1

KAΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΒΑΜΠΙΡ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΟΜΕΝΗ ΚΡΙΣΗ (Μέρος B’) (του Γιάννη Ζήση)

Συνέχεια από το Α’ Μέρος

Περίγραμμα της άυλης οικονομίας και της στρέβλωσης των αγορών 

Μπορούμε τώρα να δούμε τεχνικά τον χαρακτήρα του καπιταλισμού – σε συνάρτηση με την διαχεόμενη κρίση – με βάση την πρόσφατη κρίση που αποκαλύφθηκε το 2008.

. Η πλήρης κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» μαζί με την πλήρη διαχειριστική ενσωμάτωση της σοσιαλδημοκρατίας στην διακυβέρνηση άμβλυνε την στρατηγική ισχυρής ενσωμάτωσης των κοινωνικών θεσμών και της αγοράς στο καπιταλιστικό πάνθεο της οικονομίας της «αγοράς».
  β.
 Η ανάπτυξη νέων ζωτικών χώρων και το νέο τεχνολογικό και καινοτομικό μέρισμα επέτρεψαν στις αναπτυγμένες οικονομίες να μπουν σε μια νέα οικονομία που:
     i. στην Ε.Ε. και ιδιαίτερα στο Eurogroup εκφράσθηκε με την Συνθήκη Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ενώ 
   ii. στις ΗΠΑ -έστω και με δημιουργική λογιστική- με ισοσκελισμό και με ελάχιστο ή και καθόλου πληθωρισμό, με αποτέλεσμα τη δραματική μείωση της ανεργίας παράλληλα βέβαια με ζώνες φτώχειας. 

  γ. Μέσα από την μονοπολική οικονομία και την παγκοσμιοποίηση των αγορών η ανταγωνιστικότητα κυριάρχησε ακόμη περισσότερο και λειτούργησε με άξονα όχι μόνο την καινοτομία αλλά και το εργατικό κόστος.
Το αποτέλεσμα μέσα από την πλανητική και συστημική αναδιάρθρωση ήταν να υπάρξουν νέες εργασιακές και συναλλαγματικές ευκαιρίες για τις μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις οι οποίες μπήκαν παράλληλα σ’ ένα κυνήγι άντλησης νέων κεφαλαίων με διεύρυνση της χρηματιστηριακής βάσης και του ορίζοντα των χρηματιστηριακών προϊόντων όπως επίσης και σ’ ένα κυνήγι συγχωνεύσεων. 

 δ. Πάνω απ’ όλα όμως ο σχεδόν εξαφανισμένος πληθωρισμός εξελίχθηκε σε παγίδα μαζί με τις αλλεπάλληλες χρηματιστηριακές γενικές ή περιφερειακές κρίσεις καθώς η πίεση για μείωση των κεντρικών επιτοκίων στην αγορά χρημάτων και για νέα προϊόντα στις χρηματαγορές, επενδυτικά και χρηματιστηριακά λειτούργησαν που ως βαλβίδες κερδοσκοπίας. Έτσι έγινε συνήθεια το φθηνό και ομολογιακό χρήμα. 

 ε. Η αύξηση του ανταγωνισμού και η ταχύτητα της τεχνολογικής καινοτομίας καθιστούσαν βραχυχρόνια δύσκολη την άντληση υπεραξιών και κέρδους από την πραγματική οικονομίακαθώς μάλιστα απαιτείτο συνεχής επενδυτική δέσμευση κεφαλαίων, περιορίζοντας έτσι τα οφέλη του φθηνού χρήματος. 

στ.
 Το γεγονός ότι δεν υπήρχε κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο θεσμικών κεκτημένων στις χώρες των αναπτυγμένων οικονομιών αύξησε τις πιέσεις και την ενδοτικότητα για τα νέα κεφαλαιακά προϊόντα και τις νέες κεφαλαιακές αγορές.

2. Έτσι διαμορφώθηκε μια δυναμική ταχείας κεφαλαιακής επέκτασης τόσο από τις τάσεις των εταιρικών-επιχειρηματικών (των μετόχων και διοικήσεων) επιθυμιών και στρατηγικών, όσο και από μέρους ωρίμανσης των θεσμών και των συνθηκών.

