ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (του Αργύρη Γκασιάμη)

Saiful Mluk 3200m mik - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

Saiful Mluk 3200m mik - Σόλων ΜΚΟ

            Αναχώρηση με Gulfair και άφιξη στο Islamabad, πρωτεύουσα του Πακιστάν. Η ζέστη στην πρωτεύουσα είναι αφόρητη –42οC– και οι προετοιμασίες για την αναχώρηση στα βουνά εντατικές. Επισκεπτόμαστε τα Τάξιλα, έναν από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Ασίας. Εκεί, ανάμεσα σε καλλιέργειες και αγροικίες, υπάρχουν διάσπαρτα ερείπια ελληνιστικών ναών, ενώ στο μουσείο των Ταξίλων μπορεί να θαυμάσει κάνεις δείγματα της τέχνης «Γκαντάρα» ή αλλιώς της ελληνοβουδιστικής τέχνης. Πρόκειται για μοναδικό είδος τεχνοτροπίας που εμπνέεται από την ιστορία του Βούδα με εμφανείς όμως τις ελληνιστικές επιδράσεις, μια τέχνη που ήκμασε στην περιοχή από τον 3ο αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ.Χ. Στα Τάξιλα στρατοπέδευσε και ο Μ. Αλέξανδρος μετά το πέρασμα του Ινδού ποταμού. 

         Την επομένη αναχωρούμε για την κοιλάδα Κaghan, βορείως του Islamabad, τόπο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Στόχος μας είναι να προσεγγίσουμε τη λίμνη Saiful-M’luk στα 3.200m. Ρωτάμε την ταξιδιωτική πράκτορα αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις τοπικές συγκοινωνίες. Χαμογελά με νόημα. Αργότερα θα καταλάβουμε γιατί. Αναχωρούμε με νοικιασμένο αυτοκίνητο. Έξω από το Ιslamabad αρχίζει το αληθινό Πακιστάν. Χάος παντού, στους δρόμους, στα μαγαζιά, στις αγορές.

       Πολύχρωμα φορτηγά, πραγματικά έργα τέχνης, ζωγραφισμένα με μεράκι από τους ιδιοκτήτες τους, σκαρφαλώνουν ασθμαίνοντας από το υπερβολικό φορτίο τις ανηφόρες. Υποτυπώδη λεωφορεία μεταφέρουν ντόπιους οι οποίοι κρέμονται από τις πόρτες και τις σκεπές των οχημάτων. Ούτε λόγος, φυσικά, για οδική συμπεριφορά. Κι όμως, σε μια χώρα  με 150.000.000 κατοίκους οι θάνατοι από οδικά ατυχήματα είναι λιγότεροι από ό,τι στην Ελλάδα. Τους σώζουν οι άθλιοι δρόμοι και οι χαμηλές ταχύτητες. Προσεγγίζουμε τα βουνά. Δύσβατοι δρόμοι και κατολισθήσεις. Παγετώνες κόβουν τον χωματόδρομο. Διερχόμαστε με δυσκολία. Φτάνουμε αργά το βραδύ στο ξενοδοχείο, κατάκοποι μετά από 11 ώρες. Με την τοπική συγκοινωνία θα κάναμε 2 μέρες.

        Την επομένη επιβιβαζόμαστε σε 4×4 και ανεβαίνουμε τον δύσβατο χωματόδρομο για τη λίμνη. Ο παγετώνας έχει διαλύσει κυριολεκτικά τον δρόμο. Οι ροδές γλιστρούν στον πάγο, ο οδηγός αρνείται να μας περάσει. Συνεχίζουμε με τα πόδια. Μετά από μία ώρα ξεπροβάλλει μπροστά μας η λίμνη. Μοιάζει μαγική, στεφανωμένη από 5άρες κορφές, με τη Malika Parbat (5.290m) δεσπόζουσα.  Γλώσσες πάγου ακουμπούν στις όχθες, τα νερά είναι ήσυχα και η ατμόσφαιρα δροσερή και γαλήνια. Όμορφοι παγετωνικοί σχηματισμοί. Χαζεύουμε με τις ώρες το τοπίο. Στην επιστροφή ρωτάμε τον οδηγό αν το φημισμένο Babusar Pass είναι ανοιχτό. Απαντά αρνητικά, μονολεκτικά: «danger». 
       Γυρνάμε από την ίδια διαδρομή. Κλειστοί δρόμοι και καθυστερήσεις. Κανείς δεν διαμαρτύρεται. Αρχίζουμε να συνηθίζουμε. Νυχτώνουμε στη Balakot, την πόλη που χτυπήθηκε περισσότερο από τον σεισμό του 2005. Παντού παραπήγματα, στους δρόμους ανθρώπινες σκιές, ζωές στα χαλάσματα. Η ξένη βοήθεια, κυρίως αμερικανική, είναι λιγοστή. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ελπίζουν σε τίποτα. Θλίψη.

