Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΠΑΙΔΕΙΑ & ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

image_pdfimage_print

Ο τομέας της παιδείας είναι ανανεωτικά ο βασικότερος καθώς η εποχή μας αυτή την στιγμή έχει αρχίσει να θερίζει όλες τις αλλαγές που ήρθαν στα εκπαιδευτικά συστήματα κυρίως, μετά από τον Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από την επιρροή που άσκησαν οι διεθνείς οργανισμοί και οι εκπαιδευτικές αποστολές σε όλες τις χώρες που εισήλθαν στη διαδικασία της απελευθέρωσης, και της ανεξαρτησίας και της ανάπτυξης μετά από το τέλος της αποικιοκρατίας. Στην ουσία εδώ πλέον αρχίζουμε να μετράμε το πόσο επιτυχημένο ήταν αυτό το παγκόσμιο εγχείρημα εκπαιδευτικής συνεννόησης και αλληλεπίδρασης στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας.
Ο μεγάλος αυτός εκπαιδευτικός κύκλος που περιλάμβανε κινήματα και εναλλακτικές προσεγγίσεις όπως από τους Ίβαν Ίλλιτς και Φρέυρε ή κινήματα διανοητικού και ψυχολογικού εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης μέσα από τη σχολή του Πιαζέ και άλλων.
Είναι ένας κύκλος στον οποίο χρωστάει πολλά η ανθρωπότητα. Χρωστάμε πολλά. Αλλά την ίδια στιγμή και επί δεκαετίες λειτουργούσε σαν εξωτερικότητα σ’ αυτή την εκπαίδευση η κοινωνία του θεάματος και της κατανάλωσης, παράλληλα με τους φονταμενταλιστικούς αναχρονισμούς και τον ιδεολογικό-πολιτικό πατερναλισμό του Ψυχρού Πολέμου.
Το πρόβλημα της παιδείας αυτή τη στιγμή είναι ότι πρέπει να ξανασταθεί απέναντι σε αυτές τις εξωτερικότητες και να συνυφανθεί με το ανθρώπινο πρότυπο ζωής, με την ανθρώπινη πραγματικότητα της ζωής σε μια κατεύθυνση ορθών ανθρωπίνων σχέσεων, σε μια κατεύθυνση προαγωγής της καλής θέλησης και της ευθύνης, σε μια κατεύθυνση ανάπτυξης της ανθρώπινης αλληλεγγύης και της περιβαλλοντικής συνειδητοποίησης.
Βρισκόμαστε δηλαδή σε μια νέα κρίση για την εκπαίδευση την ίδια ώρα που δεν ξέρουμε ακόμη πόσο επιτυχές θα είναι το παγκόσμιο εκπαιδευτικό πείραμα που ξεκίνησε μετά τις πρώτες δεκαετίες του Παγκοσμίου Πολέμου. Αξίζει να τονίσουμε ότι οι συνθήκες της εκπαίδευσης στον Μεσοπόλεμο προφανώς τελούσαν υπό ένα καθεστώς σύγχυσης μπροστά στην κρίση που οδήγησε η μεγάλη ύφεση και μπροστά στην λογική ενός ρεβανσισμού των Κεντρικών Δυνάμεων και μπροστά στον πατερναλιστικό χαρακτήρα της παιδείας στην Σοβιετική Ένωση κτλ.
Έτσι λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι το βασικό πλαίσιο για τον παγκόσμιο σχεδιασμό της εκπαίδευσης που λειτούργησε μετά τον Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα από το όραμα το έθεσαν οι «Τέσσερις Ελευθερίες» και ο «χάρτης του Ατλαντικού» ο οποίος δεν πρέπει να συγχέεται με το αρχικά αμυντικό και τελικά επιθετικό θα πούμε «Βορειοατλαντικό σύμφωνο του ΝΑΤΟ». Ο Χάρτης του Ατλαντικού είναι μια διακήρυξη την οποία την συνυπέγραψαν όλες οι χώρες που συμμετείχαν στον αγώνα ενάντια στον Άξονα και αυτό περιλάμβανε και την Σοβιετική Ένωση. Αυτή η διακήρυξη-φόρμα αποτέλεσε και την βάση για τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Αυτή βέβαια είναι πλέον μια ξεχασμένη ιστορία για τους περισσότερους. Είναι μια ιστορία που βγήκε μέσα από την οδύνη ενός Παγκόσμιου Πολέμου και που τώρα όμως πρέπει να ξανακερδίσει ένα νέο όραμα. Ένα όραμα το οποίο θα χρησιμοποιήσει όλους τους βασικούς μηχανισμούς παγκόσμιας διάχυσης όπως είναι η Unesco που αποτελεί έναν προμαχώνα για αυτή την εκπαιδευτική συνεννόηση.
Το κρίσιμο πρόβλημα είναι πλέον ότι η παιδεία έχει αρχίσει να ξαναεπιστρέφει σε νέα πεδία πατερναλισμού και σε νέα πεδία αλλοτρίωσης μέσα από τη επιχειρηματική είσοδο στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, μέσα από τη φτώχεια και την φονταμενταλιστική διαπαιδαγώγηση, μέσα από την κοινωνία του θεάματος και τα πρότυπα διασκέδασης και κατανάλωσης, μέσα από την διαφήμιση μέσα από τον νέο πολιτικό πατερναλισμό που στοχεύει και που διαμορφώνεται στη λογική της γεωπολιτικής σύγκρουσης των πολιτισμών κτλ.
Όλη αυτή λοιπόν η νέα δυναμική θέτει την εκπαίδευση μπροστά σε νέες ευθύνες και σ’ αυτές τις νέες ευθύνες πρέπει να σταθεί η παιδεία και να γίνει ο βασικός παράγοντας οικουμενικότητας, ευθείας σύνδεσης του ανθρώπου με την ανθρωπότητα, ο βασικός παράγοντας για την προώθηση της δημοκρατίας, ο βασικός παράγοντας για την προώθηση της αρχής της βιωσιμότητας σε σχέση με το περιβάλλον, ο βασικός παράγοντας για την άμβλυνση των οικονομικών ανισοτήτων μέσα από τον μερισμό και την κοινωνία της γνώσης, ο βασικός παράγοντας για την ευθύνη και την ενεργοποίηση των πολιτών.
Παράλληλα σε μια εξειδικευμένη τεχνολογική εκπαίδευση η παιδεία πρέπει να ξανά κερδίσει τη νέα γενιά και τις παλαιότερες γενιές και να λειτουργήσει διαγενεακά, να ξανακερδίσει το κοινό συναρπαστικά, να ανταγωνιστεί σ’ αυτό την κοινωνία του θεάματος και τα πρότυπα διασκέδασης και κατανάλωσης, να ισορροπήσει τελικά τον άνθρωπο, να παίξει τον βασικό ρόλο του κριτή των εξελίξεων.
Τώρα όμως ας έρθουμε στο θέμα των ανθρώπινων σχέσεων που είναι ένα από τα βασικά σημεία που προνομιακά συνδέονται με τον χώρο της εκπαίδευσης. Πραγματικά υπάρχει μια σοβαρή εξέλιξη μέσα από την απελευθέρωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και της ψυχολογικής έκφρασης μέσα από τις σχέσεις των δύο φύλων, μέσα από τις σχέσεις των γενεών, μέσα από τη διαπολιτισμική ψυχολογία, μέσα από την ψυχολογική εκπαίδευση και το management της καθημερινότητας του καθενός.

