1

ΔΡΟΜΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ (του Γιάννη Ζήση)

Στοχασμοί και Βιώματα στο Ιδεατό της Συνείδησης και της Πραγματικότητας – Δρόμοι Πνευματικής Εξέλιξης 

        Αν το μη αισθητό δεν σημαίνει ανύπαρκτο, γιατί ο θάνατός μας εκλαμβάνεται ως  ανυπαρξία; Ίσως κάποτε η σύγχρονη κατάσταση συνείδησης σ’ όλο σχεδόν το εύρος της να φαντάζει σαν λησμονημένο όνειρο καθώς η θέληση για Όνειρο και η ανέλιξη των εγκεφαλικών δυνατοτήτων και προτιμήσεων θα έχουν μεταθέσει το σημείο πόλωσής τους μακριά από το σημερινό.

 

        Ο Χρόνος ως φαινομενολογικό πεδίο και διάσταση της συνείδησής μας πρέπει να ελευθερωθεί από την επιθυμία, παρά το γεγονός ότι αποτελεί γόνιμο πεδίο έκφρασης της Θέλησης για ύπαρξη και είναι. Ποιο όμως είναι το Νόημα της Ελευθερίας αν δεν είναι η θυσία επιλέξιμη και ισχυρή δυνατότητα;

        Η έκκληση να σκεφτούμε με την καρδιά εμπεριέχει πολλή σοφία, καθώς όχι μόνο αναφέρεται στη θεραπεία των ψυχολογικών φραγών και συμφορήσεων που στοιχειώνουν στο σώμα, αλλά υποδηλώνει την ανάγκη να αντιληφθούμε τη θαυμαστότητα της ζωής. Ένας λυτρωτικός ψυχοσωματικός αφοπλισμός θα εκλύσει την αρχέτυπη θεραπευτικότητα της ζωής και της ενέργειας.                                          

                                                                                          Α
        1.
 Είναι αφέλεια εμπειρική και νοητική να νομίζουμε, να πιστεύουμε και να αισθανόμαστε ότι η μη αισθητότητα, η μη ορατότητα υποδηλώνει ανυπαρξία και απουσία. Επομένως μπορούμε σε μια πιο υπερβατολογική αντίληψη έναντι της μη αισθητότητας να αναφερθούμε στο Ανεκδήλωτο. Το Ανεκδήλωτο μας ασκεί υπερβατική εντύπωση. Η λιτότητα της Διαφάνειας του Αόρατου μας εντυπώνει με Απλότητα.

        Το Ανεκδήλωτο εκλαμβάνεται ως Αφαίρεση, ως Απλότητα του Άμορφου. Το Άμορφο λοιπόν αποτελεί πηγή-συμβολική άποψη της Απλότητας. Αυτό βέβαια ισχύει για την αίσθηση μορφής. Ισχύει ως προς την αισθητή τοπιακότητα και τοπικότητα, και όχι ως προς την υπερβατική όψη του κόσμου. Σιγά- σιγά η αντίληψή μας χειραφετείται από τη συμβατικότητα της αίσθησης μορφής, διαφοροποιείται και φασματοποιείται υπερβατικά τροπικά.


        2.
 Αν λοιπόν το Ανεκδήλωτο και ακόμη περισσότερο το μη αισθητό δεν σημαίνουν ανύπαρκτο, γιατί ο θάνατός μας εκλαμβάνεται ως  ανυπαρξία;  

         Ο λόγος γι’ αυτό ίσως είναι το γεγονός ότι το όργανο διαφοροποίησης αυτών των εντυπώσεων και των εννοιών όχι μόνο είναι φορέας των εννοιών και της επιστημονικής πλοκής τους για το υπαρκτό, αλλά πάσχει από το σύνολο των παθών με τη μορφή. Είναι εξαρτημένο από τη μορφή γλωσσικά, αισθητηριακά και ψυχολογικά. Το όργανο αυτό είναι ο εγκέφαλος και ο νευρωνικός οργανισμός. Η θνητότητα λοιπόν του μέσου, του οργάνου αισθητηριακής απόφανσης, εκλαμβάνεται ως ανυπαρξία. Την ίδια όμως ώρα η μη αισθητότητα δεν μπορεί λογικά και εμπειρικά με πληρότητα να δηλώσει ή να δηλωθεί ως ανυπαρξία.