        Τα μεσάνυχτα φτάνουμε στη Mansehra, κομβικό σημείο του αυτοκινητόδρομου. Ψάχνουμε μέσα στο χάος για εισιτήρια. Κάνεις δεν γνωρίζει κάτι για δρομολόγια.  Κάποιος δηλώνει υπεύθυνος και δέχεται να μας βοηθήσει. Περιμένουμε 2 ώρες για το express. Ο χρόνος κολλάει. Κολλάμε και εμείς από τον ιδρώτα, καθώς η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική, 38ο C. Αβεβαιότητα.

       Επιτέλους, φάνηκε το λεωφορείο. Δίνω 200 ρουπίες στον άνθρωπο για να τον ευχαριστήσω. Αρνείται. «Είστε», λέει, «φιλοξενούμενοι». Επιβιβαζόμαστε στη «γαλαρία» και κουλουριαζόμαστε. Όλη τη νύχτα ανεβαίνουμε την κοιλάδα του Ινδού. Κλείνω τα μάτια. Αδύνατο να κοιμηθώ. Σαν σε όνειρο βλέπω τον Ινδό να κατρακυλά λασπωμένος μέσα από άγριες χαράδρες. Ξημέρωσε; Σταματάμε για λίγο και κατεβαίνουμε. Μια ριπή καυτού ανέμου μας χτύπα. Είχα ξεχάσει πόση ζέστη κάνει έξω. Είμαστε στον πάτο ενός καζανιού που βράζει. Γύρω μας γυμνά βράχια 1.500-2.000m ψηλά κρύβουν τον ορίζοντα. Πρόσωπα μας κοιτούν με περιέργεια, ίσως και καχυποψία. Είμαστε στο Kohistan, το πιο συντηρητικό κομμάτι του Πακιστάν.

        Συνεχίζουμε, όχι όμως για πολύ. Το λάστιχο σκάει. Νέα στάση. Αργά το απόγευμα φτάνουμε στο Gilgit. 15 ώρες στο λεωφορείο για 500km. Η πόλη προσφέρεται ως ορμητήριο για εξορμήσεις σε όλο το βόρειο Πακιστάν. Γρήγορα οργανώνουμε το trekking στο Nanga Parbat (8.125m).

        Ξεκινάμε την επομένη. Από τη Raikot bridge μας παραλαμβάνει μάλλον αυτοσχέδιο τζιπ. Για μία ώρα κινούμαστε στην προεξοχή του γκρεμού. Συναντάμε τους συντηρητές του δρόμου που δουλεύουν στο χείλος της αβύσσου υποστηρίζοντας το χωμάτινο οδόστρωμα με πέτρες. Φτάνουμε στην αρχή του μονοπατιού. Όμορφο trekking σε δασωμένη πλαγιά και το απόγευμα είμαστε στα Fairy Meadows, στα 3.200m.

       Πλούσιο ελατοδάσος με φανταστική θέα προς τη βόρεια του Nanga Parbat. Την άλλη μέρα ξεκινάμε για το base camp. Το μονοπάτι κινείται στο χείλος της μορένας. Νερά παντού. Περνάμε καλύβια κτηνοτρόφων στο Beshal και βγαίνουμε ψηλά σε καταπληκτικό αγνάντι. Ο παγετώνας «κυλάει» εντυπωσιακά μπροστά μας. Τέσσερις με πέντε τεράστιοι ποταμοί πάγου συγκλίνουν σε μία κεντρική κοίτη. Ψηλά η κορφή του βουνού μαζεύει σύννεφα. Στα 4.000m ο καιρός αγριεύει. Το βουνό «κλείνει». Μια δυνατή βροντή μας αναγκάζει να στρέψουμε το βλέμμα μας στην ορθοπλαγιά.