  α. Οι άυλες κερδοφορίες και υπεραξίες ωστόσο έπρεπε να διασυνδέονται και με στρατηγικές κυριαρχίας και κατεύθυνσης στην εμπράγματη οικονομία
Αυτή η ανάγκη και η έκφραση κοινών επιθυμιών ικανοποιείτο από την παραγωγική και εμπορευματική πύκνωση τόσο σε τομείς όσο και σε γεωγραφικές ζώνες. Συμβολική μορφή είναι η περίπτωση του Ντουμπάϊ, ενώ άλλη χαρακτηριστική περίπτωση είναι το σκηνικό κερδοσκοπίας στις χρηματιστηριακές αγορές και τα προϊόντα τους για τα εμπορεύματα. 
Παράλληλα, το νεοφιλελεύθερο Χιλιανό μοντέλο έβρισκε όλο και πιο πολλούς κήρυκες στην λογική των ιδιωτικοποιήσεων και των εργασιακών σχέσεων.

 β. Η θέσμιση επιτρεπτότητας της επανεπένδυσης των παραγώγων και οι θεωρίες για διασκόρπιση και διασφάλιση ρίσκου μαζί με το φθηνό χρήμα και τις αβυσσαλέες νοοτροπίες κερδοσκοπίας που συνοδευόντουσαν από αδιαφάνεια και πρακτική απουσία ελέγχου και εποπτείας διόγκωσε την φυγή από την εμπράγματη οικονομία. Η φυγή από την εμπράγματη οικονομία λειτούργησε σ’ ένα επάλληλο πεδίο προσφοράς – ζήτησης ή αγοράς αποσυνδεδεμένο από ρεαλιστικούς χρόνους και συναλλαγές.

  γ. Αναπτύχθηκαν όλο και πιο μεγάλες συγκεντρωτικές κεφαλαιακές κλίμακες που διεύρυναν το πελατολόγιό τους πάνω και σε κεφάλαια συλλογικοτήτων ενώ παράλληλα είχαν μεγαλύτερη κεφαλαιακή δυναμική κερδοσκοπίας στα κρατικά ομόλογα και τις συναλλαγματικές αξίες. Αυτές οι κεφαλαιακές κλίμακες δεν ήταν ικανές μόνο για αγοραίο βαμπιρισμό ή παρασιτισμό, όπως μέσω των επάλληλων αγορών, αλλά και για συστημικό βαμπιρισμό μέσω των αγορών και των ασφαλίσεων των κρατικών ομολόγων. 

Ο συστημικός βαμπιρισμός 
συνδέεται με την κερδοσκοπία στην δημοσιονομική παραγωγή και κυκλοφορία του χρήματος και με την θεσμική και κεφαλαιακή αναδιάρθρωση της εμπράγματης οικονομίας που επιβάλλεται προσχηματικά αλλά και πραγματολογικά για λόγους ανταγωνιστικότητας και δημοσιονομικής εξυγίανσης. 

Ο αγοραίος βαμπιρισμός 
συνδέεται με τα χρονικά και άλλα παράλληλα και παράγωγα προϊόντα χρηματιστηριακά εμπορευματοποίησης συναλλαγών εμπράγματης προσφοράς και ζήτησης. Πρόκειται δηλαδή για ένα σύνθετο παράλληλο αποσυνδεδεμένο εμπόριο που ασκεί κερδοσκοπική πίεση εξομοίωσης στις εμπράγματες συνθήκες. Πρόκειται για αποσύνδεση χρηματιστηριακής (προσφοράς και ζήτησης) εμπορευματοποίησης της αγοράς 
   i) με παραγωγή επένδυση ή επανεπένδυση 
  ii) με ομολογιακές δομήσεις ή κατασκευές 
  iii) με πύκνωση των παράλληλων παράγωγων συναλλαγών
 iv) με χρηματιστηριακή κερδοσκοπία και υπεράντληση ή καταχρηστική άντληση και χειραγώγηση κεφαλαίων και αξιών 

Σε όλη αυτή την στρέβλωση πυρηνική θέση έχει η πυραμίδα που έχει ως βάση της το τρίγωνο που σχηματίζουν η παραγωγική και εμπορευματική πύκνωση (πχ περίπτωση Ντουμπάϊ και κατασκευαστικός τομέας) με την ομολογιακή δόμηση και όπου συμμετέχουν επενδυτικά και συλλογικότητες (π.χ. ασφαλιστικά ταμεία) και τα χρηματιστήρια και με την χρηματιστηριακή κερδοσκοπία.