        Η πειστικότητα όμως του εγκεφάλου ξεκινάει από την προτίμησή του να προσεγγίζει την ύπαρξη με όρους αισθητότητας και μορφήςΑυτή όμως η προτίμηση που εποικοδομείται και ως γλωσσικό-επιστημονικό τέχνημα είναι εξαρτημένη. Υπό αυτούς λοιπόν τους όρους ο εγκέφαλος δεν είναι επαρκής μάρτυρας της ύπαρξης. Αν βέβαια ο εγκέφαλος αποφαίνεται με αυτή την προτίμηση ως πεδίο του φαντασιακού, οι εναλλακτικές εκδοχές αυτού του φαντασιακού έχουν μειωμένο κύρος ως αναθεωρητικές σκέψεις ή και επιγνώσεις. 

 
         Εκλαμβάνεται έτσι ως φαντασία η εναλλακτική άποψη για την ύπαρξη, ενώ τελικά όλη η αποφαντική προσέγγιση του εγκεφάλου, στο σύνολο της 
δηλαδή, είναι φαντασιακή και όχι μόνο η πεποίθηση ή η διαισθητική άποψη ύπαρξης ή μη, στο ανεκδήλωτο. Όλο το επιστητό είναι προσομειωτική ανταπόκριση μέσω φαντασίας ή επινόηση και όχι μόνο ένα μέρος των πεποιθήσεων. Και το πειραματικό, νοητικά και φυσικά, αποφατικό πλέγμα σχέσης της συνείδησης με τον κόσμο είναι φαντασιακά διαμεσολαβημένο. Στον ανελιγμένο εννοιακά συλλογισμό δικαιώνεται η φαινομενολογική, και όχι η φαινομενοκρατική, προσέγγιση στην αυτοαναφορικότητα της συνείδησης και στη διαπιστωτική και ενορατική της δυναμική.   

        3. Ίσως κάποτε η σύγχρονη κατάσταση συνείδησης σ’ όλο σχεδόν το εύρος της να φαντάζει σαν λησμονημένο όνειρο, καθώς η θέληση για Όνειρο και η ανέλιξη των εγκεφαλικών δυνατοτήτων και προτιμήσεων θα έχουν μεταθέσει το σημείο πόλωσής τους μακριά από το σημερινό. Ίσως τότε λοιπόν ο θάνατος δεν θα σημαίνει κάτι διαφορετικό από την απλότητα και την αφαιρετικότητα του υπαρκτού και του ανεκδήλωτου. Αυτό θα το σημαίνει με όρους μείωσης της ψευδαισθησιακής βεβαιότητας των αισθήσεων και του φαντασιακού στον εγκέφαλο και την συνειδητότητά μας, παρά τον θετικιστικό, επιστημολογικό, πειραματικό και ορθολογιστικό αλγόριθμο επαληθευσιμότητας και βεβαιότητας.

      Αυτή η εναλλαγή ίσως ερμηνεύεται ως διαφάνεια του υπαρκτού και η σημερινή μας φαινομενοκρατική ισχυρογνωμοσύνη ή συνειδησιοφάνεια τότε θα έχει εγκαταλειφθεί. 

        Το αναλίσκον «πυρ» της εξέλιξης θα έχει μετατοπίσει το συνειδητό. Μια τέτοια μετατόπιση θα σημαίνει πολλά βέβαια για επιλογές τρόπου ζωής, για αξίες ζωής και πράξεις. 

        4. Ας μη φυλακίζει η εξάρτηση και ο επιθυμησιακός χαρακτήρας της φαντασίωσής μας τη δημιουργικότητα του χρόνου. 

       Ο Χρόνος ως φαινομενολογικό πεδίο και διάσταση της συνείδησής μας πρέπει να ελευθερωθεί από την επιθυμία παρά το γεγονός ότι αποτελεί γόνιμο πεδίο έκφρασης της Θέλησης για ύπαρξη και είναι. 