       Τεράστιοι όγκοι πάγου έχουν ξεκολλήσει και κατρακυλούν προς τον παγετώνα. Είναι ώρα να επιστρέψουμε. Στεκόμαστε για λίγο σιωπηλοί. Ακούμε τον ήχο του πάγου που μετακινείται αργά, κάτω από την πίεση των αιώνιων χιονιών που στοιβάζονται στα ψηλά. Ο παγετώνας μοιάζει ζωντανός. Μένουμε μαγεμένοι μπροστά στο μεγαλείο. Γρήγορο κατέβασμα και το βράδυ μάς βρίσκει στα αντίσκηνά μας με ψιλόβροχο και αισθητό κρύο. Το πρωί κατεβαίνουμε παρέα με ντόπιο ζωσμένο με το καλάσνικόφ του. Τον ρωτάμε για το όπλο. Η απάντηση αποστομωτική: «local tradition». Τo απόγευμα είμαστε πίσω στο Gilgit.

       Συνεχίζουμε βόρεια, περνώντας από το Sikanderabad-Αλεξανδρούπολη. Φτάνουμε στο Karimabad, κομβικό σημείο της κοιλάδας της Hunza, χτισμένο αμφιθεατρικά σε εκπληκτική θέση. Από το μπαλκόνι χαζεύουμε την επιβλητική κορυφή του Rakaposhi (7.788m) και του Diran (7.266m). Τo κοντινό trekkingστα Ultar Meadows χαρίζει εικόνες σπάνιας ομορφιάς. Ένα πέταλο κορυφών με γλώσσες πάγου να ξεχύνονται από παντού. Μακρινός ήχος από χιονοστιβάδες έρχεται συχνά στα αφτιά μας.

        Δυστυχώς ο χρόνος λιγοστός. Συνεχίζουμε βόρεια. Το τοπίο αγριεύει, οι κoρυφές κλείνουν τριγύρω μας. Κινούμαστε στην αριστερή όχθη ενός ποταμού, ενώ στα δεξιά είναι μόλις διακριτό το παλιό μονοπάτι, ο Δρόμος του Μεταξιού. Σταματάμε για λίγο στα χωριά των Ισμαηλιτών (μουσουλμάνων που ακολουθούν μια χαλαρή εκδοχή του Κορανίου). Βλέπουμε φιλικά πρόσωπα, γυναίκες χωρίς μπούρκα που μας χαμογελούν. Ανταποδίδουμε και μιλάμε για την Ελλάδα. Μας λένε για την τέχνη της υφαντουργίας και μας δείχνουν τους αργαλειούς τους υπερήφανα. Ρωτάμε τι σχέδια έχουν για το μέλλον. Θέλουν, λένε, να ταξιδέψουν στον κόσμο. Φεύγουμε γεμάτοι όμορφα συναισθήματα.

       Νωρίς το απόγευμα είμαστε στο Passu. Τόπος έρημος, άγρια βράχια. Έχω την αίσθηση ότι βρίσκομαι έξω από τις πύλες της Mordor. Παντού οξύαιχμες κορυφές και σάρες. Λογικό, καθώς το Karakoram είναι νέο, μόλις 50.000.000 ετών, και ακόμη μεγαλώνει, μιας και η ινδική πλάκα βυθίζεται κάτω από την Ευρασία. Οι γεωλογικοί σχηματισμοί της περιοχής είναι μοναδικοί.

       Το Passu αποτελεί άριστο ορμητήριο για σκληρό trekking στην πλέον απομονωμένη περιοχή της οροσειράς. Συναντάμε έναν αποστεωμένο Eλβετό που ταξιδεύει στην Ασία για μήνες. Οργανώνουμε την αυριανή εξόρμηση μαζί. Το πολύωρο trekking στον παγετώνα Batura αποδεικνύεται απρόβλεπτο. Κινούμαστε για ώρες σε γυμνό τοπίο χωρίς ίχνος νερού. Ο Eλβετός αποφασίζει να κινηθεί προς την παρακείμενη κορυφή και χάνεται γρήγορα πίσω από την πλαγιά. Συνεχίζουμε, αλλά για πού; Το μονοπάτι δυσδιάκριτο και η ώρα περνάει.

