1

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

1ο μέρος του άρθρου  :  Δυσκολίες στην ανάδειξη της αληθινής ηγεσίας

Όταν μιλάμε για ηγεσία, συνήθως, σκεπτόμαστε την οργανωμένη εξουσία, αυτήν που έχει δύναμη επιβολής. Κανένα άλλο στοιχείο της ηγεσίας δεν μας απασχολεί, παρά μόνον μία επιπλέον αόριστη προσδοκία ή ευχή ότι ο ηγέτης θα είναι αρκετά καλός ώστε να φροντίσει για το καλό του λαού. Αυτά, όπως καταλαβαίνει κανείς, προσιδιάζουν κυρίως σε κάθε είδους απολυταρχίες, έστω και φωτισμένες, και προϋποθέτουν ότι οι λαοί είναι παθητικοί, ακόμη ανώριμοι να αντιληφθούν τα κοινά και αμόρφωτοι. Όμως οι σημερινές συνθήκες δεν είναι τέτοιες και οι λαοί δεν είναι πια ίδιοι. Το μόνο που έχουν κρατήσει από το παρελθόν είναι η παθητικότητα, που όμως είναι πλέον ηθελημένη μια και τα άλλα στοιχεία που την προκαλούσαν έχουν πια εκλείψει (τουλάχιστον για τη Δύση).
Από το άλλο μέρος, η δημοκρατία είναι ένα πολύ ρευστό καθεστώς που εμπλέκει και τον λαό στη διακυβέρνηση, αλλά στην αντίληψή μας είναι τόση η ταύτιση της ηγεσίας με την οργανωμένη εξουσία των λίγων, που μας είναι δύσκολο να αντιληφθούμε την οποιαδήποτε συμμετοχή ή ενεργή επίδραση του λαού στην ηγεσία. Αλληλεπίδραση υπάρχει, αλλά είναι ως επί το πλείστον ετεροβαρής, δηλαδή μόνον η εξουσία επιδρά στον λαό, δηλαδή τον χειραγωγεί.
Μιλάμε για δημοκρατία, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει μία αοριστία γύρω από αυτή την έννοια, μία αχλύς και γοητεία, επειδή φαίνεται σαν κάτι που θα έλθει απέξω ως μία τέλεια οργάνωση που θα λύσει τα προβλήματα της διακυβέρνησης και της ελευθερίας. Όμως η δημοκρατία έχει έντονο το στοιχείο της συμμετοχής και γι’ αυτό δεν μπορεί παρά το πιο σημαντικό της μέρος να προέλθει από μέσα από το άτομο και την κοινωνία και όχι από την οργάνωση. Θα έλεγα ότι είναι το καθεστώς που φυσιολογικά έχει την εντονότερη σχέση με τη συνείδηση τόσο του ατόμου όσο και της συλλογικότητας. Η όποια οργάνωση είναι ένα επιφαινόμενο, αναγκαίο μεν αλλά όχι το πρώτιστο. Στα άλλα καθεστώτα το πλέγμα οργάνωσης επιβολής είναι τόσο ισχυρό, ώστε να υπάρχει μία σχέση υποτέλειας (ακόμη και αν η ηγεσία είναι πεφωτισμένη) και ο ρόλος της συνείδησης είναι πολύ υποβαθμισμένος. Ενώ στη δημοκρατία, για να λειτουργήσει αληθινά, απαιτείται ενεργή συνείδηση τόσο στο επίπεδο της ηγεσίας όσο και του λαού – πράγμα προ το παρόν ανέφικτο.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αυτό που έχει αφεθεί έξω από αυτή την εικόνα, όπως έχω αναφέρει και σε άλλο άρθρο μου, είναι η λαϊκή κυριαρχία, δηλαδή το ένα από τα δύο σκέλη της δημοκρατίας. Το άλλο είναι τα ατομικά δικαιώματα. Αλλά η λαϊκή κυριαρχία είναι εκείνη που εμπεριέχει την ευθύνη μας απέναντι στα κοινά, γιατί αναφέρεται στη συλλογικότητα, την κοινωνία. Χωρίς αυτή την ευθύνη δεν μπορεί να υπάρξει ο πολίτης. Η λαϊκή κυριαρχία είναι πολύ δύσκολη τόσο στην ερμηνεία της όσο και στην εφαρμογή της. Ο ψηφοφόρος δεν είναι ο αληθινός πολίτης. Ο απλός ψηφοφόρος, χωρίς την ενσυνείδητη ευθύνη του απέναντι στα κοινά, είναι ένας καθοδηγούμενος άνθρωπος που είναι υποχρεωμένος να επιλέξει τους εκπροσώπους του ανάμεσα σε προεπιλεγμένα άτομα ή πρότυπα ζωής. Η δημοκρατία χωρίς τον πολίτη είναι νεκρή. Βέβαια, η λαϊκή κυριαρχία εμπεριέχει και το πολιτικό δικαίωμα της συμμετοχής στα κοινά και της διαμόρφωσής τους σύμφωνα με τις αρχές που επιλέγει ένας λαός. Το πώς θα πραγματώνεται κάθε φορά αυτή η συμμετοχή και η διαμόρφωση είναι ένα άλλο ζήτημα που εξαρτάται από τις εκάστοτε συνθήκες σε τόπο και χρόνο. Θα μείνω όμως σε αυτό που πρέπει να αποτελεί τη βάση για αυτή τη θετική παρέμβαση στα κοινά εκ μέρους ενός λαού.