        Το Πνεύμα του Χρόνου είναι το Ανεκδήλωτο, ο καταστροφέας των μορφών και των ειδωλικών πυκνωμάτων. 


        5.
 Η Απλότητα δεν είναι μυστικιστικό συναίσθημα, ή αδράνεια της ερμηνευτικής ανταπόκρισης. Είναι η προοπτική αντίληψης της συνθετικής έντασης του απείρου, που είναι ελεύθερη από μορφή και μορφική προτίμηση της συνειδητότητάς μας. Είναι η ανειδωλικότητα βιωμένη. 

      Η συνολική απλότητα μεταμορφώνει τη ζωή στο πνεύμα του απείρου, είναι το πυρ ή το πνεύμα της ελευθερίας. 


        6.
 Καθώς το φαντασιακό ανελίσσεται στη φαινομενολογική επίγνωση της συνείδησης, η συνείδηση ενορά ή διαισθάνεται πεδία ύπαρξης υπάρχοντα επέκεινα της γλωσσικής ικανότητας και περιγραφικότητάς της.

        Αναδεικνύεται έτσι το Ανεκδήλωτο σαν Δημιουργικό Πυρ που το συναντάμε πάνω στο Όρος της Αλήθειας ή του Πραγματικού, σε μια διαισθητική επίγνωση για την Ύπαρξη και το Είναι. Το Υπερβατικό λειτουργεί ως γόνιμο πεδίο ενορατικής εφέλκυσης και εννοιακής και δημιουργικής επίκλησης.

         Λειτουργεί σαν ανακαινιστής του ορίζοντα των μορφών. Έτσι η φαντασία και η φαντασιότητα δικαιώνονται δημιουργικά. 

        Η δημιουργική φαντασία λειτουργεί με ενορατική συνέπεια, καθώς το Ανεκδήλωτο και η Απλότητα ή η Αφαίρεση αποτελούν αρχέτυπο της δημιουργικής εφέλκυσης της συνείδησης.

       Το Πνεύμα της Απλότητας είναι το δημιουργικό πυρ. Η δημιουργικότητα είναι το Όρος της Αλήθειας ή του Πραγματικού, όπως ο νους μεταμορφώνεται σε διαυγές φως. Η μεταμόρφωση του νου σε διαυγές φως ως μιά όψη αποκέντρωσης αναδεικνύει την υπέρβαση της φαινομενοκρατικής αυθεντίας. 
       

         Ο νους αναδεικνύεται ως όψη της Συμπάθειας και της Θυσιαστικής Αγάπης στην καρδιά των όντων, ως ενόραση ή καθαρή λογική της Ολότητας και του Είναι. 

        Ο νους ως καθαρή λογική του Όλου και της Ύπαρξης, ως ζωή στην Ολότητα και την ακεραιότητά της, άγει σε θυσιαστική αγάπη και ισότητα, εκφράζει τη θέληση για το καλό, αποτελεί την ουσία της. Είναι η αρχή της «Ειρήνης που υπερβαίνει, την (φαινομενοκρατική) κατανόησή» μας.

       Στο σημείο αυτό βλέπουμε τη σύνθεση ψυχολογικών και ηθικών στοιχείων με εννοιακές φαινομενολογικές και ενορατικές και πνευματικές επιγνώσεις.

       Έτσι αποκαλύπτεται η κοινή δυναμική της ψυχολογικής ανέλιξης με την ανέλιξη της φαινομενολογικής και εννοιακής επίγνωσης.

        Το αίτημα για ανιδιοτέλεια και αποκέντρωση της συνείδησης εκπληρώνεται ταυτόχρονα με την αφαιρετική ενόραση και επίγνωση ως οπτική της Διαφάνειας της Ύπαρξης, ως Πνευματική Οργανικότητά της

        Η αλλοτριωτική καθήλωση στην χωριστικότητα και στην ειδωλικότητα του επιστητού και του συνειδητού μπαίνει σε πορεία εξαφάνισης. 

        Έτσι η Ελευθερία βιώνεται ως φαινομενολογική Υπέρβαση και Οικολογική Αναφορά. 