       «Πέφτουμε» στη μορένα, το μονοπάτι έχει χαθεί εξαιτίας των χιονοπτώσεων. Ο Κώστας κουράζεται, αδημονεί να γυρίσει στον πολιτισμό. Ένας ντόπιος που τυχαία βρέθηκε εκεί μας υποδεικνύει την έξοδο από τον λαβύρινθο. Την επομένη αρχίζει η ανάβαση για το φημισμένο Khunjerab Pass στα 4.700m, όπου και τα σύνορα Πακιστάν-Κίνας. Νέα τεράστια κατολίσθηση στον δρόμο μάς αναγκάζει να φορτώσουμε τα πράγματα στους ώμους. Ένα πολύχρωμο κομβόι ταξιδιωτών απλώνεται στις πλαγιές του βουνού. Ευρωπαίοι τουρίστες, Κινέζοι έμποροι, ντόπιοι. Εικόνες καθημερινότητας στο Πακιστάν. Πρόσωπα χαζεύουν αδιάφορα, τρώνε, κοιμούνται, πλένονται στο ποτάμι. Περιμένουν. Φορτώνουμε τα πράγματα στο λεωφορείο που περιμένει στην άλλη πλευρά της κατολίσθησης. Αργή ανάβαση και αρκετές ώρες μετά είμαστε στο Khunjerab. Το κρύο τσουχτερό. Κινέζοι και Πακιστανοί συνοριοφύλακες αδιαφορούν για το πέρασμα μας.

       Βρισκόμαστε πλέον στην επαρχία Xinjiang, τη δυτικότερη, πιο απομονωμένη και πιο ετερογενή επαρχία της Κίνας. Το τοπίο αλλάζει. Τη θέση των οξύαιχμων κορυφών διαδέχονται τεράστια plateau και πανύψηλοι όγκοι με μαλακό ανάγλυφο. Αυτό είναι το Pamir. Πανάρχαιο γεωλογικά –300.000.000 ετών– και μακριά από τη ζώνη σύγκρουσης Ινδίας-Ασίας έχει αφήσει τα στοιχεία της φύσης να ασκήσουν το διαβρωτικό τους έργο για ατελείωτους αιώνες, λαξεύοντας έργα τέχνης που αποκαλύπτονται μπροστά μας. Δεν αργεί να φανεί το Muztagh Ata, o γίγαντας των 7.546m (στα τουρκικά σημαίνει ο πατέρας των παγωμένων βουνών).

      Διανυκτερεύουμε σε σκηνές Κιργίζιων νομάδων και τρώμε λιτά αλλά νόστιμα. Την επομένη γίνεται εξόρμηση γύρω από τη λίμνη Κara-kul και μέχρι το base camp του Muztagh Ata, στα 4.550m. Φανταστικές εικόνες με τον γίγαντα να καθρεφτίζεται στα ήρεμα νερά της λίμνης και τo φορτωμένο χιόνια Kongur(7.719m) να στέκεται αιώνιος φρουρός διπλά του. Στο base camp μάς φιλεύουν παγωμένο, ζυμωτό ψωμί βουτηγμένο σε γιαούρτι από γιακ. Καθόλου άσχημο. Πίσω στον αυτοκινητόδρομο και μετά από ώρες φτάνουμε στην Kashgar.

       Η πόλη αποτελεί το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της περιοχής εδώ και χιλιάδες χρόνια και το τέλος του Karakoram Highway. Κατοικείται από πλήθος φυλών, με κυρίαρχο το ντόπιο στοιχειό, τους Ουιγούρους, μογγολικής καταγωγής. Λιγοστοί Κινέζοι και Τατζίκοι, Κιργίζιοι και Κοζάκοι συνθέτουν ένα μωσαϊκό φυλών. Επισκεπτόμαστε το Sunday Market και το Animal Market, τα πιο φημισμένα στην Κεντρική Ασία. Καταιγισμός εικόνων. Κόσμος πηγαινοέρχεται, βλέπει, παζαρεύει, αγοράζει. Ο φακός του Κώστα έχει πάρει φωτιά.

  Kallas Kaf mik 2 - Σόλων ΜΚΟΠαντού διατίθεται φαγητό που ετοιμάζεται διπλά στα σφάγια. Ανύπαρκτη υγιεινή. Μπαίνω στον πειρασμό να δοκιμάσω. Βολτάρουμε στην παλιά πόλη της Kashgar, που ευτυχώς διατηρείται αναλλοίωτη. Οι Κινέζοι κατάλαβαν την αξία της και την αναδεικνύουν τουριστικά.  Τα βράδια αράζουμε στο φημισμένο John’s café ή τρώμε ουιγουρικó street food. Συζητάμε με έναν παράξενο Ιρανό, τον Δαρείο, που ζει χρόνια αυτοεξόριστος στη Νορβηγία. Μας μιλά με πάθος για την πατρίδα του, για την επιρροή του περσικού πολιτισμού στην κεντρική Ασία. Ανιχνεύουμε μαζί του ονόματα και τόπους μυθικούς: Περσέπολη, Εκβάτανα, Ισπαχάν, Σιράζ.