Έως τώρα το μόνο που γνωρίζουμε για την αντίληψη των κοινών πραγμάτων είναι το ότι η δημοκρατία συνίσταται μόνο από τα ατομικά δικαιώματα και από μια εκλεγμένη ηγεσία που θα πρέπει να είναι αρκετά καλή για να τα σεβαστεί γενικόλογα και αόριστα. Η λαϊκή κυριαρχία δεν μπαίνει καν στη σφαίρα των προσδοκιών μας ή ταυτίζεται σχεδόν με τα ατομικά δικαιώματα. Και αυτό είναι φυσικό, γιατί η λαϊκή κυριαρχία απαιτεί έξοδο από την άγνοια και την παθητικότητα. Όσο, λοιπόν, υπάρχει η παθητικότητα, η λαϊκή κυριαρχία παραμένει μία απλή λέξη χωρίς ιδιαίτερο περιεχόμενο.
Αν όμως δεν ερμηνεύσουμε σωστά την λαϊκή κυριαρχία, τότε δεν θα κατανοήσουμε πραγματικά ούτε τα ατομικά δικαιώματα. Μετά από αυτή την αόριστη προσδοκία ότι οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι θα σεβαστούν τα ατομικά δικαιώματα, ακολουθεί μία πλήρης παθητικότητα και εξάρτηση από την όποια ηγεσία, από την οποία οι άνθρωποι περιμένουν παθητικά να εκπληρώσει τα υπεσχημένα. Αλλά ακόμη και αυτά τα υπεσχημένα δεν είναι σαφή, πλήν ελαχίστων. Ουσιαστικά, λοιπόν, μία εκλογή αναφέρεται σε ιδεολογήματα, εικασίες, αόριστους φόβους και γοητείες του ενός ή του άλλου είδους. Καμμία σαφής προσδοκία, κανένα όραμα για τα κοινά, μόνο μία απαίτηση για μία ανέφελη κατά το δυνατό ζωή σε ασφάλεια. Δηλαδή, ο καθένας κλεισμένος στον ατομικό του κόσμο φαντασιώνεται ότι τα κοινά θα λειτουργήσουν αυτόματα και από μόνα τους, χωρίς καμμία προσπάθεια εκ μέρους του.
Αλλά κανείς δεν διερωτάται πώς είναι δυνατόν να βρεθεί μία ηγεσία τόσο καλή εν μέσω ενός τέτοιου ειδεχθούς ατομισμού, που έχει ήδη περιορίσει τη δημοκρατία σε ορισμένες ασήμαντες ελευθεριότητες της καθημερινότητας και τίποτε άλλο. Στον αντίποδα και σαν αντίδραση διατυπώνεται η άποψη ότι η ηγεσία δεν είναι αναγκαία, γιατί πάντοτε τείνει σε κυριαρχία. Ενώ το σωστότερο θα ήταν να πούμε ότι, δεδομένου του κόσμου και της κοινωνίας, είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί μία ορθή και αληθινή ηγεσία.
