1

ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗΣ (του Γιάννη Ζήση)

 Η «συνάφεια» πρέπει να αντικαταστήσει την «ιδιότητα» ως κυρίαρχη όψη της Ταυτότητας και η «κυκλοφορία των ιδεών» ως έκφραση του νου να αντικαταστήσει την «εμφάνιση» ή την «μορφή» ως ενοποιητικό και ζωτικό στοιχείο για να μπορέσει να εκφρασθεί η «Ζωή» βιώσιμα και εξελικτικά στον άνθρωπο και την ανθρωπότητα.

       Η ανασφαλής ζωή όμως προκύπτει ως αντιμέτωπη με τον Χρόνο και την Ετερότητα. Χρειαζόμαστε επειγόντως διαφορετικές βιωματικές, πληροφορίες και συστημικές ρυθμίσεις και σχέσεις απέναντι σ’ αυτές τις Οντότητες και Έννοιες, τον Χρόνο και τις Ετερότητες.

         Ποιο είναι όμως το κεντρικό σημείο για αυτή την αλλαγή σχέσης απέναντι στον Χρόνο και την Ετερότητα; Ποιο είναι το σημείο από όπου εμείς μπορούμε να ρυθμίσουμε τις σχέσεις κι έτσι να αποβάλλουμε την ανασφάλεια και τον φόβο;  Είναι ο εαυτός μας, ο επαναπροσδιορισμός της Ταυτότητας. Για αυτό και κάθε αλλαγή – που θεμελιωδώς εδώ αναδεικνύεται – κάθε ανάγκη υπέρβασης οποιουδήποτε στοιχείου που αναδεικνύει χωριστική και χρονική άρνηση δεν περνάει μέσα μας, δεν είναι παρά μια αναβολή της πραγματικής αλλαγής και μια διεύρυνση των ορίων ανοησίας. Είναι μια αυτοϋπονόμευση του νου. Το ζήτημα είναι η «αρμονικότητα της ολότητας» να αποκτήσει ξανά το ισορροπητικά κατευθυντικό της ρόλο. Διαφορετικά το μέρος αυτοϋπονομεύεται από τον ατομικισμό του υπονομεύοντας και την μείζονα ολότητα και ακεραιότητα.

       Είναι ανάγκη να οδηγηθούμε στο εσωτερικό τέλος των ηθικών κινδύνων ή της βουλητικής και συνειδησιακής ακηδίας και να απορρίψουμε την εξουσιαστική καταστολή του αγοραίου ή συγκεντρωτικού ολοκληρωτισμού. Μόνο έτσι θα επιβιώσει η ελευθερία μας – ως ζωή και εν ζωή – όταν θα είμαστε «ενδογενώς ασφαλείς ταυτότητες» εναρμονισμένες με σωστές ανθρώπινες σχέσεις. Έχουμε υποκαταστήσει όμως την εσωτερική επίλυση του προβλήματος της ασφάλειας με εξωτερική υπό κάθε έννοια, και έτσι εκτρέπουμε την αντίληψη του προβλήματος και το καθιστούμε αδιέξοδο.

        Με όσα είπαμε ωριμάσαμε τις συνθήκες για να προσεγγίσουμε θεμελιωδώς την προοπτική θεραπείας της Ταυτότητας και να αναλογισθούμε ιστορικά παραδείγματα, χωρίς αυτά να χάνονται στην ασάφεια και να εκφυλίζονται ως ρητορικές, ανούσιες και αναποτελεσματικές γενικολογίες που ηχούν σαν συναισθηματικές ωραιολογίες στην «αμέλεια του νου» μας.

        Τα παραδείγματα αυτά έχουν ως βασικό συστατικό τους για την θεραπευτική της Ταυτότητας όχι μόνο μια νέα αντίληψη για το περιεχόμενο και τη φύση της Ταυτότητας, αλλά και μια νέα βίωση των σχέσεων. Θα δούμε ακόμη πώς και το θέμα ρύθμισης της εργασίας και συνεργατικότητας στην δημιουργία τελικά ανάγεται σ’ αυτά τα παραδείγματα ως βάση θεραπείας της Ταυτότητας και ανάδειξη του ομαδικού και αλληλέγγυου και αβλαβούς χαρακτήρα της.

         Η σχέση μας τόσο προς την Ετερότητα και την Ολότητα, όσο και προς το Χρόνο διασυνδέει μεταξύ τους την Ετερότητα, τον Χρόνο και την Ολότητα. Η θεραπευτική αυτών των σχέσεων απαιτεί μια στάση τόσο ενορατική και λογική, όσο και πρακτική. Είναι η βάση ολοκληρωμένης εμψύχωσης ή οντοποίησής μας. Σ’ όλη όμως την προσπάθεια να δούμε με νέο φως την πραγματικότητα και τον εαυτό μας ως συστατικό μέρος της πρέπει να είμαστε σε μερικά σημεία προσωρινά οδυνηρά τίμιοι και ειλικρινείς, όπως για παράδειγμα αναγνωρίζοντας το πώς μεταθέτουμε συχνά το εσωτερικό έλλειμμα ολότητας και ακέραιης ολοκλήρωσης στο σύνολο καθώς ταυτιζόμαστε με «αμέλεια του νου» με ενδιάμεσες συμβολικές συλλογικότητες όπως το έθνος μας ή τα ταξικά μας συμφέροντα, όποια κι αν είναι αυτά. Σ’ αυτές τις ενδιάμεσες συλλογικότητες και μεταθέσεις γινόμαστε μισαλλόδοξα φανατικοί. 

         Η αποδοχή – ως λαθεμένης – της μαζικής συλλογικοποίησής μας δεν σημαίνει πώς καταργούνται αυτές οι συλλογικότητες, αλλά απλώς ότι επαναπροσδιορίζεται η φύση τους και η λειτουργία τους μαζί με την σχέση μας μαζί τους. Αυτό όμως θα φανεί ανάγλυφα στη συνέχεια. Έτσι διασώζεται ότι πραγματικά σπουδαίο έχει λεχθεί από το να καταλήξει σε ιδεολογηματικό ολοκληρωτισμό που καθιστά πλάνη την σχέση μας με τον κόσμο των εννοιών, δουλεία κάθε σχέδιο επίλυσης του προβλήματος και παραμορφωμένη αυθεντία κάθε εισηγητή ιδεών και δράσεων αλλαγής. 

        Δεν είναι όμως μόνο η υποκατάσταση αυτής της ολότητας με μαζικά περιοριστικά σχήματα, αλλά και η συναισθηματική «ωραιοποίηση» ή η «ρομαντική» εξιδανίκευση που υποκαθιστά την αντιμετώπιση του εσωτερικού ελλείμματος ολότητας στην ταύτισή μας, την αντίληψη και τη σχέση μας.

       Είναι η ίδια η «ωραιοποίηση» που εμποδίζει να δούμε τον εαυτό μας. Αυτή η αναγνώριση δεν σημαίνει την υιοθέτηση ενός συμπλέγματος εχθρότητας προς τον εαυτό μας. Δυστυχώς μέχρι σήμερα υποκαθιστούμε τους στόχους και την πραγματικότητα ως βάση της σχέσης μας με την ολότητα μέσα μας κι έξω μας με ψυχολογικές τακτικές και φαντασμαγορικές κυριαρχίες χωρίς όμως την ίδια την ψυχή.  

7 Ιουνίου 2010

Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ Σόλων
ioanniszisis@solon.org.gr