ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

“ΡΥΠΑΙΝΟΝΤΑΣ” ΤΗ ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ (του Άγγελου Ρουχώτα)

nixterinos ouranos - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

nixterinos ouranos - Σόλων ΜΚΟΠολύ µελάνι έχει χυθεί και πολλοί αγώνες έχουν γίνει για την καταπολέµηση της µόλυνσης των υδάτων, της ατµόσφαιρας, όµως αλήθεια πόσοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα φώτα των δρόµων ή ακόµα και οι απλές λάµπες των σπιτιών ρυπαίνουν; Κι όµως, µε τον υπερβολικό και λανθασµένο φωτισµό καταστρέφεται το νυχτερινό περιβάλλον. 
Το φαινόµενο αυτό το ονοµάζουν οι αστρονόµοι φωτορρύπανση και είναι τόσο παλιό, όσο και ο ηλεκτρισµός αλλά και η σπατάλη ενέργειας.


Σπατάλη ενέργειας
Η φωτορρύπανση προκαλείται από τον έντονο φωτισµό των αστικών κέντρων, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις θα µπορούσε να αποφευχθεί. Τα άφθονα φώτα των πόλεων ανακλώνται και διαχέονται στην ατµόσφαιρα δηµιουργώντας τον φωτισµένο ουρανό των πυκνοκατοικηµένων περιοχών. Πάνω από τις πόλεις δηµιουργείται ένα φωτεινό υπόβαθρο που προκαλείται από τη λανθασµένη και ακατάλληλη εφαρµογή εξωτερικού φωτισµού σε δηµόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Ο φωτισµός αυτός, αντί να εξυπηρετεί τις ανάγκες ορατότητας, σπαταλά πολύτιµη ενέργεια και σκορπά περιττό φως στο περιβάλλον, καθιστώντας τα ουράνια σώµατα αόρατα για τους αστρονόµους, αλλά και για τον οποιονδήποτε µε γυµνό µάτι.

Το συγκεκριµένο φαινόµενο, λοιπόν, φαίνεται πως είναι άρρηκτα συνδεδεµένο µε τον σηµερινό τεχνολογικό πολιτισµό. «Όχι απαραίτητα», αντικρούει το επιχείρηµα ο διευθυντής του Ευγενίδειου Πλανηταρίου ∆ιονύσης Σιµόπουλος. «Η φωτορρύπανση προκύπτει από το γεγονός ότι χρειαζόµαστε φώτα, όµως οι δήµοι έχουν τις απαραίτητες τεχνολογικές λύσεις. Η προηγµένη τεχνολογία αντιθέτως προσφέρει οικονοµικές επιλογές ώστε ο φωτισµός που υπάρχει στις πόλεις να µην εµποδίζει και ταυτόχρονα να είναι αποδοτικός». Συνεπώς η κύρια αιτία της φωτορρύπανσης είναι η ποσότητα του φωτός που δεν χρησιµεύει και στερεί τη µαγεία του νυχτερινού τοπίου.

Ωστόσο δεν επηρεάζονται µόνο οι «ροµαντικοί» και οι επιστήµονες από τον υπερβολικό φωτισµό, καθώς οι συνέπειες είναι πολυδιάστατες και έχουν επιπτώσεις σε πολλούς τοµείς της καθηµερινότητας του ανθρώπου, αλλά και του περιβάλλοντος. Πρωτίστως ο σύγχρονος άνθρωπος των πόλεων συχνά µεγαλώνει σε ένα τεχνητό περιβάλλον, αποκοµµένο από τη φύση και ειδικότερα από τον νυχτερινό ουρανό. Παράλληλα γίνεται κατασπατάληση των φυσικών πόρων και της ενέργειας, η οποία έχει µη αναστρέψιµες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Άλλωστε η παραγωγή ενέργειας συνεπάγεται αυξηµένη παραγωγή καυσαερίων και αερίων που συντελούν στο φαινόµενο του θερµοκηπίου.

Επιπλέον ο υπερβολικός τεχνητός φωτισµός προκαλεί αναστάτωση στο οικοσύστηµα και την υγεία.
 
Επιπτώσεις σε ζώα και φυτά
Ο τρόπος µε τον οποίο εξελίχθηκε η ζωή είναι η διαδοχή ηµέρας και νύχτας, που διαταράσσεται όταν δεν υπάρχει φυσικός διαχωρισµός των σταδίων της ηµέρας. Τα ζώα αποπροσανατολίζονται, όπως και τα νυκτόβια φυτά. Ταυτόχρονα το οικονοµικό κόστος του φωτισµού επιβαρύνει το κράτος και κατά συνέπεια τους πολίτες. Φυσικά άξια λόγου είναι και η συχνή πρόκληση ατυχηµάτων από τη θάµβωση.

