολυπληθές της κοινωνίας δεν μπορεί να είναι εμπόδιο την στιγμή που υπάρχουν τα τεχνολογικά μέσα που θα διευκολύνουν τη συμμετοχή και τη διαφάνεια.

Το θεμελιώδες πρόβλημα εδώ είναι η αδράνεια του ανθρώπου η οποία εκτρέφει ακόμη περισσότερο την ιδιοτέλειά του. Η αδράνεια αυτή δεν είναι σωματική, αλλά αδράνεια της συνείδησης του ανθρώπου που επιθυμεί να διαχειρίζεται κάποιος άλλος τα προβλήματα για λογαριασμό του, χωρίς ο ίδιος να συμμετέχει και χωρίς να προβαίνει στις απαιτούμενες αλλαγές της ζωής του. Αλλά αυτή η μετάθεση της ευθύνης πρέπει να παύσει και να αναληφθεί οικειοθελώς η ευθύνη για τη διαχείριση των κοινών. Τότε μόνον μπορούμε να έχουμε αληθινή αντιπροσώπευση και δημοκρατικό έλεγχο.

Β.-Η εκ μέρους του λαού ανεπάρκεια κατανόησης και ανταπόκρισης

Η κατανόηση είναι εξαιρετικά σημαντική και αποτελεί τη βάση που θα ανασύρει και θα αναδείξει τις κατάλληλες δυνάμεις διακυβέρνησης και θα κατευθύνει την πολιτική διαχείριση. Όμως η κατανόηση δεν είναι απλή λήψη πληροφορίας και διανοητική επεξεργασία, είναι τρόπος αντίληψης που προϋποθέτει αποδοχή των κατάλληλων αξιών, με λίγα λόγια είναι θέληση για διερεύνηση, αποδοχή και εφαρμογή αξιών και αντίληψη της πραγματικότητας. Γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν ανώριμος λαός υπό την παραπάνω έννοια να έχει ώριμη κυβέρνηση, παρά μόνον σπάνια. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο, για την λειτουργία μιας αληθινής δημοκρατίας απαιτείται αληθινή κοινωνικότητα ως κατανόηση και αποδοχή των ιδεών και αρχών που πρέπει να ρυθμίζουν τη ζωή, ως αυτοεγκαινιαζόμενη υπευθυνότητα απέναντι στον εαυτό και την κοινωνία και ως ενεργό ενδιαφέρον για τα κοινά.

Η ανεπαρκής κατανόηση στηρίζεται σε δύο άλλες ανεπάρκειες: (α) την ανεπάρκεια γνώσεων και (β) την ηθική ανεπάρκεια.

Η ανεπαρκής κατανόηση, είτε οφείλεται στην έλλειψη γνώσεων είτε στην έλλειψη ήθους, οδηγεί σε ελλιπή ανταπόκριση στις ιδέες που πρέπει να διέπουν τη δημοκρατία.  Όμως πιστεύουμε πως η θεμελιώδης ανεπάρκεια του ανθρώπου είναι η ηθική – και δεν μιλάμε σε καμμία περίπτωση ούτε για τη συμβατική ηθική ούτε για την αφελή συναισθηματικότητα. Δεν είχε άδικο ο Χέγκελ όταν μιλούσε για «μια τέτοια προσήλωση στην αφηρημένη αλήθεια που να κάνει τα ιδιοτελή συμφέροντα που κινούν την καθημερινή ζωή ανθρώπων και λαών να σιγάσουν». Όμως  αυτή η αφηρημένη αλήθεια άπτεται των ιδεών, οι οποίες με τη σειρά τους είναι εξαιρετικά απαξιωμένες στον κόσμο, αν και κατά καιρούς γίνονται θέατρο φανατικών ιδεολογικών συγκρούσεων.

