1

ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ : ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΒΑΤΕΣ; (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

Θέλουμε τη δημοκρατία για να μας λύσει τα προβλήματα και να είμαστε ευτυχισμένοι. Αυτό φαίνεται τόσο φυσιολογικό και αυτονόητο, που συνήθως δεν σκεπτόμαστε το βαθύτερο νόημα που αποδίδουμε σε αυτούς τους όρους και, γι’ αυτό, δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό που θεωρούμε αυτονόητο δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Στη Δύση των τελευταίων δεκαετιών, με προπύργιο τις ΗΠΑ, μπήκε στο προσκήνιο της καθημερινής ζωής η προσωπική ευτυχία και η ευχαρίστηση της ζωής, έχοντας κατά ένα μέρος ξεπεράσει τις άμεσες ανάγκες επιβίωσης. Έτσι, μια συγκεκριμένη κουλτούρα κέρδισε τις καρδιές των ανθρώπων, ακόμη και στη γερασμένη Ευρώπη. Μπορεί να αναρωτηθεί κανείς αν αυτό είναι καλό ή κακό.

Οι απαντήσεις που δίνουμε εξαρτώνται πάντοτε από τα κίνητρα και, εν τέλει, το περιεχόμενο που δίνουμε σε κάθε όρο, σε κάθε έννοια που μας απασχολεί, όπως τι θεωρούμε περιεχόμενο της ευτυχίας και της δημοκρατίας και πώς αυτά συνδέονται μεταξύ τους. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν τέτοια ζητήματα σαν θεωρίες που δεν έχουν καμμία απολύτως αξία, τα ερμηνεύουν τελείως αντανακλαστικά και σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, γι’ αυτό εξάλλου χειραγωγούνται τόσο εύκολα από κάθε είδους προπαγάνδα. Όμως αυτές οι δήθεν θεωρίες είναι ακριβώς αυτές που είναι αληθινά πρακτικές, γιατί καθορίζουν τις επιλογές μας και τη ζωή μας. Επειδή όμως αγγίζουν την ανάγκη για αυτογνωσία και αληθινή κοινωνικοποίηση, γίνονται αποκρουστικές. Απαιτούν κόπο και σκέψη, αλλά ένας ευτυχισμένος άνθρωπος δεν χρειάζεται να κοπιάζει για τέτοια πράγματα και πολλά άλλα παρόμοια και παραπλανητικά λειτουργούν στον ανθρώπινο ψυχισμό.

Τι είναι, λοιπόν, ευτυχία; Πρώτα απ’ όλα, για τον καθένα μπορεί να έχει διαφορετικό περιεχόμενο, αλλά μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι υπάρχει ένα κοινό στη βάση του νόημα, που της αποδίδουν οι περισσότεροι άνθρωποι, το μεγάλο πλήθος τους, αυτό που με τη δύναμη της μαζικότητάς του προσδίδει και στην πολιτική ορισμένο χαρακτήρα: αυτόν που έχει σήμερα. Μάλιστα, ο πυρήνας αυτού του νοήματος ευθύνεται για το ότι όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου, ειρηνικές και βίαιες, πολιτικές ανατροπές, επαναστάσεις, ιδεολογίες, θεσμοί και οτιδήποτε σχετικό λειτούργησε για τη βελτίωση της ζωής μας κατέληξε με τον χρόνο σε ένα κενό. Το πρόβλημα δεν ήταν ότι από την αρχή  οι άνθρωποι στόχευαν στο κενό, αλλά ότι ο πυρήνας των προσδοκιών τους οδηγούσε αργά αλλά σταθερά και σίγουρα προς τα εκεί. Δεν θα επεκταθώ σε ειδικότερες σκέψεις για το θέμα της ευτυχίας. Ορισμένες έχουν αναπτυχθεί στο άρθρο μου «Το αυτογνωσιακό νόημα της ευτυχίας και οι ανθρώπινες σχέσεις – Ο επαναπροσδιορισμός της αγάπης, της επιθυμίας και της ελευθερίας»,  https://www.solon.org.gr/2009/12/02/to-avtognosiako-noima-tis-evtychias-oi-anthropines-scheseis-o-epanaprosdiorismos-tis-agapis-tis-epithymias-tis-eleftherias-2/

