Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ – ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ

image_pdfimage_print

Ο διάλογος που έχει γίνει για τη δημοκρατία ξεκινάει από την Αρχαία Ελλάδα μέχρι σήμερα περνώντας από σημαντικούς σταθμούς όπως η Αρχαία Ρώμη, αργότερα άλλες μεμονωμένες περιπτώσεις, οι Ιταλικές πόλεις-κράτη και ύστερα από τις συγκρούσεις και τις θρησκευτικές διενέξεις στη Μεγάλη Βρετανία, από τη Μάγκνα Κάρτα έως τον Όλιβερ Κρόμβελ και τον Habeas Corpus και μεταγενέστερα μέσα την Επανάσταση της Αμερικάνικης Ανεξαρτησίας και τη Γαλλική Επανάσταση φτάνοντας ως τη Ρωσική Επανάσταση και τις εθνικό-απελευθερωτικές επαναστάσεις.
Μπορούμε να πούμε ότι το θέμα της δημοκρατίας ήταν ένα από τα πλέον γόνιμα ως προς της ελευθερία του ανθρώπου και τη δικαιοσύνη, ήταν από τα πλέον γόνιμα στην παγκόσμια ιστορία της ανθρωπότητας, στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, στην ιστορία επίσης την πολιτική ιστορία εν γένει.
Το θέμα λοιπόν της δημοκρατίας αποτέλεσε το κύριο βάθρο προβληματισμού σε συνάρτηση με την έννοια της ελευθερίας και της ισότητας, και πολύ λιγότερο με την έννοια της αλληλεγγύης, σε συνάρτηση επίσης με την έννοια της δικαιοσύνης και την πολιτική κοινωνία. Το ζήτημα της δημοκρατίας βέβαια έχει πολύ διαφορετικές βάσεις ξεκινώντας από την αρχαιότητα και περνώντας μετά στη Ρώμη όπου πλέον η έννοια της δημοκρατίας λειτουργεί στο πλαίσιο μιας αντιπροσώπευσης και όχι της συμμετοχής και του κλήρου των αξιωμάτων.
Κρατάει λοιπόν το κλειδί για τη μικρή κλίμακα της δημοκρατίας και τη μικρή κλίμακα της ελευθερίας η αρχαία Ελλάδα. Όταν αναφερόμαστε στην ελευθερία μιλάμε για την καθαρή πολιτική της διάσταση όπως έχουν επισημάνει διάφοροι μελετητές και όπως έχει αναχθεί σαν ένα σύστημα ιδεών ερμηνευτικό από μελέτες πανεπιστημιακών και διανοουμένων. Το θέμα της δημοκρατίας αποκτάει μια νέα επικαιρότητα μετά από τη νεωτερικότητα όπου όμως φαίνεται όλο και πιο πολύ να εκφυλίζεται σε μια αντιπροσωπευτικότητα, σε μια επίσης κρίση της πολιτικής κυκλική. Χάνει τη θετικότητα μέσα από την ουτοπία της μικρής κλίμακας στο σημερινό πλαίσιο οργάνωσης του πολιτικού συστήματος με τα κράτη-έθνη και με τις μεγάλες ομοσπονδιακές ή άλλες δομές των κρατών.
Εντούτοις, το ζήτημα της δημοκρατίας παραμένει γόνιμο στην διανόηση παραμένει γόνιμο στην σκέψη με μικρές θεσμικές εξελίξεις ή ενελίξεις, με μεγάλες διακινδυνεύσεις για το μέλλον αδυνατώντας να λειτουργήσει κανονιστικά με επάρκεια στην μορφή του σύγχρονου κράτους και της κοινοβουλευτικής πολιτικής κοινότητας ή κοινοβουλευτικής πολιτικής οργάνωσης.