        7. Ποιο όμως είναι το Νόημα της Ελευθερίας αν δεν υπάρχει Υποκείμενο και αν δεν είναι δυνατή ως επιλέξιμη και ισχυρή η Θυσία; Ποιο είναι το νόημα, αν η Ελευθερία δεν γεννάει Ευθύνη και δεν βιώνεται ως πεδίο δημιουργικής ευθύνης; Η θυσιαστική αγάπη είναι το πυρ ή το πνεύμα της ελευθερίας. 

        Η μέγιστη επιλογή της ελευθερίας είναι η αναφορά ή η επιστροφή στο άμορφο ή το Πνεύμα, η αφαίρεση ως έκφραση της θέλησης για καλό. Υπό αυτή την έννοια αναδεικνύεται ως Θάνατος η Ελευθερία και ολοκληρώνει το «Ελευθερία ή Θάνατος» ως «Ελευθερία και Θάνατος» ή ως «Ελευθερία που είναι Θάνατος».

        Το Πνεύμα του Θανάτου ως υπερβατική αναφορικότητα των όντων αποκαλύπτει τη φύση και την αρχή της ελευθερίας. Το Πνεύμα του Θανάτου έτσι συμβολικά αποτελεί «Ξίφος» του Ανεκδήλωτου, της Ανειδωλικής Ύπαρξης και Πραγματικότητας

        Ο Θάνατος όπως έχει δείξει και η γενεαλογία της εξέλιξης απελευθερώνει την αυτοπραγμάτωση και την αναγέννηση της ζωής. 

        Το θεμελιώδες πεδίο πνευματικής αναφορικότητας είναι η συνείδηση. Στο πεδίο της συνείδησης και όχι των μορφικών συμβάντων υπάρχει η σύνθεση ελευθερίας, θανάτου και ζωής, γι’ αυτό αναφερόμαστε σε Πνεύμα Θανάτου και όχι στο φυσικό γεγονός και την αισθητηριακή απεικόνιση και διερμηνεία. Η όλη πνευματική αναφορά στο θάνατο είναι διαζευγμένη από κάθε σωματοποίηση με όρους βαρβαρότητας και υπανάπτυξης της ποιότητας του κύκλου ζωής. 

        8. Στην αναφορά στο Όλο, στην εκλυτική κατάλυση της συνειδητότητας ως εσωτερικής σχέσης στο Όλο, η μέριμνα και ο φόβος για την επιβίωση μηδενίζεται από την επίγνωση της αυθυπαρξίας του Όλου, και ως Είναι φαινομενολογικό στη συνειδητότητά «μας». Μια τέτοια ψυχολογική και νοητική καταλλαγή εκλύει Ειρήνη και Ευδαιμονία ή Νιρβάνα και Μακαριότητα. Είναι η Απελευθέρωση της συνείδησης προς την Πνευματικότητα και το τέλος της φαινομενοκρατικής εξάρτησής της. Αναδύεται Παρουσία ως όψη του Όλου, της Ύπαρξης, της Ζωής, της Ενέργειας του Πνεύματος και του Είναι. Όλες αυτές οι έννοιες αντιπροσωπεύουν πρωτογενείς όψεις διαθλασμένες από διαφορετικές οπτικές.

         9. Το Ανεκδήλωτο μας απελευθερώνει, το συμβολικό «Ξίφος» του Ανεκδήλωτου είναι το πυρ της μακαριότητας που μας απελευθερώνει από την καθήλωσή μας στην φαινομενοκρατική, παραστασιακή και ψυχολογική κυριαρχία του Χρόνου που την ξεδιπλώνει ακόμη και πάνω στο εννοιακό τοπίο της αντίληψής μας. 

        Η απελευθέρωση της ανταποκριτότητας και της αντίληψης προς το Πνεύμα βιώνεται ως η Μακαριότητα ή Νιρβάνα, στο βαθμό που η λέξη αυτή είναι ιδιαίτερα εμφατική ως παγκόσμια έννοια. 