Πυραμίδα συμμετοχικής και θεσμικής εκτροπής της αγοράς
Η κορυφή της πυραμίδας του παρασιτικού καπιταλισμού είναι οι πολύ μεγάλες κεφαλαιακές επενδυτικές και χρηματοπιστωτικές συγκεντρώσεις ή κλίμακες. Αυτή την πυραμίδα την ονομάζουμε «πυραμίδα συμμετοχικής και θεσμικής εκτροπής της Αγοράς και του Αόρατου Χεριού». Είναι η δυναμική που – όλο και πιο πολύ – καθιστά δαιμονικό το αόρατο χέρι. [1] 
Είναι η οικονομία κλίμακας της κακοήθειας που εξουδετερώνει τον «αγαθό δαίμονα» του Άνταμ Σμιθ. Είναι η συμμετοχική πυραμίδα του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού και του ανάρμοστου «φονταμενταλισμού» των αγορών, της εταιρικότητας και της ιδιωτικότητας.

Η πυραμίδα συμμετοχικής και θεσμικής εκτροπής της Αγοράς και του Αόρατου Χεριού λειτουργεί ως εκβιασμός στα κράτη και τα αναγκάζει να λειτουργούν όχι μόνο ως «εγγυητές του ρίσκου της κερδοσκοπίας», αλλά και ως διασώστες ή Άτλαντες των κρίσεων και των χρεών του μεγάλου ιδιωτικού τομέα! Θεμελιώδη συνεργατικό σε αυτό ρόλο  διαδραματίζει το αδιαφανές, ανεξέλεγκτο, ολιγοπωλιακό και συνεταιρικό πλαίσιο των «Αξιολογητικών Εταιρειών-Φορέων»[2] . Ο ρόλος των ΜΜΕ και της ακαδημαϊκής «οικονομικής επιστήμης» είναι επίσης συνεργός μαζί με τους πολιτικούς και το μικρό επενδυτικό κοινό. Έτσι καθίσταται περίπου ως αναπόφευκτη φυσική πραγματικότητα και νομοτέλεια η οποία τερατώδης εξέλιξη.

Δυστυχώς όμως και μετά την μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 δεν βγήκαν ολοκληρωμένα συμπεράσματα, δεν τιμωρήθηκαν οι πραγματικοί ένοχοι αλλά οι «λαοί» και τα κράτη και δεν θεσπίστηκαν μέχρι σήμερα τα αναγκαία προληπτικά μέτρα.

Οι «αντικειμενικοί γνώστες», οι αξιολογητικοί οίκοι παρέμειναν στον θρόνο τους παρ’ ότι πριμοδοτούσαν τόσο τα τοξικά προϊόντα όσο και συγκεκριμένες χρεωκοπημένες επιχειρήσεις. Η τοξική φούσκα μέσα από το φθηνό χρήμα λειτούργησε ως «ιδιωτικοποιημένη πληθωριστικοποίηση» του δημοσιονομικού μη πληθωρισμού. Στην συνέχεια μέσω της «κοινωνικοποίησης των ζημιών» δημιουργήθηκε η δημοσιονομική φούσκα και οι συνθήκες αναγκαστικού αποπληθωρισμού της εμπράγματης οικονομίας – εν ονόματι μιας ασφαλιστικής κρίσης και μιας αναμενόμενης ανάπτυξης και αναθέρμανσης της ανταγωνιστικότητας – με λιτότητα και αύξηση της παραγωγικότητας ή κυρίως μείωσης του εργατικού κόστους.