Βασική λοιπόν κριτική μας είναι ότι πρέπει να προσεγγίσουμε ξανά την δημοκρατία, να προσπαθήσουμε να δούμε πώς μπορούν να αναγεννηθούν τα χαρακτηριστικά της μικρής κλίμακας στην μεγάλη κλίμακα, κυρίως στον βαθμό που αναπτύσσεται η κοινωνία των πολιτών. Να βρούμε τρόπους και φορείς που θα αποτελέσουν ένα παράγοντα αναζωογόνησης της πολιτικής κοινωνίας. Ένας τέτοιος τεχνολογικός και επικοινωνιακός φορέας είναι το διαδίκτυο αναδεικνύοντας μια αξιόπιστη πολιτική επικοινωνία και διαδικασία.
Η δημοκρατία του μέλλοντος πρέπει να λειτουργήσει και στο πλαίσιο και των μεγάλων κοινωνικών κινημάτων όπως και στο πλαίσιο των νέων τεχνολογιών και των αμφίδρομων τεχνολογιών επικοινωνίας. Η πολιτική εξέλιξη αναδεικνύεται μέσα από βασικά εργαστήρια παραγωγής νέων θεσμών, ένα μέρος των οποίων θα πρέπει να προέλθει από την προσπάθεια αναγέννησης σε άλλη κλίμακα των συστημάτων της μικρής κλίμακας.
Παράλληλα το ζήτημα της δημοκρατίας είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε σχέση με την επιχειρηματική διεθνή ισχύ. Είναι σημαντικό επίσης σε σχέση με τις διακρατικές και διεθνείς οργανώσεις και τους διεθνείς οργανισμούς όπου εμφανίζονται ζητήματα ελλείμματος δημοκρατικότητας και συμμετοχής. Είναι σημαντικό στην προσέγγιση αναζήτησης διαδικασιών περαιτέρω ενεργοποίησης των πολιτών στην εποχή των μέσων μαζικής επικοινωνίας και κοινωνίας του θεάματος. Είναι σημαντικό στον βαθμό επίσης καλείται η πολιτική κοινωνία να αντιμετωπίσει πολύ μεγάλα ζητήματα που έρχονται από τις τεχνολογικές εξελίξεις όπως οι βιοτεχνολογίες, οι νανοτεχνολογίες, η πυρηνική τεχνολογία κτλ. Είναι σημαντικό στον βαθμό που η πολιτική της ελευθερίας δέχεται σοβαρές πιέσεις από παράγοντες ολοκληρωτισμού, από παράγοντες επιρροής στην σκέψη, στην άποψη και την πληροφόρηση των πολιτών όπως στις περιπτώσεις είτε του ανατολικού είτε του δυτικού φονταμενταλισμού ή ακόμα και μέσα από τις συνθήκες εξαθλίωσης προέρχονται από την ένδεια από την βία των πολιτικών συγκρούσεων και από τα συστήματα ασφαλείας και παρακολούθησης.
Το ζήτημα της δημοκρατίας δεν μπορεί να προσεγγιστεί αποκομμένα από το θέμα του ολοκληρωτισμού και στον τομέα του ολοκληρωτισμού πρέπει να πάμε πολύ πιο πέρα από τα σημερινά όρια στην προσέγγισή μας στην διευκρίνιση του τι είναι ολοκληρωτισμός.
Εξάλλου το ιστορικό βάθος της έννοιας μόλις που φτάνει τα 2/3 του ενός αιώνα προσεγγίστηκε περιοριστικά στο πλαίσιο της μεθοδολογίας του Σοβιετικού κράτους. Αυτό συνδυάστηκε με το πρότυπο του οικονομικού συστήματος ενώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι μόνο το οικονομικό σύστημα θα μπορούσε να λειτουργήσει και υπό άλλη μεθοδολογία. Αντίστοιχα μπορούμε να πούμε ότι το πρότυπο ή το καπιταλιστικό σύστημα της βιομηχανικής εποχής έχει και αυτό στοιχεία ολοκληρωτισμού αλλά έχει διαφορετική μεθοδολογία. Η συνήθης μεθοδολογία του είναι μέσα από την κοινοβουλευτική αντιπροσώπευση όπου βέβαια παίζουν έναν καθοριστικό ρόλο οι ελίτ.