       10. Το Ξίφος του Ανεκδήλωτου είναι το πυρ της Μακαριότητας που μας απελευθερώνει, καθώς ενώνει την καρδιά του απειροελάχιστου με την καρδιά του απείρου μέσα στην Απλότητα και τη διαστασιακή Ολότητα ή Σύνθεση της Αγάπης.

        Η Απλότητα είναι η Ειρήνη που ενώνει τη μονάδα με το Όλο μέσα στη Διαύγεια της Ενότητας, της Δημιουργικής Δόξας του Ενός ή της Ζωής.

       Στη βίωση της απλότητας και του ανεκδήλωτου απελευθερωνόμαστε από τη συνειδησιακή μέριμνα και καθήλωση στη θνητότητα και την επιβίωση.                                           

        11. Ελευθερία υπάρχει μόνον ως αναίρεση της Χωριστικότητας. Στην Ενότητα είμαστε ελεύθεροι. Στη Σύνθεση του Όλου βιώνουμε την Ελευθερία. Η Χωριστικότητα γεννάει σισύφεια μέριμνα. 

        Η πληρότητα διαφοράς και διάκρισης Ελευθερίας και χωριστικότητας είναι ένα παράδειγμα για την αναγκαιότητα ανάπτυξης της διακριτικότητας της αντίληψης που μας  οδηγεί στην Ταύτιση με το Όλο ως Εαυτό, Ελευθερία και Μακαριότητα, η Σύνθεση και η Μακαριότητα είναι βιωματικά συμφυείς. 

        12. Η Ενύπαρξη του Όντος ως αναφορά της συνείδησης αποτελεί αφετηρία για προσέγγιση όψεων πέραν των συμβολοποιημένων και συμβατικοποιημένων εννοιών. 

        Η εκστατικότητα του συνειδητού εφελκύεται σε νέες αναγνωρίσεις της πνευματικότητας της πραγματικότητας, που εξελικτικά συμβατικοποιούνται και συμβολοποιούνται δημιουργικά και ζωτικά.

        Έτσι το νέο λειτουργεί ρυθμιστικά, μεταμορφωτικά και σηματοδοτικά στο συμβατικό και το συμβολικό και επαναβεβαιώνει στην ενότητα την εξέλιξη ως ζωή της συνείδησηςΤο νέο επιβεβαιώνει το διαρκές, το συνεχές του Όντος. 

        Η δημιουργία επιβεβαιώνει στη διαδικασία της την Ενότητα και Ενιαιότητα του Όντος και συνεπώς εκφράζει Αγάπη ή Θυσιαστική Θέληση ως Θέληση για το Καλό και Εξέλιξη. Είναι Εργασία του Είναι, του Πνεύματος, στο γίγνεσθαι και τη συμπαντικότητά του.

         Με τις λέξεις η αναφορική ικανότητα και ενορατική επίγνωση της συνείδησης αναδεικνύει τη διπολική ή δυαδική αυτοπραγμάτωση της Πραγματικότητάς της εξελικτικά. Οργανικοποιείται Υπερβατικά και Καταλυτικά. 

       Σε μια τέτοια δημιουργικότητα είναι μηδενικός ο φαντασιακός ναρκισσισμός βιογραφικής ιστορικοποίησης του υποκειμένου μέσα στην ένταση και την αφαιρετικότητα της επίγνωσης και της αναφοράς στην Ύπαρξη ή το Πνεύμα

                                                                     Β
        13.
 Ας έρθουμε όμως στην Κοινότητα της Ευχαριστίας και του Ησυχασμού. Ας νιώσουμε την Κοινωνία της Ευχαριστίας, την αρμονικότητα και τη θεραπευτικότητα της ψυχικής ενέργειας. Ας βιώσουμε την αγάπη μεταξύ υπερβατικών, νοητών και αισθητών. Ας νιώσουμε αυτή την αισθαντική αναγέννηση στην ηδύτητα των σχέσεων καταλλαγής, θαλπωρής, κατανόησης, καλής θέλησης, αίσθησης αναλογίας, ειλικρινούς αυτογνωσίας και αρμονικού μέτρου. Η ρυθμικότητα και η «ισότητα ρυθμού» μας διέπει. Μένει να την ανακαλύψουμε και να την αξιοποιήσουμε εξελικτικά. 


