1

ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ: ΟΤΑΝ Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΕΓΙΝΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (Μέρος Β’)

pripyat-strandedΣυνέχεια από το ‘Α Μέρος
Ακριβώς επειδή το ατύχημα του Τσέρνομπιλ έγινε αμέσως φανερό ότι αποτελούσε κάτι 
πρωτοφανές σε σχέση με τις προηγούμενα πυρηνικά ατυχήματα, ολόκληρος ο πλανήτης τις ημέρες εκείνες ήρθε αντιμέτωπος με τον φόβο του άγνωστου.

Όλοι κατανοούσαν τις τεράστιες συνέπειες που είχε το ατύχημα. Αλλά κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ποιες θα ήταν οι μελλοντικές επιπτώσεις.

Ψυχολογικές συνέπειες 

Το ατύχημα εκτός από τις περιβαλλοντικές συνέπειες, είχε και τρομακτικές ψυχολογικές συνέπειες τόσο εντός της Σοβιετικής Ένωσης όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. 
Οι ψυχολογικές συνέπειες εντός της Σοβιετικής Ένωσης μάλιστα είναι άρρηκτα δεμένες και με τις πολιτικές επιπτώσεις του ατυχήματος.

-Η έλλειψη ενημέρωσης αμέσως μετά το ατύχημα, 
-η τραυματική εμπειρία της εκκένωσης ολόκληρων περιοχών, 
-η απελπισμένη –αλλά αναπόφευκτη- επιχείρηση εκκαθάρισης, φραγής του αντιδραστήρα και αποφυγής μιας τρίτης υπόγειας έκρηξης, και
-οι εικόνες με τα παραμορφωμένα φύλλα των δέντρων και ζώων και σε μικρό χρονικό διάστημα αυτές των νεογέννητων παραμορφωμένων μωρών,
ήταν κάποιες μόνο από τις αιτίες που επέφεραν ένα μαζικό ψυχολογικό σοκ σε εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Αυτό όμως που μετέτρεψε το ατύχημα του Τσέρνομπιλ σε ψυχολογικό ολετήρα ήταν ο φόβος για τις μελλοντικές επιπτώσεις που θα είχε η ραδιενέργεια στην υγεία.

Το γεγονός δηλαδή ότι οι συνέπειές της –όπως αναφέραμε και παραπάνω- σε απώλεια ανθρώπινων ζωών και στις επιπτώσεις της στην πανίδα και τη χλωρίδα παγκοσμίως, όχι μόνο δεν θα μπορούσαν να γίνουν άμεσα αντιληπτές, αλλά θα αναπτυσσόταν ή θα εμφανίζονταν χρόνια αργότερα. 
Πρόκειται για έναν ψυχολογικό φόβο που δεν είχε ξανανιώσει η ανθρωπότητα και ευτυχώς δεν έχει ξαναδεί από τότε.  
Ακριβώς επειδή τα αποτελέσματα της καταστροφής ήταν μακροχρόνια και αποκαλύπτονταν ημέρα με την ημέρα ακόμα και μετά από χρόνια, αντίστοιχα μακροχρόνιες ήταν και οι ψυχολογικές συνέπειες.
Επιπλέον πολλά χρόνια μετά το ατύχημα ακόμα και σήμερα, πολλοί άνθρωποι άρρωστοι εξαιτίας του ατυχήματος, παραμένουν κοινωνικά αποκλεισμένοι και στιγματισμένοι, στη Λευκορωσία, την Ουκρανία και τη Ρωσία.

Πολιτικές επιπτώσεις

Δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι το Τσέρνομπιλ διέρρηξε εκ των έσω ολόκληρη τη Σοβιετική κοινωνία.
Σε πολιτικό επίπεδο ειδικά τις πρώτες ημέρες, ο κρατικός μηχανισμός της υπερδύναμης έμοιαζε να έχει παγώσει τελείως, όχι τόσο στην αντιμετώπιση του ατυχήματος στον αντιδραστήρα, όσο στις μουδιασμένες και άκαιρες αντιδράσεις του σε επίπεδο επικοινωνίας και ψυχολογικής στήριξης του πληθυσμού. Πολλοί από τους αξιωματούχους, σχεδόν δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι έχει συμβεί το ατύχημα.  

