1

ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

(2ο μέρος του άρθρου “Περί Ελευθερίας”)

Μετά την σύντομη αυτή ανάλυση που θα βοηθήσει στην κατανόηση των απόψεων αυτού του κειμένου, μπορούμε να σταθούμε περισσότερο στη φύση της ελευθερίας.

Μια ικανοποιητική κατανόηση της ελευθερίας θα απαιτούσε οπωσδήποτε και κατανόηση της φύσης του εαυτού και, πιο φιλοσοφικά, του όντος, γιατί καταλαβαίνουμε ότι αποτελεί μέρος της φύσης αυτής. Επομένως, δεν μπορούμε να δώσουμε ορισμό της ελευθερίας, γιατί αυτό θα ήταν υπερφίαλο και χάσιμο χρόνου. Μπορούμε όμως να συμπληρώνουμε το περιεχόμενό της κάθε φορά που προκύπτει η ανάγκη – και όχι, βέβαια, για να  συρρικνώσουμε επί τα χείρω την ουσία της. Επειδή οι μεγάλες ιδέες αποτελούν αφαιρέσεις και δυναμικότητες της ζωής – και όχι είδωλα όπως ο περισσότερος κόσμος νομίζει – γι’ αυτό μας αποκαλύπτονται σταδιακά και όχι άμεσα στην πληρότητά τους με τον ίδιο τρόπο που και ο εαυτός μας είναι για μας ακόμη αναποκάλυπτος. Η ζωή όμως είναι μία ολότητα, είναι ενιαία σε χώρο και χρόνο, και γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορεί παρά να αναφέρεται πάντοτε στην ολότητα. Αυτή η ενιαιότητά της δεν αναιρείται από την ύπαρξη ατομικοτήτων που στο επίπεδο του ανθρώπου προς το παρόν άγονται και φέρονται από τον φόβο του θανάτου και άλλα αρνητικά χαρακτηριστικά.

Τι θα μπορούσε, επομένως, να είναι η ελευθερία; Αρχικά, για όλους σημαίνει απελευθέρωση από βάρη και περιορισμούς. Εδώ χρήσιμο είναι να υποβάλουμε ένα ερώτημα: Από πού προέρχονται αυτοί οι περιορισμοί; Από τους άλλους έξω μας ή από μέσα μας; Αν πούμε ότι προέρχονται μόνον από έξω μας, τότε ήδη έχουμε καταλήξει σε μία μορφή αποξένωσης από τον κόσμο και εξουσιαστικότητας, γιατί έτσι το “άλλο” είναι πάντα περιορισμός για εμάς. Αν απαντήσουμε ότι προέρχονται και από τις δύο πηγές, τότε η ελευθερία αρχίζει να παίρνει διαφορετική μορφή, αν και πιο πολύπλοκη και απαιτητική. Το πώς θα χειριστούμε αυτούς τους διαφορετικής προέλευσης περιορισμούς είναι ένα δύσκολο ζήτημα, γιατί πρέπει να αποσαφηνιστεί η φύση τους καθώς και γιατί κάθε μονομέρεια και ετεροβαρής αντιμετώπιση μπορεί να καταλήξει σε διαστρέβλωση.

Γιατί όμως μπορούν οι περιορισμοί να προέρχονται και από μέσα μας; Επειδή ο άνθρωπος δεν είναι αρραγής και αρμονικός στο πλήθος των τάσεων και εκφράσεών του, είναι δυαδικός και διχασμένος σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό και είναι πάντοτε αναγκασμένος να επιλέγει ακόμη και για την δική του κατεύθυνση. Επιπλέον, ο άνθρωπος δεν είναι μόνον το παρόν του αλλά και οι μελλοντικές δυνατότητές του, που όμως είναι άδηλες – εν σπέρματι όμως δεν μπορεί να μην υπάρχουν. Επομένως, υπάρχουν μέσα του στοιχεία που αντιμάχονται άλλα στοιχεία του – είτε υπάρχοντα είτε που μπορεί να εμφανιστούν στο μέλλον – και μία σύγκρουση όπου τα μεν τείνουν να περιορίσουν ή να εξαλείψουν τα δε. Το ίδιο συμβαίνει και με τις εκφρασμένες επιθυμίες του που συχνά βρίσκονται σε μία απόλυτη αντίφαση μεταξύ τους. Έχει μεν αυτεπίγνωση, δηλαδή αντίληψη της εαυτότητας, αλλά αυτό δεν καταργεί τον εσωτερικό διχασμό του. Γι’ αυτό τα εμπόδια είναι και μέσα του. Οπότε το ερώτημα ξαναπροκύπτει με άλλη μορφή πλέον: Τι σχεδιασμούς ανατρέπουν αυτά τα εμπόδια; Και η απάντηση θα είναι όμοια με την προηγούμενη, όταν αναζητούσαμε τα εμπόδια στους άλλους.