        
14. Η αναίρεση των υπαρξιακών φραγών, που εμπεριέχει η υπανάπτυξη των εννοιακώνμορφών και βιωμάτων, χρειάζεται στήριξη και από μια νέα και αναγεννητική ψυχολογική οικονομία και ανέλιξη. Η σοφία είναι διάχυτη στην ευχαριστιακή οργανικότητα και φυσιολογικότητα στην ηδύτητα του μέτρου. Υπάρχει μια ησυχαστική και ευχαριστική αγωγιμότητα στο άπειρο. Είναι μια βίωση «στην άνεση, την ανάπαυση και την ειρηνική σιγή», όπως και στην αρμονία του μέτρου και του ρυθμού με την ευδοκία και την διακονία της αγαπώσας ηδύτητας. «Τα ύδατα επιστρέφουν στην έρημο».

       15. Από έλλειψη σοφίας και κατανόησης έχουμε αμελήσει τον Αισθαντικό Λόγο και την αισθαντικότητα του Λόγου. Έχουμε απομονώσει την αισθητικότητα του Λόγου και τον Λόγο της αισθητικότητας, της αισθαντικότητας και των ανθρώπινων σχέσεων. Η αρμονική επιθυμία και αίσθηση και η ζωτική ενάργειά τους μας λείπουν. Η σωματικότητα αποτελεί ένα σημείο καταλλαγής, ηδύτητας και αναγέννησης των ιδεών. Είναι ένα πεδίο αρμονικής συνέχειας, ανελικτικής και θυσιαστικής καμπής.       
        Είναι μιά θεραπευτική, ευχαριστιακή και διακονούσα πολικότητα. Είναι μερισματική συμπάθεια, αν διακατέχεται από αρμονική ενάργεια και ενορατική εποπτεία και αποκέντρωση. Η σωματική επιμελητεία λειτουργεί ως συνεργατική ενότητα και πεδίο ομαδοποίησης επικλητικής και εφελκυστικής. Είναι πεδίο οντολογικής συμφιλίωσης, διακριτικότητας και αναγνώρισης.

         Η έκκληση να σκεφτούμε με την καρδιά εμπεριέχει πολλή σοφία, καθώς όχι μόνο αναφέρεται στη θεραπεία των ψυχολογικών φραγών και συμφορήσεων που στοιχειώνουν στο σώμα, αλλά υποδηλώνει και την ανάγκη να αντιληφθούμε τη θαυμαστότητα της ζωής. Φανερώνει την ανάγκη για βαθειά κυκλοφορία, έκφραση και αρμονική βίωση της ενέργειας και της ζωής, καθιστώντας πιο αρμονική τη σχέση, τη συνεργασία και την αλληλεπίδραση της ζωής στη βασική διπολική ανάπτυξή της ως ενέργειας και συνείδησης, μεταξύ του συστήματος της καρδιάς και του εγκεφάλου. Χρειαζόμαστε μιά ολοκληρωμένη «καρδιακή συνοχή».

 

         Χρειαζόμαστε μια βαθειά διάγνωση και αποδόμηση των σωματοποιημένων ψυχολογικών φραγών, ώστε να αποκαταστήσουμε τη βαθειά ψυχική ενάργεια και αρμονικότητα του σώματοςτης ζωής και της συνείδησης. Χρειάζεται μια βαθειά εναργής και λεπτοφυής ψυχολογική και εννοιακή απο-εντύπωση του σώματος. Το χρειαζόμαστε για να αποκαταστήσουμε την αρμονική αγωγιμότητά του στην ενέργεια, τη ζωή, την ψυχή και το πνεύμα.

        Οι ειδωλικές εξαρτήσεις και επιθυμίες, οι καθηλωτικές πυκνώσεις και οι ψυχολογικές συμφορήσεις, καθιστούν συμπλεγματική όχι μόνο τη σχέση μας με τις έννοιες, την σκέψη και την αίσθηση του Είναι, αλλά και με το σώμα. Το σώμα μπορεί να θεαθεί σαν λυτρωτική φυσιολογία και κατάλυση ή σοφία. Ένας λυτρωτικός ψυχοσωματικός αφοπλισμός θα εκλύσει την αρχέτυπη θεραπευτικότητα της ζωής και της ενέργειας.