Τι σημαίνει ηγεσία;
Θα έλεγα ότι η ηγεσία δεν έχει κατ’ ανάγκην σχέση με την εξουσία. Η κακή ηγεσία ασκεί εξουσία, η καλή ηγεσία χρησιμοποιεί μεν την οργανωμένη δύναμη του κράτους αλλά μόνο για το κοινό όφελος. Αλλά ακόμη και αυτό είναι μία απλή φράση, που όμως έχει βαθύτερο περιεχόμενο από αυτό που μπορεί κανείς να αντιληφθεί αρχικά. Η λέξη κλειδί είναι το «κοινό όφελος». Αυτό δεν μπορεί να αναφέρεται μόνο στο έχειν, αλλά κυρίως στην εσωτερική ελευθερία. Το έχειν είναι αναγκαίο αλλά όχι αυτοσκοπός και δεν ταυτίζεται με την ελευθερία, αν και σε κάποιον βαθμό την διευκολύνει. Πώς όμως θα την διακρίνει κανείς;
Πιστεύω ότι, δυστυχώς, μας λείπουν τελείως τα κριτήρια έστω για να διακρίνουμε τη σωστή ηγεσία. ‘Η, μάλλον σωστότερα, τα κυρίαρχα κριτήρια για τη ζωή είναι ακριβώς αυτά που την αποκλείουν. Δεν μπορούμε ούτε να τη διακρίνουμε ούτε να την υποστηρίξουμε. Τα κριτήρια αναφέρονται σε ποιότητες της ζωής και αποτελούν ευθύνη των ατόμων και της κοινωνίας τους. Το ότι η εκάστοτε εξουσία προσπαθεί να τα διαμορφώσει κατά βούληση δεν αποτελεί δικαιολογία για κανέναν άνθρωπο να έχει στρεβλά κριτήρια ή καθόλου κριτήρια.
Η ηγεσία δεν απαντάται μόνον στην πολιτική, αλλά σε διάφορους τομείς. Κυρίως, όμως, στο παρόν άρθρο εννοώ την ηγεσία σε ό,τι αφορά το πεδίο της πολιτικής, δηλαδή διακυβέρνηση και ιδέες.
Ας παρατηρήσουμε όμως την κοινωνία και τις διαστρωματώσεις της ανάλογα με το ψυχολογικό και γνωστικό υπόβαθρο. Σε καμμία κοινωνία δεν μπορεί να είναι όλοι ίδιοι τόσο σε ιδιοσυχνότητα ψυχολογική όσο και σε δυνατότητες εγγενείς ή ακόμη και κοινωνικά επιβεβλημένες. Η ισότητα δεν έχει σχέση με μια τέτοια ισοπεδωτικότητα. Οι δυνατότητες μπορεί να είναι και ηθικές, αλλά γι’ αυτές κανείς δεν ενδιαφέρεται. Όλη η προσοχή είναι στραμμένη στις δυνατότητες του χρήματος, της εξυπνάδας, των γνώσεων και της προβολής, δηλαδή του έχειν.
Όμως αυτές που θα κάνουν τη θεμελιώδη διαφορά είναι οι ηθικές δυνατότητες. Αλλά στον σημερινό μας πολύπλοκο κόσμο αυτή η ηθική που θα οδηγήσει σε ορθές επιλογές δεν είναι το να είσαι ένας καλός άνθρωπος, αδύναμος και αδαής, κλεισμένος στο σπίτι σου και στον περίγυρό σου. Χρειάζεται κάτι πολύ περισσότερο για να είναι κανείς πολίτης και αληθινά ηθικός άνθρωπος. Φυσικά, ακόμη πολύ περισσότερα χρειάζονται για να είναι κανείς αληθινός ηγέτης. Η φιλοδοξία είναι στην πραγματικότητα μία αντιστροφή του αληθινού ηγέτη.