Σχηματικά και εκ των υστέρων το ατύχημα του Τσερνομπίλ αποκλήθηκε ως «η αρχή του τέλους» της Σοβιετικής Ένωσης. 
Σημειολογικά όμως κατέδειξε –έστω και σε έναν τομέα φαινομενικά άσχετο με την πολιτική- την παρακμή στην οποία η υπερδύναμη είχε βυθιστεί την δεκαετία του ’80. 
Όλος ο πλανήτης αντιλήφθηκε ότι η χώρα ήταν πιο αδύναμη από αυτό που πραγματικά έδειχνε προς τα έξω. Αυτό που δεν είχαν καταφέρει τέσσερις δεκαετίες Ψυχρού Πολέμου το είχαν καταφέρει τα ραδιενεργά στοιχεία μέσα σε πέντε ημέρες.  
Οι κατηγορίες αυτές βέβαια στην συνέχεια γιγαντώθηκαν και έφτασαν σε σημεία υπερβολής καθώς η καταστροφή του Τσερνομπίλ αποτέλεσε για αρκετούς στη Δύση το τέλειο επιχείρημα για την υπεροχή του καπιταλισμού επί του υπαρκτού σοσιαλισμού.  

Η Σοβιετική Ένωση δεν παραδέχθηκε το ατύχημα παρά μόνο την τρίτη ημέρα, αφού πλέον οι πυρηνικοί επιστήμονες ανά την Ευρώπη είχαν εντοπίσει την περιοχή του ατυχήματος και οι ιθύνοντες στην Μόσχα αντιλήφθηκαν τη σοβαρότητα του ατυχήματος. 
Επιπλέον υπήρξε κατακραυγή για το γεγονός ότι οι περισσότεροι από τους χιλιάδες κατοίκους που απομακρύνθηκαν από τις εστίες τους, είχαν ενημερωθεί ότι εγκαταλείπουν την περιοχή προσωρινά.

Η λανθασμένη αυτή οδηγία και κυρίως το γεγονός της αρχικής προσπάθειας απόκρυψης ή συγκάλυψης της σοβαρότητας του ατυχήματος ενίσχυσε στη Δύση, την εικόνα της αναρχίας που επικράτησε στη Μόσχα τις πρώτες ημέρες μετά το ατύχημα και μείωσε ιδιαίτερα την υπόληψη την οποία έτρεφαν εχθροί και φίλοι για την υπερδύναμη, πριν το ατύχημα.  
Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι το ατύχημα επιτάχυνε ή και συνέβαλλε αποφασιστικά στη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού της ΕΣΣΔ με αποτέλεσμα τη διάλυσή της λίγα χρόνια αργότερα. 

Σε επιστημονικό επίπεδο, για τη Σοβιετική Ένωση, που ήθελε να υπερηφανεύεται για παγκόσμια πρωτοπορία στους τομείς έρευνας και τεχνολογίας το ατύχημα αποτέλεσε πραγματικό «κόλαφο» 

Οι κατηγορίες που εξαπολύθηκαν
 ακόμα και από το εσωτερικό της χώρας, ήταν πρωτοφανείς και δεν θα μπορούσε φυσικά να γίνει αλλιώς, αφού εξίσου πρωτοφανής ήταν και η καταστροφή. 
Αρχικά βέβαια ήταν εγκληματική η καθυστέρηση της παραδοχής του ατυχήματος, όχι μόνο για πρακτικούς λόγους, αλλά και για λόγους ηθικής και ψυχολογικής υποστήριξης του πληθυσμού.

Επιπλέον η σοβιετική ηγεσία κατηγορήθηκε για το γεγονός, ότι το πυρηνικό εργοστάσιο του Τσέρνομπιλ δεν διέθετε τις επαρκείς εγκαταστάσεις ασφαλείας που διέθεταν τα περισσότερα εργοστάσια της εποχής. Παρόλα αυτά η έκρηξη που ακολούθησε του ατυχήματος ήταν τόσο ισχυρή που οι περισσότεροι ειδικοί θεωρούν ότι κανένας αντιδραστήρας στον κόσμο –ανεξαρτήτως των εγκαταστάσεων ασφαλείας του- δεν θα άντεχε. 

Πολλοί επιστήμονες είχαν προειδοποιήσει
 για την έλλειψη των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας κατά την διάρκεια δοκιμών, κατά την διάρκεια μίας εκ των οποίων και προήλθε το ατύχημα. Το προσωπικό μάλιστα του εργοστασίου κατηγορήθηκε ως ανειδίκευτο και χαμηλού επιπέδου. Οι συγκεκριμένες κατηγορίες δεν αφορούσαν μόνο το ατύχημα αυτό καθεαυτό, αλλά κυρίως την αντιμετώπισή του μόλις εκδηλώθηκε. 