          Η ψυχολογική αποφλεγμονοποίηση του σώματος, η άρση των ψυχρών και μακρών φραγμών και η θεραπευτικά καταλυτική «ανακίνηση των υδάτων»-συναισθημάτων εισάγουν νέες ροές και υπαρξιακές αγωγιμότητες και ικανότητες στο σώμα. 

           Νέες ιαματικές συνέργειες και θαυμαστότητες της ενέργειας αναμένουν να τις ανακαλύψουμε. Ο θεραπευτικός ψυχοσωματικός οργανικός μερισμός κρύβει μεγάλες δυνάμεις. Είναι δυνάμεις μετουσιωτικά καταλυτικές. Αρκεί να τις προσεγγίσουμε με συνειδησιακή υπαρξιακή ενάργεια. Λειτουργούν μέσα από την κατασταλακτική αναγνωριστική εναίσθησή τους. 

         Συχνά η συνάντηση μαζί τους οδηγεί ή προϋποθέτει λυτρωτικές ψυχολογικές, ενεργειακές, σωματικές ή και νοητικές διακυμάνσεις. Όμως οι διακυμάνσεις αυτές λειτουργούν θεραπευτικά αν δεν εκτρέπονται σε ερεθισμό, φόβο ή αδράνεια-ρουτίνα. 

         Τα ψυχοσωματικά συμπτώματα πρέπει να ερμηνεύονται με ιατρική διαίσθηση και σοφία. Αποτελούν έναν παλμό που συγκαλύπτει ένα βαθύτερο ρεύμα καταστάσεων.

         Η ακύμαντη, επιφανειακά και με προθεσμία, «υγιής» κανονικότητα δεν προσφέρει ευκαιρίες διάγνωσης και βαθειάς θεραπείας. 

          Η φλεγμονώδης ψυχοσωματικά οξεία φάση των ασθενειών επίσης.

         Όμως πριν από κάθε άλλο οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την αφθονία της ζωής, το ομοιοστατικό της πεδίο, τη ρυθμική εξελικτικότητα και την πνευματικότητά της.

         Η χαρά της κίνησης, της κοινωνίας και της αίσθησης, η γλαφυρότητα του κόσμου και των επαφών μπορούν επίσης να δράσουν λυτρωτικά και δεν αποκλείουν την πνευματικότητα.

         

        16. Παράλληλα όμως χρειάζεται να φτάσουμε στην καταλλαγή της πλήρους παραίτησης ως το ελάχιστο, όχι ως στέρηση, αλλά ως διάθεση βαθειάς λυτρωτικά υπαρξιακής ισορροπίας. Είναι μια παραίτηση μέσα στην ελάχιστη θαλπωρή, σε πλήρη ατονική λύση που είναι παράξενα εκλυτική μια θετικότητας της ύπαρξης, μιας Δελφικής καταγραφής του όντος ή της ψυχής.

        Πριν από αυτό, θώκοι ιδιοκτησίας, χρήματος, τεχνολογικής άνεσης, συναισθηματικής και σκεπτικής άμυνας, όπως και μυϊκής θωράκισης,  καταρρέουν συνειδησιακά πλήρως και βιώνεται σχεδόν μια ριζική εκστατική ατονία καταλυτική, με διαρκή αποτελέσματα ψυχολογικής και ιδιοσυγκρασιακής αλλαγής, για εκμηδένιση του πολωτικού ιξώδους μέσα σε ενάργεια παραίτησης. 
         Η εξουθένωση της μορφικής αμυντικότητας, ο πολύ βαθύς αφοπλισμός εγκαθίσταται ουσιαστικά και διαποτίζει τα πάντα. 