        Ο Κώστας τον ρωτά πώς βρέθηκε στην περιοχή. Αναζητά, λέει, περσικά ίχνη στους λαούς της κεντρικής Ασίας, στο Αφγανιστάν, στο Τατζικιστάν, στα υψίπεδα του Παμίρ. Δεν είναι ο μόνος που αναζητά κάτι από το παρελθόν του. 
       Αργότερα αποφασίζουμε να φύγουμε για την Τaklamakan, τη δεύτερη μεγαλύτερη έρημο του πλανήτη. Σκληρό παζάρι με τον ταξιδιωτικό πράκτορα. Φτάνουμε αργά στις παρυφές της ερήμου. Μας περιμένει ο καμηλιέρης.

        Τo πρωί φορτώνουμε τα πράγματα στις καμήλες και μπαίνουμε στην έρημο. Το πράσινο τελειώνει και ένας ωκεανός αμμόλοφων αρχίζει. Μπροστά μας απλώνονται 1.500km αφιλόξενης γης μέχρι την ξακουστή Dunhuang στην ανατολική άκρη της ερήμου, εκεί όπου αρχίζει η πραγματική Κίνα των Χαν. Η ζεστή καλά κρατεί. Είναι 9 το πρωί και η θερμοκρασία ήδη άγγιξε τους 38ο C. Οι καμήλες κουράζονται.

       Συνεχίζουμε με τα πόδια για αρκετή ώρα. Το βήμα αργό, βασανιστικό. Κατευθυνόμαστε σε μια όαση, όπου τρώμε πρόχειρα. Το τοπίο συχνά γίνεται πιο μαλακό, με ποώδη βλάστηση, αλλά παραμένει εχθρικό. Η ξαφνική αμμοθύελλα μας αναγκάζει να στήσουμε τις σκηνές μακριά από τους αμμόλοφους. 
        Η σκόνη τρυπώνει από παντού. Βλέπω την όψη του Κώστα και γελάω. Εγώ δεν είμαι καλύτερος. Ο ήλιος ετοιμάζεται να γείρει πίσω από τους αμμόλοφους. Ο αέρας κοπάζει. Τα χρώματα της άμμου αλλάζουν καθώς ο πύρινος δίσκος φεύγει. Γονατίζω ψηλά στην κορυφή του αμμόλοφου. Παρατηρώ τις σκιές που χάνονται. Τριγύρω σιγή, τίποτα δεν διασπά τη σκέψη μου. Αφουγκράζομαι τον ήχο των καραβανιών, το κήρυγμα των φιλοσόφων, τις ορδές των πολεμιστών που άγγιξαν την έρημο στο πέρασμα των αιώνων. Δακρύζω. Είμαι στην καρδιά της Ασίας, στο σταυροδρόμι των πολιτισμών, στο τέλος του ταξιδιού.

        Επιστροφή στην Kashgar και αεροπορικώς πίσω στο Islamabad. Από το παράθυρο αντικρίζω το Κarakoram συννεφιασμένο. Όμως στο βάθος, στο Baltistan, μια ορεινή έξαρση, ένας τρομακτικός κώνος υψώνει τον όγκο του πάνω από τα σύννεφα. Το αναγνωρίζω εύκολα: Κ2. Πίσω στη ζέστη του Islamabad. Η πόλη βρίσκεται σε στρατιωτικό κλοιό, καθώς φανατικοί μουσουλμάνοι σπουδαστές έχουν ταμπουρωθεί στο Κόκκινο Τζαμί και απειλούν. 