Τα εσωτερικά εμπόδια σχετίζονται κυρίως με την κοινωνικότητα του ανθρώπου ή, με άλλες λέξεις, την Ηθική – η οποία, επιτέλους, πρέπει να αρθεί σε μια υψηλότερη και ορθότερη θέση από αυτήν που της έχουμε επιφυλάξει αιώνες τώρα. Η ηθική είναι η δυναμική της ζωής για αρμονία και μπορεί να πάρει στον κόσμο διάφορες μορφές. Σίγουρα, συνδέεται άρρηκτα με τον σεβασμό των τριών μεγάλων ιδεών, στην πραγματικότητα αποτελεί την ενότητά τους, είναι ο συνεκτικός τους κρίκος.

Σε αυτό το πεδίο γεννώνται ορισμένα προβλήματα. Μερικά από τα εσωτερικά εμπόδια, όπως είναι ο εγωισμός, έχουν αντικοινωνική επιρροή και συχνά έχουν χρησιμοποιηθεί ως κριτική από άρχουσες ομάδες ή άτομα για να δημιουργήσουν ενοχές στους ανθρώπους, ώστε οι ενοχές να τους οδηγήσουν σε αδρανοποίηση της διεκδικητικότητάς τους και σε καθυπόταξή τους. Αυτός ο συσχετισμός πρέπει να αλλάξει, αν θέλουμε να προσεγγίσουμε μια αληθινότερη ηθική που θα μας απελευθερώσει. Η ενοχή ως αναγνώριση και ευαισθησία απέναντί στις ατέλειές μας και τις ηθικές ελλείψεις είναι αναγκαία, γιατί οδηγεί εν δυνάμει σε βελτίωση, αλλά ως παθητικοποίηση αποτελεί στρέβλωση και κίνδυνο για την βουλητική ανάπτυξη και την ελευθερία του ανθρώπου.

Από το άλλο μέρος, η πλήρης απόρριψη των ενοχών ως έλλειψη ευαισθησίας απέναντι στα αντικοινωνικά στοιχεία μας και στη βλάβη που προκαλούν στους άλλους αποτελεί κυριαρχικότητα που καταδυναστεύει και ευθεία στρέβλωση της έννοιας της ελευθερίας. Το όλο πρόβλημα είναι περίπλοκο και απαιτεί σύνεση και εμβάθυνση και δεν μπορεί να μετριαστεί και τελικά να λυθεί, αν οι άνθρωποι εξακολουθήσουν να ζουν παθητικά και αστόχαστα.

 

Ελευθερία και Επιθυμία

Ένα φιλοσοφικό ερώτημα που μπορεί να τεθεί και έχει όντως τεθεί από πολλούς είναι:

(α)Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει ελευθερία μαζί με ευθύνη;

(β)Υπάρχει, τελικά, ελευθερία της βουλήσεως;

Αυτό είναι τρομερά δύσκολο να απαντηθεί, αδύνατο θα λέγαμε, γιατί δεν γνωρίζουμε ούτε τη φύση της ελευθερίας, ούτε τη φύση της θελήσεως, ούτε, κατά μείζονα λόγο, τη φύση των όντων που θα μπορούσε να μας απαντήσει στα άλλα δύο.