Οι ελίτ λοιπόν αναδεικνύονται στον τομέα του ολοκληρωτισμού σαν ιδιαίτερος παράγων αλλά αυτό ισχύει και για τον τομέα της δημοκρατίας. Σε ένα μεγάλο βαθμό η δημοκρατία αναδείχθηκε από πνευματικές και πολιτικές ελίτ που όπως ξέρουμε την ιστορία της οι ελίτ αυτές χαρακτηρίστηκαν από ενάργεια για το ιδεατό της πολιτικής και της διακυβέρνησης και συνεισέφεραν θεωρητικά όπως και στο πεδίο των άμεσων ιστορικών εξελίξεων.
Το πεδίο του ολοκληρωτισμού είναι ένας τομέας που συνδέθηκε με τις δικτατορίες, τον φασισμό και τον ναζισμό του Μεσοπολέμου, με όλα τα ιμπεριαλιστικά και μιλιταριστικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο αυτά τα στοιχεία που οδήγησαν σε αυτές τις καταστροφικές ακρότητες είναι στοιχεία ελλοχεύοντα μέσα στις δομές της παραδοσιακής εξουσίας και των παραδοσιακών νοοτροπιών, σε διαφορετικές ποσοτικές και ποιοτικές συγκεντρώσεις και αναλογίες.
Έτσι λοιπόν το πρόβλημα του ολοκληρωτισμού πρέπει να το δούμε με μεγαλύτερο βάθος ανίχνευσης αιτιών.
Το πρόβλημα λοιπόν του ολοκληρωτισμού είναι συνυφασμένο με διαδεδομένες νοοτροπίες που συντονίζονται μέσα από τις συνθήκες μαζικότητας και σε συνθήκες ενός πολιτικού και πολιτιστικού ηγεμονισμού που οικειοποιείται τις συνθήκες της μαζικότητας και που αποκλείει ή περιορίζει υπερβολικά την ελευθερία της σκέψης και την ελευθερία πληροφόρησης μέσα από καθοριστική επιρροή και επιβολή άποψης ενώ παράλληλα είναι θέμα θεσμικών δομών εξουσίας.
Δηλαδή υπάρχει ένας υποκειμενικός πυλώνας ολοκληρωτισμού και ένας αντικειμενικός αντίστοιχα. Και το πρόβλημα που τίθεται πλέον είναι:
• πως θα αντιμετωπιστεί τόσο αυτή η υποκειμενική διάσταση, η επιρροή δηλαδή στην συνείδηση ή ακόμη και η αυτοπαγίδευση της συνείδησης όπως επίσης και
• η δυνατότητα της ελεύθερης δράσης και έκφρασης σε συνθήκες αντικειμενικοποιημένου ολοκληρωτισμού.
Για να καταλάβουμε το ιστορικό βάθος του ολοκληρωτισμού θα μπορούσαμε να πούμε ότι ένα σαφές εργαλείο ολοκληρωτισμού ήταν η Ιερά Εξέταση.
Οι συνθήκες ολοκληρωτισμού έχουν πολλές ιστορικές εκφάνσεις πχ στις συνθήκες και στις διαδικασίες των Σταυροφοριών και της αναμέτρησης των στρατευμένων θρησκειών.
Αντίστοιχα μπορούμε να πούμε ότι συνθήκες ολοκληρωτισμού έχουμε (στον βαθμό που οι θρησκείες ποδηγετούν την συνείδηση του ανθρώπου αντί να γίνουν διάκονοί της), όταν λειτουργούν ηγετικά απέναντί του έστω με το πρόσχημα της καλοπροαίρετης ηγεμονίας.