Η αστρονόµος Μαργαρίτα Μεταξά εστιάζει στη σηµαντικότητα του σωστού φωτισµού σε δρόµους και σπίτια: «Είναι το Α και το Ω, καθώς περισσότερο από το 50% του φωτός ανακλάται στο έδαφος και διαχέεται στο ∆ιάστηµα λόγω του ανορθολογικού σχεδιασµού. Αυτό συνεπάγεται απώλεια ενέργειας και ευτυχώς είναι κάτι το οποίο αρκετοί δήµοι έχουν αρχίσει πλέον να συνειδητοποιούν. Η φωτορρύπανση δεν είναι θέµα µόνο των αστρονόµων, αλλά µέρος του ευρύτερου περιβαλλοντικού προβλήµατος».

Αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι οι λύσεις στο συγκεκριµένο πρόβληµα είναι ευκολότερα εφαρµόσιµες σε σχέση µε άλλες µορφές ρύπανσης. Ο καθένας άλλωστε έχει τη δυνατότητα να επιλέγει στον χώρο τον φωτισµό που χρειάζεται και τη διάρκειά του για τις δραστηριότητές του. Επίσης η κατεύθυνση του φωτός πρέπει να είναι προς τα κάτω και όχι πλευρικά ή προς τα πάνω, και να επιλέγονται οι κατάλληλοι ενεργειακοί λαµπτήρες. Βασικό ρόλο – πέρα από τον ατοµικό – έχει η πολιτεία στην αντιµετώπιση του προβλήµατος. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ισχύουν ήδη νόµοι, οι οποίοι συµβάλλουν στην υιοθέτηση των σωστών πρακτικών. Για παράδειγµα, στην Ισπανία υπάρχει νόµος σχετικά µε τη φωτορρύπανση, όπως και στη Σλοβενία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ιταλία.

Είναι όµως σε σύγκριση µε την ήδη διαµορφωµένη κατάσταση οικονοµικά συμφέρουσα η αλλαγή του τρόπου φωτισμού; «Πιθανότατα όχι στο 100% των πόλεων, διότι είναι πολύ μεγάλες», απαντά η κ. Μεταξά.

«Ωστόσο οι πόλεις μπορούν να διαιρεθούν σε ζώνες στις οποίες θα τοποθετείται φωτισμός χαμηλότερης ισχύος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οικονομικού φωτισμού αποτελεί το αεροδρόμιο ‘‘Ελ. Βενιζέλος’’. Όσον αφορά το κόστος της μετατροπής του φωτισμού, είναι το ίδιο με αυτό της αλλαγής ενός κοινού λαμπτήρα. Αρκεί η αντικατάσταση με τους κατάλληλους λαμπτήρες».

Στην Ελλάδα, αν και πρόβλημα υφίσταται στις μεγάλες πόλεις, η κατάσταση είναι καλύτερη απ’ ό,τι στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Η ενέργεια που καταναλώνεται για τον φωτισμό των δήμων και των μεγάλων οδικών αρτηριών φτάνει τις 2 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες ετησίως. Παρ’ όλα αυτά απουσιάζει η σχετική νομοθεσία, η οποία θα συνέβαλλε στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Για πολλούς φαντάζει πολυτέλεια η ενασχόληση με τέτοιου είδους ζητήματα, όμως ο κ. Σιμόπουλος αντιτείνει: «Αν πολυτέλεια θεωρείται η υγεία μας, τότε ναι… Η προστασία του περιβάλλοντος οφείλει να κατέχει περίοπτη θέση στην καθημερινότητά μας και είναι συνδεδεμένη με την ίδια μας την υπόσταση. Τα τελευταία εκατό χρόνια δεν έχει προσεχθεί η επίδραση του ανθρώπου στη Γη, κάτι το οποίο μπορεί τελικά να έχει καταστροφικά αποτελέσματα σε εμάς τους ίδιους». Ενώ αναφορικά με την απήχηση του θέματος στο ευρύ κοινό η κ. Μεταξά εμφανίζεται αισιόδοξη: «Η ευαισθητοποίηση είναι σαφώς μεγαλύτερη από τα προηγούμενα χρόνια. Λόγω της κρίσης το πρόβλημα έχει αναδειχθεί και όλο και περισσότεροι πολίτες κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση».

Άγγελος Ρουχώτας
Πηγή/φωτό: Το Ποντίκι