        Πρόκειται για νέα υπαρξιακή ισορροπία απέναντι στον χρόνο ως εκμηδενιστική ή εκμηδενιστή που δεν χρησιμοποιεί τις θεατρικές οχυρώσεις του τίποτε, αλλά δυναμοποιεί την εσωτερική ελαχιστότητα, ή την καταλλαγή και την κατάλυση, όχι από μια αντίθεση, αλλά σε μια βαθειά συναίνεση και αποδοχή που αναγνωρίζει το ευρύτερο και ξεπερνάει το χάσμα του προσωπικού με το Είναι, τον κόσμο και το εσωτερικό όν, στο πνεύμα και στο σύμπαν.

        Δεν υπάρχει συνάρπαγμα ή αντίδραση στη θεατρική κίνηση των μορφών, αλλά μια ενατένιση που επιφέρει καταλλαγή. Το όν δεν εκμηδενίζεται με τίποτε, το τίποτε εκμηδενίζεται ως θέατρο υποκατάστασης του όντος.

        Όταν η ζωτικότητα φτάσει συνειδησιακά σε ανθρώπινη μορφή και κατάσταση να γίνει σημείο συνάντησης της αντίληψης του όντος και αυτής της κινητικής θεατρικής υποκατάστασης, έχουμε τη θεμελιώδη ευκαιρία της Σωκρατικής ή Δελφικής αναγνώρισης του Εαυτού και του Θανάτου ως αφετηρίας του φιλοσοφικού βίου. Η έννοια του Είναι γίνεται απελευθερωτικά ουσιαστική. Είναι μια βαθιά ιαματική ανακαίνιση της ζωής μας. 

        Αισθάνεται την πλήρη ελευθερία της ύπαρξης και του κόσμου, την πλήρη ύπαρξη του κόσμου και του εαυτού σε ενότητα Είναι. Είναι μιά ελευθερία ζωτική χωρίς ίχνος χωριστικότητας, μιά ελευθερία που αποδίδει Υπερβατικότητα στο Όλο, την Ετερότητα και το Άλλο ελεύθερο από μορφή, είναι μια ελευθερία που αποδίδεται στον εαυτό απέναντι στη μορφή. Είναι μια εισαγωγή στο πνευματικό πάνθεο.

        Είναι η Πλατωνική ή Παυλική ή, όπως αλλιώς την πούμε, Αναγνώριση. Είναι η Ενόραση και η Αποδέσμευση της αντίληψης στο συνεχές του Είναι και του Πνεύματος, στο Αδήλωτο στη διάρκεια ή την εμφατικότητα της μορφής. 


       
 17. Αυτή η βιωματική συμβατοποιείται σε μια νέα εγκεφαλική δυναμική και λειτουργεί ως κατάλυση προσωπικότητας, του κοινωνικού και οικολογικού κλίματός της. Μια νέα διασκεδαστική ηδύτητα και ζωτικότητα εσωγενής και χωρίς κτητικές προσδοκίες ουσιαστικοποιεί διαφορετικά την καθημερινότητα με χαρίεσσα αβλάβεια, με νοήμονα αγάπη και συνεργατική ευδοκία. Τότε γεννιέται μιά συνεκτική θεατρική θαλπωρή και αναγέννηση της ζωής, χωρίς προσδοκίες, σε αναζήτηση ανοικτού πεδίου για σωστές ανθρώπινες σχέσεις, χωρίς επιθυμίες ειδώλων και απολαύσεων. 


       
18. Ανοίγει ένας νέος κύκλος Αγάπης. Ακολουθεί η γέννηση ενός νέου δημιουργικού θεάτρου και θεατρικού κύκλου με αυτογνωσιακή ενάργεια, ευχαριστία σχέσεων και ησυχαστική ζωή. Βιώνεται μια αποκέντρωση χωρίς καθηλωτικές παγιδεύσεις και στρεβλώσεις, με νέα ιλαρή και αλληλέγγυα αισθαντικότητα, και απελευθερωτικά στοχευμένη σκέψη, ομαδική συνείδηση και ενορατικά κατευθυνόμενη και ζωτική.

 

Γιάννης Ζήσης, Συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ Σόλων
ioanzisis@solon.org.gr  

27 Αυγούστου 2010

27