Όλες αυτές οι συνθήκες ξεκινούν βέβαια από τον υποκειμενικό πυλώνα του ολοκληρωτισμού και σε ορισμένες συνθήκες αποκτούν αντικειμενική βάση αξιοποιώντας τις βαθιές ατέλειες της δημοκρατίας. Το κρίσιμο ζήτημα είναι ότι η δημοκρατία είναι εκτεθειμένη στην μη ολοκληρωμένη πραγμάτωσή της καθώς περισσότερο αυτό που υπάρχει είναι η «υπαρκτή» δημοκρατία, η υπαρκτή δημοκρατική οργάνωσή της αντί-δημοκρατικότητας μ’ έναν χαρακτήρα συγκεντρωτισμού. Αυτή η κατάσταση διαμορφώνεται μέσα από τις διαδικασίες των κομμάτων οριοθετημένες μέσα από τις διαδικασίες της διαπλοκής και της επικυριαρχίας του πατερναλισμού της εκτελεστικής εξουσίας και των μεγάλων συσσωρεύσεων ισχύος και συμφερόντων. Έτσι συναντάμε τις εγγύτερες συνθήκες προς τον ολοκληρωτισμό στο κοινοβουλευτικό καθεστώς. Ο ολοκληρωτισμός δεν γίνεται εύκολα αντιληπτός στα μεταβατικά όρια. Μπορούμε να πούμε ότι είναι προϊόν ολοκληρωτισμού πολλά γεγονότα που αφορούσαν την εξέλιξη και στις Δυτικές Κοινωνίες μετά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για παράδειγμα ο Μακαρθισμός έδειξε αυτές τις δυνατότητες κοινοβουλευτικής οργάνωσης ενός ολοκληρωτισμού.
Αντίστοιχα μπορούμε να πούμε ότι ο σχηματισμός θρησκευτικών κρατών στο επίπεδο της διεθνούς κοινότητας όπως αυτά ξεκίνησαν με τον διαμελισμό της Παλαιστίνης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο συνδέεται με έναν νέο κύκλο ολοκληρωτισμού. Στον βαθμό που τα κράτη έχουν θρησκευτικό υπόβαθρο όχι μόνο ονοματολογικά αλλά και συνταγματικά σαφέστατα είναι προσανατολισμένα στον ολοκληρωτισμό έστω και αν τηρούν μια κοινοβουλευτική τάξη μέσα στο πλαίσιό τους. Εξάλλου κοινοβουλευτική τάξη τηρούν πλέον και καθεστώτα τα οποία δεν τυγχάνουν της συμπάθειας της Δύσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν στοιχεία ολοκληρωτισμού. Και το πρόβλημα αυτό αναδεικνύει μια κοινότητα του προβλήματος του ολοκληρωτισμού. Ωστόσο οι ολοκληρωτισμοί μεταξύ τους αλληλοκατηγορούνται με βάση βέβαια την λεγόμενη στρατηγική της εικόνας του εχθρού. Υπό την έννοια αυτή μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ένα νέο βαρύ φάντασμα, όχι το φάντασμα το σοσιαλιστικό του Μαρξ πάνω απ’ τον κόσμο, αλλά μια νέα βαριά σκιά του ολοκληρωτισμού πάνω στον πλανήτη. Δεν έχει αυτή την συνεκτικότητα και την βιαιότητα της ιδέας που υπήρξε στους ολοκληρωτισμούς του Μεσοπολέμου και της Σοβιετικής επικυριαρχίας αλλά εντούτοις υπάρχει ένας αναδυόμενος ολοκληρωτισμός τόσο στις κυρίαρχες δυναμικές της παγκοσμιοποίησης όσο και στις δυναμικές της αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση σε επίπεδο έθνους-κράτους ή και θρησκείας. Δηλαδή συναντιέται σε διαφορετικές κλίμακες και διαστάσεις ο ολοκληρωτισμός.
Βέβαια ολοκληρωτισμό μπορεί να έχουμε και μέσα από μοντέλα σκέψης όπως το σύνηθες θρησκευτικό μοντέλο ή ακόμη και το επιστημονικό. Γι’ αυτό πράγματι μπορεί να πει κανείς ότι η νεωτερικότητα δεν είναι ακριβώς προοδευτική. Το ζήτημα λοιπόν του ολοκληρωτισμού πρέπει να ξανά αντιμετωπιστεί μαζί με το ζήτημα της δημοκρατίας και να γίνει ένα βασικό πεδίο απόφασης όλων μας στην λογική των ιδεών, των αξιών και των αρχών, στην λογική της πράξης, των θεσμών και της συμμετοχής.
