Θεωρούμε κατά βάση τον ολοκληρωτισμό σαν το μείζον ζήτημα σε σχέση με τον άνθρωπο, την ανθρωπότητα και την ιστορική εξέλιξη του μέλλοντος, καθώς αποτελεί μια εκτροπή απ’ την αντιμετώπιση των προβλημάτων, μια υποκατάσταση που δίνει έμφαση σε ένα πρότυπο επιρροής και εξουσίας και όχι σε μια σχέση καθαρής λογικής απέναντι στα προβλήματα. |
Ένα κύριο μέρος λοιπόν του προβλήματος του ολοκληρωτισμού ξεκινάει από το γεγονός ότι η επιρροή του είναι βασισμένη στην απουσία μιας άμεσης λογικής αλλά και μιας άμεσης ανάληψης ευθύνης και συμμετοχής. Ένα από τα βασικά προβλήματα που ανακύπτουν στην προσέγγιση μας για τον ολοκληρωτισμό ως πρόβλημα στο παρόν αλλά και στο μέλλον της ανθρωπότητας, είναι ότι έχουμε θεωρήσει τον ολοκληρωτισμό περισσότερο με τυπικά χαρακτηριστικά, χωρίς τα βαθύτερα αίτια, του φαινομένου πολιτειακά και ιστορικά του Μεσοπολέμου, όπως επίσης και του υπαρκτού «σοσιαλισμού». Αυτές οι τυποποιήσεις στην αντίληψη μας, αυτά τα στερεότυπα αποτελούν έναν από τους παράγοντες που εμποδίζουν να αντιληφθούμε με καθαρότητα τα αίτια και τις διαδρομές του ολοκληρωτισμού, ως μεταλλασσόμενες μέσα στην ιστορική εξέλιξη, ως ρεύματα ιδεών, εξουσίας και δυναμικής, που είναι συνυφασμένα με πολύ ευρύτερη διαθεματική, διατομεακή και πολιτειακά υφιστάμενη κατάσταση. Επιπλέον, η ανάδυση του φονταμενταλισμού αλλά και άλλων παραγόντων και μια μορφή συνύπαρξης κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης και φονταμενταλισμού, αναδεικνύουν και την περιπλοκή αλλά αναδεικνύουν επίσης και το γεγονός ότι ο ολοκληρωτισμός είναι πολύ ευρύτερο φαινόμενο απ’ το να είναι ένα αμιγές πολιτικό και πολιτειακό φαινόμενο και σύστημα. Και γι’ αυτό θα πρέπει να το δούμε σε όλη την πολυχρωμία του αν θέλουμε να το αντιμετωπίσουμε όχι σε ένα επίπεδο στερεότυπων αποτελεσμάτων αλλά σε ένα επίπεδο δυναμικών αιτίων. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να ξεκινήσουμε ένα πολύ ευρύτερο διάλογο για τον προσδιορισμό του ολοκληρωτισμού, για τις μορφές του, έναν διάλογο ο οποίος θα αναφερθεί στο τι είναι ολοκληρωτισμός, στο γιατί υφίσταται, στο πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί, στο γιατί πρέπει να αντιμετωπιστεί και να δώσει προτάσεις και σχέδιο όχι στην λογική μιας μεταλλαγής του ίδιου του ολοκληρωτισμού σε πιο δυσεξιχνίαστη μορφή αλλά για μια τελείως διαφορετική δυναμική. Μια δυναμική που θα απαντάει στα προβλήματα θα είναι όμως ένα άλλο πρότυπο οργάνωσης και μέσα από την απάντηση στα προβλήματα θα απελευθερώνει. Δεν θα τα μετεξελίσσει τα προβλήματα, όπως μπορεί να κάνει ο ολοκληρωτισμός ή οι μορφές έμμονης εξουσίας. Εξάλλου αυτή ήταν και η αφετηριακή δυναμική των εξελίξεων και των κρίσεων του Μεσοπολέμου. Η βαθιά κρίση της κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης έρχεται να συνεισφέρει σ’ αυτό. Ίσως πρέπει απ’ την αρχή να πούμε ότι πιθανόν είμαστε σε μια ριζική κρίση της κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης – όπου θα πρέπει να επιλέξουμε είτε στην ολοκληρωτική της μετεξέλιξη, που πιθανώς θα είναι μακροχρόνια καθώς θα περάσει μέσα από στάδια κρίσης, είτε προς μια ουσιαστικότερη δημοκρατία που θα έχει νέα χαρακτηριστικά. Το αντίστοιχο ισχύει βέβαια ως κρίση προτύπων και ευρύτερου συστημικού υποβάθρου και ως καθήλωση σε αξίες που πρέπει να αλλάξουν. Ισχύει για όλα τα πεδία: για το φαινόμενο της αγοράς, για την διοικητική διαίρεση στο επίπεδο κράτους-έθνους της ανθρωπότητας, για την σχέση οικονομίας και περιβάλλοντος και γενικότερα γι’ αυτές τις ιδέες που λίγο πολύ τις θεωρούμε σαν μακραίωνη κληρονομιά μας, όπως η ιδέα της ιδιοκτησίας και η οποία αναπόφευκτα προσεγγίστηκε ανώριμα και με συλλογικά χαρακτηριστικά από τον σοσιαλισμό. Είναι τελείως διαφορετικό να μιλήσει κανείς για μια διαφορετική ιδέα από την ιδιοκτησία απ’ το να δει μόνο την συλλογικοποίηση της. Και είναι πλέον φανερό ότι πρέπει να φτάσουμε σε ένα επίπεδο ανθρωπολογικών διαυγάσεων των ιδεών, των αξιών και των προτύπων. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι το φαινόμενο του ολοκληρωτισμού συνδέεται με φορείς χωρίς αρχές, είτε φορέας είναι ο πολίτης, είτε φορέας είναι το κράτος, είτε φορέας είναι η επιχείρηση. |
|
27 Αυγούστου 2008