Στην πραγματικότητα όλη η αναγκαία μεταμόρφωση της ανθρώπινης ζωής θα οδηγήσει σε αύξηση της λαϊκής κυριαρχίας, επειδή θα καταστήσει τον άνθρωπο περισσότερο ακέραιο ως άτομο και πιο ενεργό και κοινωνικό ως πολίτη.

Γ.-Οι κυβερνώσες ελίτ και η διαχείριση της εξουσίας

Η διαχείριση της εξουσίας δεν έχει σχέση με τη διακυβέρνηση. Λέγοντας στο παρόν άρθρο «εξουσία» εννοούμε την ιδιοτελή επιβολή ισχύος. Αυτή η εξουσία είναι η μέχρι σήμερα ιστορία της ανθρωπότητας, με κάποιες εξαιρέσεις που βοήθησαν στη δημιουργία και τη διατήρηση του πολιτισμού. Και όλη η ιστορία της δημοκρατίας είναι η ιστορία της ωρίμανσης του ανθρώπου και της ανθρωπότητας και η πορεία προς την ανάληψη της αντίστοιχης ευθύνης.

Η δημιουργία θεσμών αποσκοπεί στη διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας, αλλά οι θεσμοί χωρίς την προστασία και τη συμμετοχή της κοινωνίας δεν μπορούν να εγγυηθούν για πολύ τη δημοκρατία. Αν τα μέλη της κοινωνίας ως πολίτες ή ως κρατικοί λειτουργοί παραβιάζουν για ίδιον όφελος τους θεσμούς, τότε η δημοκρατία πάσχει και οδηγείται βαθμιαία στον ολοκληρωτισμό με τους θεσμούς να λειτουργούν πλέον ως εργαλεία του ολοκληρωτισμού.[2]

Για παράδειγμα, ο πλέον θεμελιώδης θεσμός της δημοκρατίας είναι η διάκριση των εξουσιών, όπου οι τρεις εξουσίες, εκτελεστική – δικαστική – νομοθετική, σαν σκοπό έχουν την αποφυγή της διαπλοκής ανάμεσα στις εξουσίες και της επιβολής της μιας απέναντι στην άλλη και την ισχυροποίηση του δημοκρατικού ελέγχου. Αλλά αυτή η ανεξαρτησία μεταξύ των εξουσιών στην πραγματικότητα έχει ανατραπεί προ πολλού, επειδή, αντί να νομοθετεί κυρίως η νομοθετική εξουσία, αυτή που νομοθετεί είναι η εκτελεστική με τη νομοθετική να έχει απλώς το χρέος της επικύρωσης των προτεινόμενων από την κυβέρνηση νομοσχεδίων. Αν μάλιστα υπολογίσει κανείς ότι οι βουλευτές, που απαρτίζουν τη βουλή, υποτάσσονται στην κομματική πειθαρχία, καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι βουλευτές θα αποδέχονται ή θα απορρίπτουν άκριτα τα προτεινόμενα νομοσχέδια ανάλογα με την άποψη των κομματικών ελίτ.  Και αυτό είναι η πραγματικότητα. Επιπλέον η συγκέντρωση ισχύος στην εκτελεστική εξουσία μεγαλώνει την επιρροή της επάνω και στις δύο άλλες εξουσίες, νομοθετική και δικαστική.

Επίσης τα ίδια τα κόμματα λειτουργούν με τρόπο που η επιρροή τους στη δημοκρατία γίνεται αρνητική και καταλήγουν να είναι αντιδημοκρατικές οργανώσεις μέσα σε ένα ευρύτερο σχέδιο δημοκρατίας, το οποίο όμως δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν.