Επιστροφή στις Ανθρώπινες Σχέσεις
Οι ανθρώπινες σχέσεις αποτελούν πλέον ένα από τα βασικά σημεία στα οποία μπορεί να πει κανείς ότι έγινε πρόοδος, κυρίως μέσα από τον ελευθεριακό χαρακτήρα, μέσα από την καταναλωτική κατάλυση των παραδοσιακών ανθρώπινων σχέσεων, μέσα σε υφιστάμενες συνθήκες σχετικής ευημερίας και κοινωνικής συνοχής κυρίως για τις Δυτικές και τις Βόρειες Χώρες.
Όμως τώρα πλέον υπάρχει μια διακινδύνευση αυτής της κοινωνικής συνοχής και της ευημερίας. Συγκεντρώνεται ισχύς σε αναδυόμενες πολιτιστικές καθηλώσεις και ενελίξεις ή αντιπαλότητες σε επίπεδο συλλογικό. Μέσα σ’ αυτές καλούμαστε να κρατήσουμε την νηφαλιότητα και τα όποια κεκτημένα. Καλούμαστε να περάσουμε μέσα από την μάθηση του «management της καθημερινότητας» και της καθημερινής ζωής με καλή θέληση, με θετικότητα, με αμοιβαιότητα, με συναισθηματική δημιουργική νοημοσύνη, να περάσουμε τελικά σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση των ανθρωπίνων σχέσεων, να γίνουμε δηλαδή φορείς έκφρασης βαθύτερης αυτοπραγμάτωσης ως έκφραση ενός νέου τύπου ανθρώπου που θα προσεγγίσει το ζήτημα των ανθρωπίνων σχέσεων με μια δημιουργική και απροκατάληπτη ορθότητα και λογική, όχι για ανά ψυχράνει τη φύση του και την αισθαντικότητα του αλλά για να την αναγεννήσει, να της δώσει νέες προοπτικές, νέους ορίζοντες ώστε να καταστεί κάθε άνθρωπος περισσότερο δημιουργικός, ελεύθερος και επικοινωνιακός στον άμεσο περίγυρο του και στην κοινωνία.
Η αξία των ορθών ανθρωπίνων σχέσεων συνδέεται με την ανάγκη για μια επιστήμη ορθών ανθρωπίνων σχέσεων όπως είχε διακηρυχτεί και από τον Ρούσβελτ προς το τέλος του Παγκοσμίου Πολέμου ώστε να αντιρροπιστεί αυτή η δυναμική μίσους και ανταγωνισμού, αυτή η αλλοτρίωση απ’ το οικονομικό σύστημα, αυτό το στρες της καθημερινότητας απ’ τον φόβο και την πολιτική του φόβου, απ’ το έλλειμμα ελεύθερου χρόνου ή από την κατασπατάληση του ελεύθερου χρόνου μέσα σε ένα καταναλωτικό πληθωρισμό. Αυτά είναι ζητήματα άμεσης προτεραιότητας τα οποία θα παίξουν καταλυτικό ρόλο για την στάση που θα πάρουμε ο καθένας μας στην μακροχρόνια κρίση και διαμόρφωση του αναδυόμενου μέλλοντος. Κυρίως εδώ είναι το πεδίο της αξιακής πραγμάτωσης όπου πρέπει να αντιμετωπίσουμε το εσωτερικό μας σχίσμα. Είναι ένα σχίσμα μέσα σε μας και ένα σχίσμα ανάμεσα σε μας και τους άλλους, ανάμεσα σε μας και το περιβάλλον με την ολότητα του που περιλαμβάνει και την βιοποικιλότητα. Εκεί πραγματικά πρέπει να αναδείξουμε την αξία και την αρχή της αβλάβειας και της υπηρεσίας, μέσα από καλή θέληση και συνεργασία μ’ ένα πνεύμα ομαδικότητας και ελευθερίας.