Παράλληλα βέβαια έχουν αναπτυχθεί καταλυτικά  το «πολυμορφικό» μπούμερανγκ του υπέρ-καπιταλισμού: η Κίνα και οι παραγωγικά και ανταγωνιστικά αναδυόμενες δυνάμεις, μαζί με την περιβαλλοντική κρίση και με τον ανταγωνιστικό και καταναλωτικό ανελαστικό κορεσμό των αναπτυγμένων οικονομιών. Οι παράγοντες αυτοί ετοιμάζουν νέους ορίζοντες τραγικών εξελίξεων και αναδιαρθρώσεων παρ’ όλες τις «παυσίπονες υποσχέσεις» δημοσιονομικών, ασφαλιστικών και αναπτυξιακών ανασυγκροτήσεων βραχείας διάρκειας. Κάποιοι όμως – και δυστυχώς είναι πολλοί και συνήθως ισχυροί – είναι μανιακοί και ανεπίδεκτοι μάθησης.  

Κευνσιανισμός στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον
Η πύκνωση των εμπράγματων, των επάλληλων και των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών λειτούργησε περίπου – για να θυμηθούμε τη χρήση όρων ιατρικής του Γάλλου ιατροφιλοσόφου ιδρυτή της σχολής των φυσιοκρατών Φρανσουά Κενέ (François Quesnay) – ως μαζική πνευμονική εμβολή. Γι’ αυτό και υπήρξαν τεράστιες και μετακυλιστικές «ενέσεις ρευστότητας». Πιθανώς όμως φαίνεται πώς βρισκόμαστε δυστυχώς μπροστά σ’ ένα αναπτυσσόμενο πολυοργανικό κραχ, σε μια πολυοργανική κρίση που οδηγείται σε οργανική ύφεση. Ίσως περάσαμε τη φάση σαγματικής [3] ή άλλης ευστάθειας και βαδίζουμε σε περιοχή καταστροφής.

Στην προηγούμενη μεγάλη κρίση που έπληξε την ανθρωπότητα υπήρξε μια νέα «Θεωρία Οικονομικής Πολιτικής Ανάπτυξης και Απασχόλησης». Ήταν η θεωρία του Τζων Κέυνς (John Maynard Keynes,1883 – 1946). Παρόλα αυτά χρειάσθηκαν οι συνθήκες έκτακτης ανάγκης του Παγκοσμίου Πολέμου και της ανασυγκρότησης για να ξεπεραστεί η κρίση.

Σήμερα δυστυχώς ο Κευνσιανισμός λειτουργεί για τις μεγάλες συγκεντρώσεις κεφαλαίου σε δύο φάσεις:
1η φάση: Με το φθηνό χρήμα και την θέσμιση της φαντασιώδους επάλληλης αγοράς και 
2η φάση: Με τα σχέδια διάσωσης και τις ενέσεις ρευστότητας που σε μεγάλο βαθμό ακόμη παραμένουν μέσα στον αλληλόχρεο και κερδοσκοπικό ορίζοντα της εικονικής οικονομίας. 

Μετά από την μετακύλιση των ζημιών στο δημοσιονομικό τομέα, ο κοινωνικός κευνσιανισμός κατέστη απαγορευμένος. Ποια όμως ήταν η καινοτομία του Κέυνς;

Ο Κέυνς απαντούσε στο φόβο της ύφεσης και όχι του πληθωρισμού, στο φόβο της ανεργίας και όχι του εργασιακού κόστους και της ανταγωνιστικότητας. Ο Κέυνς τραυμάτισε τον Γόρδιο Δεσμό της επιβολής των αγορών στην στενότητα του χρήματος και συνεπώς στις κυβερνήσεις, τα κράτη και τις οικονομίες. Δεν έκοψε αυτό τον δεσμό. Στο μέλλον πρέπει να το κόψουμε ώστε μαζί με μια νέα σεισάχθεια να περάσουμε από την αλληλόχρεη εξουθενωτικά καταστροφική οικονομία στην υποστηρικτική και ποιοτική. [4]

Ειδικά τώρα πια δεν πρέπει να ξεχάσουμε πως χώρες που κάποτε θεωρούταν αναπτυξιακά πρότυπα όπως η Ιρλανδία χρεοκόπησαν, η πως χώρες καπιταλιστικά ιδανικές όπως η Γερμανία βρίσκονται σε δύσκολα κοινωνικά όρια (από την περιορισμένη ατομική επένδυση στον χρηματηστηριακό τυχοδιωκτισμό) ή πως παράδεισοι όπως το Ντουμπάϊ κατέρρευσαν. 