Η ευτυχία είχε, σχεδόν πάντοτε, ένα περιεχόμενο όχι μόνο πολύ ατομιστικό αλλά και πολύ παθητικό, μία διαστρέβλωση της ελευθερίας ως απαλλαγής από οποιαδήποτε μέριμνα, από οποιαδήποτε ανάγκη για εργασία είτε προς επιβίωση είτε προς αυτογνωσία και κοινωνική αντίληψη – και να τονίσω ότι η αυτογνωσία δεν είναι η συνήθης ομφαλοσκόπηση που ανακυκλώνει τα κακώς κείμενα και το μόνο που κάνει είναι να προσπαθεί να βγει από το αδιέξοδο επιφανειακά, για να ριχτεί και πάλι στο κενό και την παθητική ευχαρίστηση. Η επιδιωκόμενη ευτυχία εξαρτάται από το αν εκπληρώνονται οι επιθυμίες μας ή όχι, αλλά οι επιθυμίες αυτές είναι χαοτικές, χειραγωγούμενες και επιφανειακές, ή αποκλειστικά συναισθηματικές και φαντασιακές, στηριζόμενες σε ένα σαθρό υπόβαθρο ανταγωνισμού και μαζικού εντυπωσιασμού, μειωμένης αυτοεκτίμησης, ασάφειας και έλλειψης τόσο αυτογνωσίας όσο και αντίληψης της πραγματικότητας του κόσμου. Όμως αυτό το είδος της ευτυχίας (που το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων επιδιώκει και επιθυμεί) είναι περίκλειστο και, κυρίως, παθητικό, εφ’ όσον γίνεται έρμαιο των επιθυμιών. Αλλά οι επιθυμίες μειώνουν την ελευθερία γιατί προκαλούν εξάρτηση του ανθρώπου από τα είδωλα της επιθυμίας του, και εξαφανίζουν τη θέλησή του, που είναι ο μοναδικός φορέας της αυτεξουσιότητάς του.

Παραδείγματα αυτής της κατάστασης αποτελούν ο καταναλωτισμός, η αναζήτηση του κύρους της επωνυμίας στο πώς ντυνόμαστε, τι διαβάζουμε και πώς ζούμε, η αδυναμία για αγάπη, ο φόβος του θανάτου, η αναζήτηση της αυτοεκτίμησης αλλά και της εκτίμησης του άλλου στο έχειν και όχι στο είναι. Το να ζει κανείς ευχάριστα δεν είναι κάτι κακό, όμως η μονοδιάστατη αντίληψη και το άγχος να συσσωρεύσουμε ευχάριστες εμπειρίες όσο ζούμε, γιατί πρέπει να προλάβουμε εφ’ όσον στο τέλος παραμονεύει ο θάνατος, και τουλάχιστον να φύγουμε ικανοποιημένοι από τη ζωή, είναι μια συνταγή καταστροφική τόσο για το άτομο όσο και για την κοινωνία. Το άτομο, με αυτόν τον τρόπο, δεν έχει προοπτική σαν όν, γίνεται ένας καταναλωτής ευχαρίστησης και τίποτε άλλο. Η αξία του περιορίζεται μόνον σε αυτό.

Όμως δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει δημοκρατία καταναλωτών. Αυτό ήταν μια καταστροφική αυταπάτη. Και δεν είναι ν’ απορούμε που η δημοκρατία αποκαλύφθηκε σήμερα τόσο σαθρή και αδύναμη. Η δημοκρατία έχει δύο πυλώνες εξίσου σημαντικούς: τα ατομικά δικαιώματα και τη λαϊκή κυριαρχία. Αυτά τα δύο δεν επιτρέπεται κανείς να τα διαχωρίσει, όπως συμβαίνει και με τις τρεις μεγάλες ιδέες, την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη. Αν τα διαχωρίσει, τότε προκύπτει ολοκληρωτισμός διαφόρων ειδών, που θα εναλλάσσονται μεταξύ τους. Στο προηγούμενο διάστημα είχαμε τον ολοκληρωτισμό του ατομισμού με τις κάθε είδους εκκεντρικότητες, ακρότητες, τυφλότητα και αδιαφορία για τα κοινά, και σταδιακά μπαίνουμε στον ολοκληρωτισμό της ισχύος. Αυτά είναι συμπληρωματικά. Το καθένα από τα δύο τείνει να εκφραστεί, αλλά επειδή ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται ψευδώς ένα ρήγμα ανάμεσά τους, αναγκαστικά εκφράζονται εναλλάξ, ενώ αποτελούν ένα ενιαίο όλο. Σε αυτή την ενιαιότητα βρίσκεται η αληθινή ισορροπία.

Ο άνθρωπος είναι κοινωνικό όν και στο άτομο συνδέονται άρρηκτα τόσο ο ατομικός χαρακτήρας όσο και η ιδιότητα της συλλογικότητας – γιατί η συλλογικότητα δεν είναι απλώς οι αριθμοί ή η ποσότητα, αλλά κύρια μία αναπόφευκτη ιδιότητα. Αν η ατομικότητα απογυμνωθεί από την τάση για συλλογικότητα, τότε γίνεται πολύ αδύναμη και ατελέστερη από όσο ήταν πριν.  Εν ολίγοις, μέρος της ατομικότητας είναι και η ιδιότητα της συλλογικότητας. Το πρόβλημα αυτό έχει ευθεία και σαφή σχέση με τη δημοκρατία, γιατί ο άνθρωπος είναι ένα ενιαίο ον και ό,τι είναι στην προσωπική ζωή του χαρακτηρίζει και τη δημόσια παρουσία του, το πώς αντιμετωπίζει τα κοινά πράγματα, δηλαδή την κοινωνία στην οποία ζει.