       Μερικές μέρες αργότερα η αιματηρή επέμβαση του στρατού θα οδηγήσει στον θάνατο εκατοντάδες από αυτούς. Το Πακιστάν ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί ανάμεσα στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και τη διεφθαρμένη, αμερικανόφιλη διακυβέρνηση του στρατηγού Μουσάραφ. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν διάσπαση της χώρας την προσεχή δεκαετία.[1]

       Οι τελευταίες 4 μέρες είναι μια ευκαιρία για ένα ταξίδι-αστραπή στα βάθη του Ινδοκαύκασου, αναζητώντας το ίχνος του Αλέξανδρου, τους Καλλάς. Ξεκινάμε νωρίς το πρωί. Γνώριμες σκηνές στους δρόμους, παζάρια, φωνές, σκόνη παντού. Η αρχαία Πενταποταμία. Μέχρι και σήμερα οι πέντε παραπόταμοι του Ινδού γονιμοποιούν τη γη αυτή κουβαλώντας τόνους νερού από τα Ιμαλάια, το Κarakoram και τον Ινδοκαύκασο πριν συναντήσουν τα ζεστά νερά του Ινδικού ωκεανού.

        Θαρρείς πως δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα από την εποχή που ο Αλεξανδρος ετοίμαζε την προέλασή του στην Ινδία, αναζητώντας την ανατολική άκρη του κόσμου, τον Μεγάλο Ωκεανό, κατά τις υποδείξεις του Αριστοτέλη. Η καθημερινότητα το ίδιο σκληρή, η γη αδάμαστη, ο πόλεμος ακόμα ριζωμένος. Μετά το Dir το σκηνικό αλλάζει. Γυναίκες πουθενά. Εδώ ζουν οι Pashtun, σκληροπυρηνικοί μουσουλμάνοι, και η περιοχή αποτελεί φυτώριο των Ταλιμπάν.

       Οδηγούμε βορειότερα. Το τοπίο πρασινίζει. Ψηλά βουνά διαδέχονται το ένα το άλλο. Ο δρόμος άθλιος, κινούμαστε με οριακή ταχύτητα. Περνάμε το Lowari Pass στα 3.000m. Κατεβαίνουμε αργά. Νέες κοιλάδες. Βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στον μύθο. Από εδώ πέρασε ο Αλέξανδρος καταδιώκοντας τα βαρβαρικά φύλα της Σογδιανής. Αν ακόμα και σήμερα το πέρασμα παραμένει κλειστό για 6 μήνες, αντιλαμβάνεται κάνεις τον άθλο της διάβασης του Ινδοκαύκασου τότε. Προχωρούμε κατά μήκος κοιλάδας. Αριστερά μας τα βουνά του Αφγανιστάν και στο βάθος το Τirich Mir (7.706m) λούζεται στα απόκοσμα  χρώματα του δειλινού. Ανεβαίνουμε νύχτα στην κοιλάδα της Bumboret. Μετά από 17 ώρες με το 4×4 φτάνουμε στον ξενώνα.

        Την επομένη ξυπνάμε σε έναν παράδεισο. Μια μικρή, κατάφυτη κοιλάδα με ορμητικά νερά που κυλούν κατά μήκος της και παραδοσιακά καλλασόσπιτα είναι οι πρώτες εικόνες. Ρωτάμε αν υπάρχουν Έλληνες εθελοντές στην περιοχή. Ο οδηγός γνέφει καταφατικά. Πηγαίνουμε με γοργό βήμα στο μουσείο. Ο Θανάσης, εκπαιδευτικός που έχει αφιερώσει τη ζωή του στους Καλλάς, μας υποδέχεται με έκπληξη. Μας ξεναγεί στο μουσείο και στο χωριό. Επισκεπτόμαστε μια οικογένεια Καλλάς και μια μικρή με την πολύχρωμη φορεσιά της μας προσφέρει τοπικό ρόφημα. Στεκόμαστε στους ναούς και στο σχολείο των Καλλάς, αναστηλωμένα με χρήματα του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών και δωρεές Ελλήνων. Έκπληξη!

        Η ελληνική πολιτεία στέκεται αρωγός στην προσπάθεια διάσωσης αυτού του πολιτισμού. Προσπάθεια ιδιαίτερα δύσκολη, καθώς πρόκειται για μια ιδιότυπη, παγανιστική φυλή, κουκίδα μέσα στον ωκεανό του Ισλάμ[2]. Περνάμε το βραδύ στο σπίτι του ντόπιου δασκάλου. Μας κερνά τυρί και κρασί της περιοχής.