Ίσως παρόλη την πολυμορφική – ακόμη και ενδοτομειακά – ανθρωπογεωγραφική ειδίκευση, η παγκοσμιοποιημένη αγορά στο τέλος θα διαλύσει τα κέντρα της. Η Ισλανδία ως χώρα τράπεζα των υψηλών καταθετικών αποδόσεων κατέρρευσε, όμως και η Ελβετία των «αδιαφανώς ασφαλών αποδόσεων» σε μια επόμενη κρίση μπορεί να τραυματιστεί σοβαρά.

Η μεγάλη κρίση του 21ου αιώνα μόλις άρχισε. Άρχισε αμέσως μετά από την υπόσχεση μιας παγκοσμιοποιημένης Μπελ επόκ. Μας βρίσκει βυθισμένους στο εικονικό, τεχνολογικό και καταναλωτικό εαυτό μέσα στην μεταμοντέρνα κοινωνία του θεάματος, με απελευθερωμένες τις επιθυμίες μας. Πόσο θα αντέξουμε στην διάρκεια και την επαναφόρτιση της κρίσης που μόλις άρχισε και στις αντίθετες απαιτήσεις της πλανητικής περιβαλλοντικής κρίσης;     

Αναφορές:
[1] Σμιθ Άνταμς, Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών, «Κάθε άτομο αναγκαστικά εργάζεται για να καταστήσει τα ετήσια έσοδα της κοινωνίας όσο περισσότερα μπορεί. Γενικά δεν επιδιώκει να προωθήσει το κοινό συμφέρον, ούτε γνωρίζει πόσο πολύ το προάγει… Προτιμώντας την υποστήριξη της δικής του εργατικότητας παρά της ξένης, επιδιώκει μονάχα την δική του ασφάλεια’ και κατευθύνοντας αυτή την εργατικότητα κατά τέτοιο τρόπο ώστε το προϊόν της να έχει την μεγαλύτερη δυνατή αξία, επιδιώκει μονάχα το δικό του συμφέρον, και σε αυτήν όπως και άλλες περιπτώσεις, καθοδηγείται από ένα αόρατο χέρι να επιδιώξει έναν σκοπό που δεν αποτελούσε μέρος των προθέσεων του. Επιδιώκοντας το δικό του συμφέρον συχνά προωθεί αυτό της κοινωνίας πιο αποτελεσματικά απ’ ότι όταν πραγματικά επιδιώκει να το προωθήσει».
[2] Να αξιολογήσουμε τους αξιολογητές, Σόλων, 20 Ιανουαρίου 2009  
[3] Όρος που χρησιμοποιείται στη θεωρία καταστροφών για για την κατανόηση του χρονικού σημείου εξέλιξης μιας κατάστασης, μιας μετοχής, ενός κοινωνικού φαινομένου κλπ. Για την κατανόηση αυτή χρησιμοποιούνται εκτενώς τα διαγράμματα Sigma Band. Για παράδειγμα οι οικονομολόγοι ανάλυσης ρίσκου μέσα από τα διαγράμματα Sigma Band που χρησιμοποιούν, μπορούν  να καταλάβουν πότε μια αγορά είναι υπερπουλημένη ή υπεραγορασμένη και να μελετούν την απόσταση που έχει η αγορά από την ονομαστική της αξία (nominal value), να μετρήσουν τη διαφορά που έχει η τρέχουσα τιμής της αγοράς από αυτά. Έτσι δημιουργείται μια στατική χρονική ακολουθία (time series) που βασίζεται στη θεωρία των πιθανοτήτων του Gauss.
[4]Αλληλόχρεη, ανταγωνιστική και υποστηρικτική οικονομία, Σόλων, 31 Δεκεμβρίου 2009 

Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας

10 Μαΐου 2010