Ποίημα: “Της Φύσης το Όνειρο” (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)
Το ποίημα
«Της Φύσης το Όνειρο», μελοποιήθηκε από τον συνθέτη Πασχάλη Τόνιο για τη γιορτή
«Ένα Τραγούδι για το Περιβάλλον».
Το ποίημα
«Της Φύσης το Όνειρο», μελοποιήθηκε από τον συνθέτη Πασχάλη Τόνιο για τη γιορτή
«Ένα Τραγούδι για το Περιβάλλον».
Τα χαμόγελα της ζωής είχαν πεθάνει,
στ’ άσπρα μαλλιά οι σημασίες στέκονταν,
χωρίς όμως την πρότερη λάμψη
που τύφλωνε τη ματιά
κι έχτιζε πύργους λαθών και ψεύδους.
Το πνεύμα των ουρανών σιγούσε,
ο βυθός των κόσμων ανέμενε,
το ύψος ύφαινε χρώματα
και το πλάτος αντηχούσε τα ξεφωνητά.
Εκεί, στου αγρού την άκρη την ηλιόλουστη,
οι ανεμώνες της νεότητας ξεκουράζονται.
Το μήνυμα πια της αρχής της νέας ακούστηκε.
Τα μάτια της καρδιάς είδαν τον ήχο
και αναγάλλιασαν στις φωτεινές ακτίνες τ’ ουρανού
που χόρευαν σε κύματα πυρός
κι εκστατικά τα σύμπαντα
αντίκρυζαν το μέλλον.
Απομεινάρια της αρχέγονης ζωής,
κόσμοι χωρίς πολυμήχανους ανθρώπους,
νησιά μοναχικά,
ακατοίκητα απ’ των ανθρώπων τις προκαταλήψεις.
Στις μέρες μας, θεωρούμε πλέον ως ποίηση, μετά από την απελευθέρωση από τις περιγραφικές ρυθμίσεις και τους περιγραφικούς κανόνες του στίχου ως έκφρασης έντεχνου λόγου, τη νοηματική ασυνέχεια και τη νοηματική ασάφεια, που φτάνουν έως και την ανυπαρξία του νοήματος.
Τόση χάρη σ’ εκείνη τη γούνα τη μαυρόασπρη,
την τόσο άδολη που γούνινο παιχνίδι θύμισε
για τα μικρά παιδιά,
που πιο πολύ γυρεύουνε της αγκαλιάς την απαλή στοργή
παρά τα παιχνίδια της αβεβαιότητας
που ο νους κρύβει ζηλότυπα
στις σκοτεινές του κρύπτες.
Για άλλους ήτανε ο Πότομακ
ανεβαίνοντάς τον,
για μένα είν’ ο Σπερχειός,
όποτε απ’ την πόλη έφευγα
“Στην ηρωική εποχή, που την Ισπανία κυβερνούσαν
ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα,
και αυτούς κυβερνούσε ο Τορκουεμάδα
με τον λεπτοφυή του εγκέφαλο
«Ω Θεέ μου, μεγάλωσε μέσα μας το
αίσθημα της συντροφικότητας για όλα
τα ζωντανά πλάσματα, για τους μικρούς
μας αδερφούς που Εσύ τους χάρισες
τη γη για να κατοικούν μαζί μας.
Απ’ την αρχέγονη πνοή
η ζωή μοιράστηκε
στης ύλης το σθένος,
έπνεε επί των υδάτων και των κοιλάδων
φως αισθητό
και ήταν νοητό.
Εικόνα και Ομοίωση,
αναμένουσα ενδεδυμένη η Θεότης.
Ήταν πλήθος και μονάδες μαζί,
φυτά και ζώα,
άνθρωποι που άρχισαν το μακρύ τους δρόμο,
όλοι ελιξήρια έκστασης για τη γειτονιά του κόσμου.
Η διάσωση του ανθρώπου
συνημμένη με τη φύση,
το χάρμα του Αμφικτύονα,
οι μνήμες για τη θέσμιση της Ειρήνης
και οι μοναξιές του Μύσωνα
στα χωράφια του αρχαίου μόχθου, μαζί με το
σιωπηλό πανηγύρι της ζωής,
στην κοιλάδα του Σπερχειού,
Θεέ μου βοήθησέ με να συνέλθω
από κείνο το βάθος της μουγγής φωτογραφίας,
πάνω από το όρος της διαφήμισης
να στήσω μια σημαία κατανόησης
με τα πύρινα βλέμματα των ονείρων
ν’ ανεμίσω τα νοήματα
κι ύστερα ξανά να υφάνω τις λέξεις
μ’ ένα τραγούδι βεβαιότητας πώς να!·
η γη συνεχίζει τον Δρόμο της Ζωής
κι ας μην έχει έξοδο κινδύνου
συντροφιά μ’ ότι απ’ την αρχή ήταν ανείπωτα Οικείο
και με τ’ άλλα τα νήπια των έμβιων
στην παλιγγενεσία της Εδέμ.
Δεν έχετε ακόμη λογαριασμό;
Δημιουργία λογαριασμού