Υπάρχει ένα πρόχειρο και εύκολο κριτήριο για τη λύση του προβλήματος: η επιθυμία. Δηλαδή, εφ’ όσον η επιθυμία χαρακτηρίζει τη ζωή μας, τότε ας παραδοθούμε σε αυτήν για να περάσουμε τον χρόνο μας όσο πιο ικανοποιητικά είναι δυνατόν. Είναι και αυτό μία επιλογή, αλλά ας μην την περιβάλλουμε με την αίγλη μιας μεγάλης ιδέας, εν προκειμένω της Ελευθερίας, πράγμα που θα είναι πλάνη. Μπορούμε, εξάλλου, να ρωτήσουμε σε αυτό το σημείο: Μπορούμε να τιθασεύσουμε την επιθυμία μας, να ελέγξουμε τη λειτουργία της αλλά και τη γένεσή της; Σαφέστατα όχι στην πλειονότητα των περιπτώσεων! Αλλά και αν μπορούσαμε να το κάνουμε, δεν θα έπρεπε να αναρωτηθούμε για το κίνητρο αυτού του ελέγχου, που θα μπορούσε να κρύβει και αυτό μια εξάρτησή μας, μια ανευλευθερία; Σαφέστατα, ναι. Για παράδειγμα, η προσαρμογή στις συνθήκες μπορεί να παρουσιάζεται ως ελευθερία, αλλά να είναι απλώς μία παθητικότητα στο βάθος του εαυτού ή μια αντίδραση. Τότε για τι είδους ελευθερία μιλάμε; Η ελευθερία και η θέληση (που εδώ απουσιάζει) είναι άρρηκτα δεμένες, συνώνυμες ίσως, και εμπεριέχουν το στοιχείο μιας πρωτοτυπίας, αν και όχι σε επίπεδο μορφής ως ανόητης εκκεντρικότητας. Είναι μια πρωτοτυπία που εδράζεται στην γενεσιουργό δύναμη του ανθρώπου και ας καταλήγει σε μία μορφή ήδη γνωστή. Δεν είναι μίμηση.

Η επιθυμία, όπως την γνωρίζουμε, είναι συγκρουσιακή και αφήνει απέξω όλους τους άλλους. Λύνεται το πρόβλημα παροδικά και προσωπικά για ελάχιστους, δεν έχει την εμβέλεια του παντός. Αλλά και πάλι το πρόβλημα γι’ αυτούς τους λίγους είναι ότι απελευθερώνουν ορισμένες μόνον πλευρές του εαυτού τους, παραμερίζοντας τις άλλες. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτό είναι ελευθερία πραγματική. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν έχει το στοιχείο της καθολικότητας ούτε προς τον κόσμο ούτε καν προς τον ίδιο τον εαυτό. Το να πορεύεται κανείς αποκλειστικά σύμφωνα με τις επιθυμίες του είναι λανθασμένο – μόνον βέβαια αν η απόφασή του παίρνει αυτή την κατακλυσμική μορφή με αποκλειστικότητα και χωρίς αυτογνωσία, γιατί από το άλλο μέρος η επιθυμία παίζει ένα πολύ χρήσιμο ρόλο στην ανθρώπινη ζωή. Γι’ αυτό πρέπει να επισημάνουμε οπωσδήποτε ότι δεν πρέπει να εξαφανιστεί η επιθυμία ή να κατασταλεί βάναυσα, εφ’ όσον δεν υπάρχει τίποτε άλλο να μπει στη θέση της σαν νόημα ζωής  αυτόβουλα και χωρίς επιβολή. ‘Ομως σε κάθε περίπτωση δεν είναι ελευθερία. Επίσης, λάθος είναι να εικάζει κανείς την μορφή μιας μακρινής υποθετικής τελειότητας που θα καταστείλει την ανάπτυξη του εαυτού, παραγνωρίζοντας ολότελα τις επιθυμίες του. Η ψυχολογία έχει έναν πολύ δύσκολο τομέα να ασχοληθεί.

Ιωάννα Μουτσοπούλου

Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ

22/9/2017

 Φωτογραφία : Γιάννης Ζήσης