Από τους δύο όμως πυλώνες της δημοκρατίας επιλέγει μόνον τον πρώτο, τα ατομικά δικαιώματα, και κανένα ενδιαφέρον δεν έχει για τη λαϊκή κυριαρχία, που είναι ο πιο δύσκολος. Η λαϊκή κυριαρχία είναι ο καθρέφτης της σχέσης του ατόμου με τον “άλλον” και κατ’ αντιστοιχία με την Ολότητα. Αυτό είναι το καίριο πεδίο του ανθρώπινου προβλήματος, άτομο και Ολότητα, εγώ και οι άλλοι, το άτομο και η κοινωνία. Η λαϊκή κυριαρχία είναι φανερό ότι αφορά τη συλλογικότητα και τη φύση της, αλλά το άτομο δεν είναι μόνο μέρος της, αδύναμο και υποχείριό της, γιατί αυτή η κατάτμηση που κάνουμε στον νου μας μεταξύ τους είναι έκφραση μόνο της επιφάνειας της συνείδησης. Ο άνθρωπος όχι μόνο ξεχνάει τη λαϊκή κυριαρχία αλλά και την ερμηνεύει με όρους ανταγωνισμού μεταξύ μέρους και όλου,  καθώς και με όρους οργάνωσης και ισχύος. Φυσικό είναι με τέτοια ερμηνευτική διαστρέβλωση να καταλήγουμε σε εσφαλμένα συμπεράσματα – αν δεν τα επιδιώκουμε κιόλας. Άλλοι ταυτίζουν τη λαϊκή κυριαρχία με το κράτος, άλλοι με το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων, άλλοι με άλλα στοιχεία, τα οποία όμως όλα έχουν το στοιχείο της δύναμης και της επιβολής που ασκεί η ποσότητα απέναντι στην ποιότητα. Αυτό είναι όντως ένα πρόβλημα, αλλά οφείλεται ακριβώς σε αυτή την τάση για εφησυχασμό, για προσωπική ανέμελη ζωή, που στον πυρήνα της είναι ρηγματική προς το περιβάλλον.

 Επιλέγει, λοιπόν, κανείς από τη δημοκρατία τα ατομικά δικαιώματα, τα οποία προσαρμόζει σε κάθε είδους ατομικές απαιτήσεις και φαντασιώσεις, σαν κάτι ετσιθελίστικο και μη κοινωνικό, και απορρίπτει την ευθύνη για τα κοινά. Έτσι όμως διαστρεβλώνονται και τα δύο. Χωρισμένα το ένα από το άλλο καταλήγουν αναπόφευκτα σε κάποιου είδους ολοκληρωτισμό και είναι αντικοινωνικά. Η ζωή μας είναι μία ιδιόρρυθμη ισορροπία ανάμεσα σε έννοιες που με την πρώτη ματιά θεωρούνται αντιφατικές και αντίθετες μεταξύ τους, όπως είναι η ελευθερία και η συλλογικότητα. Ακόμη και η ευτυχία στον βαθμό που περιέχει σχέσεις είναι περιορισμένη σε έναν πολύ μικρό κύκλο.

Αυτή η τάση για ανέμελη ζωή είναι μια επιθυμία να ενδιαφέρεται κανείς μόνο για ό,τι του αρέσει και τον αφορά προσωπικά, η αυτοεγκαινιαζόμενη ευθύνη έχει εξοριστεί και έχει δώσει τη θέση της στην ευθύνη που επιβάλλει η όποια πολιτεία, συχνά ψευδή και καταναγκαστική. Αυτό δεν είναι δημοκρατία. Και η απόδειξη είναι πολύ απλή και προφανής. Όταν κανείς δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για το σύνολο της κοινωνίας και απέχει, τότε δεν είναι πολίτης, γίνεται ένα απλό μέρος ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων, της κοινωνίας αυτής θα ηγηθούν οι πιο φιλόδοξοι άνθρωποι και θα λειτουργήσουν αργά και σταδιακά σε βάρος της. Αυτού του είδους οι ηγεσίες αποτελούν τον καθρέφτη της αδιαφορίας του μεγάλου πλήθους των ανθρώπων, το αναμενόμενο αποτέλεσμα της επιθυμίας τους να ζήσουν με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και αν αυτός ο τρόπος δεν βλάπτει άλλους. Γιατί δεν αρκεί το να μη βλάπτεις με ενεργητικό τρόπο την κοινωνία, πρέπει να μη την βλάπτεις και με την παράλειψή σου, μια και η κοινωνία δεν είναι μόνον έξω από σένα αλλά και μέσα σου.

24/11/21

Ιωάννα Μουτσοπούλου

Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