Κανένας από τους εργαζόμενους δεν αντιλήφθηκε το μέγεθος της καταστροφής, ενώ ο επικεφαλής του προσωπικού του αντιδραστήρα, Αλεξάντερ Ακίμοβ, που πέθανε τρεις εβδομάδες αργότερα, υπέθεσε ότι ο αντιδραστήρας είχε μείνει ανέπαφος μετά την πρώτη έκρηξη.

Η επόμενη μέρα

Εκτός από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, για την οποία ένα από τα οχήματα πολλοί διατείνονται ότι υπήρξε και το ατύχημα, υπήρξαν στην συνέχεια προστριβές μεταξύ των νεοσύστατων Δημοκρατιών Ρωσίας, Ουκρανίας και Λευκορωσίας. 

Τα ερωτηματικά όμως όσον αφορά την ασφάλεια παρέμειναν από το 1986 εφιαλτικά
: τι θα γινόταν για παράδειγμα εάν ένα παρόμοιο πυρηνικό ατύχημα γινόταν σε ένα μικρότερο κράτος που δεν είχε τις δυνατότητες, τις υποδομές και τα μέσα της τότε ΕΣΣΔ. Με το δεδομένο δηλαδή ότι η καταστροφή ήταν τρομακτική ακόμα και για μία υπερδύναμη, τι θα γινόταν εάν το ατύχημα αυτό λάμβανε χώρα σε ένα κράτος με πολύ μικρότερες υποδομές το οποίο διέθετε πυρηνικά; 

Το ερώτημα αυτό βασάνισε φυσικά για πολλά χρόνια και την Ελλάδα, με το προβληματικό πυρηνικό εργοστάσιο του Κοζλοντούι στη γειτονική Βουλγαρία, να παραμένει ένας εν δυνάμει εφιάλτης για ολόκληρη την περιοχή.

Επιπλέον φάνηκε ότι είναι αδύνατο, ανεξαρτήτως τεχνολογίας, τεχνογνωσίας και μέσων, να περιοριστούν οι συνέπειες ενός πυρηνικού ατυχήματος. Χαρακτηριστική είναι μία δήλωση (αρκετά χρόνια αργότερα) του τότε ηγέτη της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ο οποίος είχε πει ότι το ατύχημα τον έκανε να νοιώσει τη ματαιότητα των πυρηνικών εξοπλισμών: «Είχαμε εκατοντάδες πυρηνικές κεφαλές στραμμένες προς τις ΗΠΑ, η κάθε μία εκ των οποίων είχε δυνατότητα καταστροφής πολλαπλάσια του Τσέρνομπιλ. Αντιλήφθηκα ότι αρκούσε μόνο μία από αυτές για να καταστρέψει ολόκληρο τον πλανήτη».

Το ατύχημα στο Τσέρνομπιλ απέτρεψε την παγκόσμια κοινότητα από την κατασκευή αντιδραστήρων και τη χρησιμοποίηση της πυρηνικής ενέργειας για αρκετά χρόνια. Πολλά κράτη –χωρίς φυσικά να λάμπουν και οι εξαιρέσεις- διέκοψαν ή ανέστειλαν τα πυρηνικά τους προγράμματα, αφού ο φόβος ενός παρομοίου ατυχήματος είχε πείσει επιστήμονες, πολιτικούς και κυρίως την κοινή γνώμη για τον κίνδυνο που περίκλειε η λειτουργία πυρηνικών εργοστασίων.  

Από την αρχή όμως της παρούσας δεκαετίας υπήρξε πραγματικά μεγάλης κλίμακας επαναδραστηριοποίηση για την επιστροφή στην πυρηνική ενέργεια. Και όσο περνούν τα χρόνια και το ατύχημα διαγράφεται σταδιακά από τις μνήμες της παγκόσμιας κοινής γνώμης, το πυρηνικό κίνημα αρχίζει να ξαναπαίρνει την μορφή χιονοστιβάδας, αντίστοιχης με αυτής της δεκαετίας του ’70. Με την -εφιαλτική- διαφορά ότι τότε κανείς δεν είχε ζήσει το Τσέρνομπιλ…

Άρης Καπαράκης

Φωτογραφίες: wikipedia
Ημερομηνία δημοσίευσης: 24 Απριλίου 2009