Μία από τις βασικές διαστάσεις του ολοκληρωτισμού έρχεται από τον τομέα της οικονομίας και του οικονομικού συστήματος. Ο καπιταλισμός δεν είναι ουδόλως ξένος του ολοκληρωτισμού όπως και η βιομηχανική ανάπτυξη. Εξάλλου ο ολοκληρωτισμός αποβλέπει σε μια καθετοποιημένη βιομηχανοποίηση πολιτική και πολιτισμική η οποία μπορεί να συνυπάρξει με τον καπιταλισμό και τις αλληλοδιάδοχες βιομηχανικές επαναστάσεις.
Το οικονομικό λοιπόν μοντέλο και κυρίως η επικυριαρχία της οικονομίας και ο οικονομικός φονταμενταλισμός όπως έχει ονομαστεί προσφυώς από άλλους, είναι επίσης ένα κρίσιμο σημείο για την αντιμετώπιση του ολοκληρωτισμού ο οποίος αναδύεται μέσα και από τις εξωφρενικές ανισότητες, από τον ολοκληρωτισμό των ανισοτήτων ο οποίος διαμορφώνει ένα πολιτικό κενό για μια διαμεσολάβηση προς το μαζικό πεδίο της πολιτικής ηγεσίας και για μια δήθεν εξισορρόπηση της οικονομικής ανισότητας μέσω της κρατικοποιημένης μαζικής πραγματικότητας. Μέσα από την μαζική πολιτικοποίηση που κατευθύνεται πατερναλιστικά βλέπουμε σαν διαμεσολαβητές για παράδειγμα για τα οικονομικά ζητήματα θρησκευτικές αρχές ή ακόμη και εξτρεμιστικές πολιτικές ελίτ που εμφανίζονται σαν μαζικοί διαμεσολαβητές. Κάτι που το είδαμε βέβαια και στον φασισμό και στον ναζισμό του Μεσοπολέμου.
Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι απέναντι στον ολοκληρωτισμό πρέπει να σταθούμε με ένα Σχέδιο που να εξισορροπεί την αγορά και όχι να την καταργεί. Πρέπει να σταθούμε με μια Λογική που να εξισορροπεί τις πεποιθήσεις αλλά όχι να τις καταργεί και πρέπει να σταθούμε με μια πνευματική στελέχωση με μη εξουσιαστικές και ομαλοποιημένες πολιτικές δυναμικές που να εξισορροπούν τόσο τον κοινοβουλευτισμό όσο και τις συγκεντρώσεις ισχύος αλλά να μην λειτουργούν σαν ουτοπιστική ψύχωση όπου χάνεται πλέον η ενάργεια στο μέτρο και στην κατανόηση της πράξης.
Το πρόβλημα του ολοκληρωτισμού γίνεται εξαιρετικά πιο περίπλοκο υπό την έννοια των λεγόμενων ασύμμετρων απειλών.
Αναπτύσσονται και ασύμμετρες όψεις του ολοκληρωτισμού και αυτό το βλέπουμε στην συρρίκνωση των ελευθεριών αλλά και στην ανάπτυξη της ασύμμετρης βίας που αρχίζει και διχάζει το πρόταγμα της ελευθερίας και της ασφάλειας. Δηλαδή χάνεται η ενιαιότητα ελευθερίας και ασφάλειας. Παράλληλα το πρόβλημα γίνεται πιο κρίσιμο στον βαθμό που θα απαιτηθούν ριζικές αλλαγές πχ για την αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών και της υπέρ-θέρμανσης του πλανήτη ή απέναντι σε ζητήματα όπως αυτά της μετανάστευσης.
Έχουμε δηλαδή μπροστά μας παράγοντες που ενδεχόμενα θα επιτείνουν την ανάδειξη του ολοκληρωτισμού και γι’ αυτό πρέπει να παραχθεί αξιόπιστη πολιτική σκέψη, θέληση και βούληση για την αντιμετώπιση αυτής της αναδυόμενης απειλής, συνειδητοποιώντας ότι ο ολοκληρωτισμός δεν είναι μια λύση στο πρόβλημα αλλά είναι η κορύφωση των προβλημάτων.