        Μας μίλα για τη θρησκεία, τα ήθη και τις παραδόσεις της φυλής του. Πιστεύει πως ο πολιτισμός τους θα αντέξει τώρα που τα νέα παιδιά πηγαίνουν στα πανεπιστήμια των μεγάλων πόλεων και γυρνούν πίσω για να βοηθήσουν τον τόπο. Τον ρωτώ για τον Αλέξανδρο. Τον αναγνωρίζει ως πρόγονο της φυλής του, μιλά με θέρμη για αυτόν. Από τα απομεινάρια της στρατιάς του μεγάλου στρατηλάτη λένε ότι κατάγονται. Είναι αλήθεια; Ποιος ξέρει! Σκέφτομαι πως αν κάποιος εθνολόγος ασχοληθεί σοβαρά με τους λαούς της περιοχής και την καταγωγή τους θα πρέπει να ξαναγράψει την Ιστορία.

       Στο αεροπλάνο της επιστροφής, φέρνω στο μυαλό μου την πορεία του Αλέξανδρου και τους Βούδες με τα απολλώνια χαρακτηριστικά, τον Δρόμο του Μεταξιού σκαμμένο στον βράχο, τις αρχαίες πόλεις στις παρυφές της μεγάλης ερήμου που τις κάταπιε η άμμος. Όλα στέκουν εκεί βουβά, σιωπηλοί μάρτυρες άλλων εποχών πριν από την ταχύτατη εξάπλωση του Ισλάμ στην περιοχή. Ούτε αυτή η οροσειρά του Karakoram δεν στάθηκε ικανή να σταματήσει την ώσμωση των λαών. Εκεί, στην κεντρική Ασία, η Ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού είναι παρούσα, είναι ακόμα ζωντανή.  

 
Κείμενο: Γκασιάμης Αργύρης
Φωτό: Θεοδωρίδης Κωνσταντίνος
E-mail: olymbiosz@yahoo.co.uk

[1] Δραματική επιβεβαίωση των ανωτέρω αποτελούν τα γεγονότα που ακολούθησαν. Ο Μουσάραφ συγκρούεται με το δικαστικό σώμα της χώρας και απομακρύνεται από την εξουσία. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους (2007) η Μπεναζίρ Μπούτο δολοφονείται κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας και η εξουσία παραδίδεται…στον σύζυγό της. Οι Ταλιμπάν οργανώνονται και εξαπολύουν επιθέσεις από τα σύνορα με το Αφγανιστάν. Η βορειοανατολική επαρχία, με επίκεντρο την πανέμορφη κοιλάδα Σουάτ, φλέγεται. Σφοδρές μάχες, επιθέσεις αυτοκτονίας και ξεριζωμός. Δύο χρόνια μετά η ανακωχή μοιάζει εύθραυστη. Το Πακιστάν εξακολουθεί να βουλιάζει στη φτώχεια…και ο Δρόμος του Μεταξιού παραμένει ακόμα επισφαλής για τον ταξιδιώτη.  

[2] Ιούλιος 2007. Μπουμπουρέτ. Καθισμένοι στο μεγάλο ξύλινο τραπέζι έξω από το δωμάτιό του, παρέα με Καλλασίτες και Αφγανούς εργάτες. Μεσημεριανό διάλλειμα. Ο Θανάσης μάς περιγράφει τη σχέση του με τους ντόπιους. Αλλά και με τους μουσουλμάνους. Η παρουσία του, λέει,  ενοχλεί τους φανατικούς ισλαμιστές. Δεν τον καλοβλέπουν. Τα λόγια του γυρίζουν ακόμα στον νου μου…
Σεπτέμβριος 2009. Ο Θανάσης πέφτει θύμα απαγωγής των Ταλιμπάν έπειτα από αιματηρή συμπλοκή. Παραμένει αιχμάλωτός τους στο γειτονικό Νουριστάν. Οι μαζικές και πρωτοφανείς διαμαρτυρίες των Καλλάς και οι λεπτοί χειρισμοί σε αυτό το δύσκολο διπλωματικό «παιχνίδι» έχουν αίσιο τέλος. Οκτώ μήνες μετά αφήνεται ελεύθερος χωρίς ανταλλάγματα και επιστρέφει στην πατρίδα σώος. Δεν γνωρίζω αν ο «δικός» μας Θανάσης θα επιστρέψει σε εκείνη την όμορφη κοιλάδα σύντομα. Είναι όμως σίγουρο πως το προσωπικό του έργο και ο μόχθος της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης  «Έλληνες εθελοντές» έδωσαν πνοή και όραμα σε 3.000 ψυχές ριζωμένες χιλιετίες τώρα σε εκείνη τη γωνιά του Ινδοκαύκασου.

25 Αυγούστου 2010