Το μεγάλο ερώτημα που πάντα υπήρχε, που όμως σήμερα είναι δραματικά προφανές, είναι αν οι κυβερνήσεις έχουν νομιμοποίηση όταν – σχεδόν πάντοτε – άλλα υπόσχονται και άλλα πράττουν ή όταν πράττουν μυστικά, χωρίς να μπορεί ο λαός να ενημερωθεί και να αντιδράσει αναλόγως, πράγμα που είναι έκφραση ολοκληρωτισμού. Αυτό πάντοτε απασχολούσε τη συνταγματική επιστήμη και, άσχετα από το τι επικράτησε στο πεδίο της εφαρμογής, έχει φθάσει η εποχή που αυτά τα ζητήματα έχουν τεθεί επιτακτικά στο πεδίο του κοινωνικού γίγνεσθαι και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να αποφευχθεί πλέον με κομφορμιστικές υπεκφυγές. Αυτό που εφαρμόζεται στην πράξη είναι η νομιμοποίηση των κυβερνήσεων να βασίζεται μόνον σε τυπικούς παράγοντες όπως οι εκλογές, χωρίς όμως να ερευνάται η συνέπεια λόγου και πράξης, αλλά αυτό πια δεν αρκεί για μια έστω επιφανειακή ομαλότητα.

Δ.-Ο ελιτισμός ως πηγή διαρκείας των προβλημάτων

Οι ελίτ αντιμετωπίζονται συνήθως ως τάξεις, όμως αυτό δεν είναι χρήσιμη αντίληψη, γιατί στις ελίτ προσχωρεί οποιοσδήποτε αποκτάει δύναμη και οι κατώτερες «τάξεις» τροφοδοτούν συνεχώς τις ελίτ εξουσίας με άτομα που ξεχωρίζουν από αυτές, με αποτέλεσμα ακόμη και οι επαναστάσεις να καταλήγουν τελικά στο ίδιο σημείο.

Το βασικό πρόβλημα του ανθρώπου και της κοινωνίας του είναι όχι μόνον οι ελίτ (παρά μόνον σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο), αλλά κυρίως ο ελιτισμός, ο οποίος είναι μια σταδιακή έκφραση αποξένωσης, υπεροχής και επιβολής πάνω στους άλλουςΕίναι πολύ περισσότερο συνειδησιακό πρόβλημα παρά πρόβλημα περιστάσεων όπως δυστυχώς καταλήγει να γίνεται αντιληπτό. Δεν είναι φυσικό φαινόμενο (π.χ. σεισμός!) ούτε οφείλεται σε ψυχολογικά χαρακτηριστικά που διαθέτουν μόνον λίγοι. Ο καθημερινός άνθρωπος εκφράζει τα δύο πρώτα στάδια (αποξένωση και τάση υπεροχής) με πληρότητα, αλλά το τρίτο, την επιβολή, την εκφράζει στο μικροκοινωνικό του περιβάλλον π.χ. την οικογένεια και όχι στον δημόσιο βίο, γιατί η κοινωνική του δύναμη είναι ανεπαρκής, ενώ οι πιο ισχυροί εκφράζουν και το τρίτο σε μεγάλη κλίμακα. Πάντως η πορεία και των δύο τείνει προς την ολοκληρωμένη επιβολή, παρόλο που για τους πολλούς δεν ευοδώνεται αυτή η επιθυμία. Όμως η ουσία δεν αλλάζει και αυτό απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Η εσωτερική επίλυση του προβλήματος εκ μέρους των πολλών είναι αυτή που θα εξαλείψει την επιβολή και που θα είναι σε κάθε περίπτωση ικανή να αποτρέψει αποτελεσματικά την ιδιοτελή επιβολή που επιχειρείται από τους λίγους.

Μάλιστα ο ναρκισσισμός της αποξένωσης και της υπεροχής του καθημερινού ανθρώπου τον καθιστά παθητικό και ευάλωτο, γιατί του αφαιρεί τη διαύγεια αντίληψης και τον βυθίζει στην ικανοποίηση των μικροσυμφερόντων της καθημερινότητάς του.

Κοινωνία χωρίς όραμα δεν μπορεί να ευημερήσει για πολύ ούτε υλικά ούτε ψυχολογικά. Όμως το όραμα δεν μπορεί να στηριχθεί στην καθημερινότητα και συνδέεται άρρηκτα με το ήθος ως ατομική ακεραιότητα συνδυασμένη με κοινωνική ευθύνη.