Όπως έχει αναφέρει το μέλος του Σόλωνα Ιωάννης Ζήσης σε ανέκδοτο κείμενό του με τίτλο «Η νέα παγκόσμια ισορροπία»: «Όσο η δημογραφική μάζα αυξάνει, όσο η πολυπλοκότητα της παγκόσμιας διάρθρωσης αυξάνει, τόσο περισσότερο αυξάνουν τα ποιοτικά απαιτούμενα για την ηγεσία του πλανήτη καθιστώντας απαρχαιωμένο το αίτημα περί ηγεμόνα φιλοσόφου. Η παγκόσμια κατάσταση βαίνει κάτω από μια αρχή πέραν αυτής των ηγεσιών, βαίνει κάτω από τον Νόμο των Ισορροπιών». Καταλαβαίνει κανείς πόσο σωστό είναι το παραπάνω όπως δείχνει η αντικειμενική πραγματικότητα γύρω μας, δηλαδή ότι η ηθική πρέπει να είναι πλήρης για την ηγεσία, γιατί απαιτείται και ικανότητα διαχείρισης των κοινών πραγμάτων, γνώση και διορατικότητα, ταυτόχρονα με αυξημένη αντοχή στις πιέσεις για ηθική παρεκτροπή, που σε υψηλές θέσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Εν ολίγοις, η ηθική της ηγεσίας θα πρέπει να συμπεριλάβει και την ικανότητα διαχείρισης, αλλιώς, θα μιλάμε για έναν αφελή ιδεαλισμό (στην καλύτερη περίπτωση). Ο αφελής ιδεαλιστής δεν είναι αυτός που απλώς λέει ωραία λόγια όσο αυτά δεν του κοστίζουν, με τη φιλοδοξία να χρησιμοποιεί ως όχημα την ηθική υποκρισία, αλλά αυτός που τα πιστεύει πραγματικά, αλλά δεν έχει τις ικανότητες να διακρίνει και να διαχειριστεί στην πράξη, αγνοώντας την πραγματικότητα. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε έναν ιδεολογικό φανατισμό ή σε μια ομιχλώδη απόσταση από την πραγματικότητα του κόσμου, πράγματα που φυσικά πλήττουν την ηθική υπόσταση του όποιου ιδεαλιστή.
Όσο για τις αναφερόμενες ισορροπίες θα επιχειρήσω να τις αναλύσω κάπως, σύμφωνα με τη δική μου κατανόηση. Οι ισορροπίες απαιτούνται σε δύο επίπεδα:
α)το πρώτο είναι οι ισορροπίες δυνάμεως στην πράξη που είναι καλά γνωστές σε όλους,
β)το δεύτερο είναι οι ισορροπίες μεταξύ των προτεραιοτήτων ποιότητας που επιλέγει η ηγεσία.
Για παράδειγμα, η οικονομία και ο πολιτισμός, το παγκόσμιο και το εθνικό. Υπάρχει στον κόσμο μία συνεχής σύγκρουση ποιοτήτων, όπου ο καθένας επιλέγει ό,τι του αρέσει σύμφωνα με τα συμφέροντα ή την ιδεολογία του. Όμως ο ηγέτης πρέπει να έχει επαρκή διορατικότητα για να διατηρεί την αναγκαία ισορροπία ανάμεσά τους. Για παράδειγμα: Αν ενισχύσει κανείς υπερβολικά τον οικονομικό τομέα σε βάρος άλλων τομέων που φαίνονται λιγότερο άμεσοι και χειροπιαστοί, τότε ο γιγαντωμένος οικονομικός τομέας θα επιχειρήσει αμέσως να ασκήσει εξουσία επί των υπολοίπων, διεκδικώντας αποκλειστικότητα. Αυτό θα συμβεί, γιατί θα δημιουργηθούν εν ριπή οφθαλμού συμφέροντα και εμπλοκή τους με τους πολιτικούς παράγοντες. Ο τομέας δε που δεν έρχεται ποτέ στο προσκήνιο είναι ο τομέας της λαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή η δημιουργία του ενεργού και υπεύθυνου πολίτη. Η ιδιότητα του αληθινού πολίτη δεν μπορεί να δοθεί από καμμία εξουσία ή κυβέρνηση σε έναν λαό, αυτοί όμως θα μπορούσαν να τον εμπνεύσουν με τη διατύπωση ενός αληθινού οράματος και με τη δημιουργία εμπιστοσύνης ανάμεσα σε αυτούς και τον λαό. Όμως το όραμα είναι πάντοτε προσωπική απόφαση του καθενός, γιατί το όραμα πρέπει να το αποδεχθεί κάποιος για να λειτουργεί σαν τέτοιο. Ακόμη και το συλλογικό όραμα πρέπει να γίνει αποδεκτό βαθιά από τα άτομα, για να είναι λειτουργικό.
(Συνεχίζεται)
12/10/21
Ιωάννα Μουτσοπούλου
Μέλος του ΣΟΛΩΝΑ