Αυτό τι σημαίνει;

α) ότι η καθημερινότητα μεν υπάρχει, αλλά η συνείδηση του ανθρώπου εκτείνεται και πέραν αυτής και

β) ότι το ήθος δεν είναι παθητικότητα και συναισθηματισμός, η ατομική ακεραιότητα δεν είναι ατομιστική ανευθυνότητα και η κοινωνική ευθύνη δεν μπορεί να είναι ανελευθερία που εξαφανίζει το άτομο.

Ο συνήθης διαχωρισμός των δύο αυτών πόλων της ανθρώπινης ύπαρξης (ατόμου και κοινωνίας ή ατομικότητας και ολότητας) δημιουργεί χαοτικότητα και διάσπαση τόσο ατομική όσο και κοινωνική. Οι φανατικές τοποθετήσεις υπέρ του ενός ή του άλλου πόλου τροφοδοτούν και τους δύο σε μια σύγκρουση χωρίς διέξοδο, ενώ αντιθέτως απαιτείται επειγόντως μία σύνθεση και των δύο. Αυτή εξάλλου η σύνθεση είναι και το θεμελιώδες πρόβλημα του ανθρώπου που παραπαίει ανάμεσα στα δύο. Γι’ αυτόν τον λόγο η Δημοκρατία είναι ένα εγχείρημα υπερβολικά δύσκολο, απαιτώντας μια ισορροπημένη σύνθεση των δύο αυτών πόλων, πράγμα που απαιτεί τόσο θεσμούς όσο και ώριμη ατομική συμμετοχή στα κοινά.

Ε.-Λαϊκή Κυριαρχία και αντιτιθέμενα συμφέροντα

Βέβαια η λαϊκή κυριαρχία δεν είναι τόσο εύκολα προσδιορίσιμη, γιατί στην κοινωνία υπάρχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα, όχι μόνον ανάμεσα στους λίγους ισχυρούς και τους πολλούς ανίσχυρους, αλλά και ανάμεσα στους πολλούς. Επιπλέον, απλά σύνολα ανθρώπων διασπασμένα, συγκρουόμενα μέσα τους και ανελεύθερα, απέχουν πολύ από το να αποτελούν μια υγιή κοινωνία σύνθεσης ατόμου και συνόλου και να διαθέτουν μια φωτισμένη κοινή γνώμη, όντας έτσι «αντικείμενα» προς χειρισμό ή «υποκείμενα» τυχαίας και στιγμιαίας επιβολής. Αυτή είναι και η αληθινή δυσχέρεια.

Το πλειοψηφικό σύστημα όμως είναι το μόνο που μπορεί να εφαρμοστεί περισσότερο αβλαβώς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η βούληση των πολλών είναι πάντοτε η ορθή, π.χ. να μην ξεχνάμε ότι το ναζιστικό κόμμα στην Γερμανία είχε ψηφιστεί από την πλειοψηφία του λαού ή ότι η ρωμαϊκή σύγκλητος ήταν περισσότερο συνετή από τον λαό σε ορισμένες περιπτώσεις. Για να δώσει το πλειοψηφικό σύστημα καλύτερα αποτελέσματα για τη δημοκρατία απαιτείται διαφάνεια, αληθινή πληροφόρηση και παιδεία, ώστε η πλειοψηφία να διαμορφώνει μέσω αλήθειας τις αποφάσεις της – αλλά η προφανής αδιαφάνεια, η προπαγάνδα και η έλλειψη αληθινής παιδείας αναιρούν τα οφέλη του.

Σε κάθε περίπτωση η δημοκρατία δεν μπορεί να εξαντλείται στις εκλογές και στην πολιτική διαχείριση. Η δημοκρατία πρέπει ιδανικά να συμπεριλά%C

Σχετικά άρθρα