ΕΘΝΟΣ & ΚΡΑΤΟΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

Η ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ – ΟΛΙΣΤΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ_Μέρος Α’ (του Γιάννη Ζήση)

Planet L wiki - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print
Planet L wiki - Σόλων ΜΚΟΗ αφετηρία και οι θεμελιώδεις ιστορικές συνιστώσες του κράτους

Το κράτος αποτελεί μια θεμελιώδη συνιστώσα στη ζωή του ανθρώπου, κατ’ ουσία, διαχρονική, καθώς αποτελεί τον συλλογικοποιημένο φορέα διασφάλισης των ανθρώπινων αναγκών.  Αποτελεί έναν φορέα συλλογικοποιημένης οργάνωσης για την εξυπηρέτηση των εξατομικευμένων αναγκών,  στο πλαίσιο της ομοιότητας και της αναλογικότητάς τους, στο πλαίσιο του αλληλέγγυου και αμοιβαίου χαρακτήρα τους.
Αν το κράτος λειτουργεί διαφορετικά –και λειτουργεί και έχει λειτουργήσει διαφορετικά– αυτό δεν αποτελεί παρά συνέπεια της ανεπάρκειας του ανθρώπινου παράγοντα ή του λεγόμενου –σύμφωνα με τον Καντ– «στραβόξυλου».

Είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας του ανθρώπινου παράγοντα να λειτουργήσει με εναρμόνιση, καθώς και της προτίμησής του –έμμεσης ή άμεσης, συνειδητής ή υποσυνείδητης, λανθάνουσας ή εμφανούς– να εστιάζει στη συγκρουσιακή του φύση.

Παρ’όλα αυτά, το κράτος αποτελεί όψη εναρμόνισης, και οφείλει να είναι τέτοια. Βέβαια, εάν το κράτος πολώνεται μονοδιάστατα ως εξουσία, υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να εκφυλισθεί σε φορέα ολοκληρωτισμού.  Αυτό αποτελεί μια συνέπεια της εξατομικευμένης και συλλογικοποιημένης δυσαρμονικότητας του ανθρώπινου παράγοντα, που έλκει την καταγωγή της από τη ζωικότητα των νοοτροπιών, των συμπεριφορών, των διαθέσεων και των σχέσεων.

Προτού προχωρήσουμε σε μια πιο διεξοδική ανάλυση και σε μια πιο συνθετική θεώρηση του κράτους, την αναγκαιότητα, τη μορφογένεση και την εξέλιξή του, οφείλουμε, εξ αρχής, να πούμε ότι το κράτος αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την ασφάλεια του ανθρώπου.  Βέβαια, προσδιορισμός της ασφάλειας είναι το κρίσιμο ζητούμενο, καθώς η έννοιά της προσδιορίζεται στον ρου της εξέλιξης διαφορετικά κάθε φορά και αποτελεί το κύριο και πρωταρχικό πολιτικό αίτημα των λαών και των ανθρώπων σε σχέση με το κράτος. 

Μέσα από το κράτος, ο άνθρωπος διεκδικεί την ασφάλειά του ως το βάθρο της ελευθερίας της εξέλιξής του.  Υπό την έννοια αυτή, εδώ υπάρχει μια πολυσημία. Υπάρχει ένας δυνητικός χαρακτήρας ή μια πολλαπλότητα στον προσδιορισμό της αφετηριακής λειτουργίας και αναγκαιότητας του κράτους, που αντανακλά την ανθρώπινη ατομική και συλλογική εξέλιξη.

Ο άνθρωπος διεκδικεί δύο όψεις ασφάλειας:

1. την κοινωνική και οικολογική όψη της ασφάλειάς του, που περιλαμβάνει το πεδίο της υγείας και της επιβίωσης, υπό όρους σωματικούς-υλικούς. 
2. την πνευματική του ασφάλεια, υπό όρους που προσδιορίζει η συνειδησιακή του προοπτική και που εκπληρώνονται μέσα από πολιτισμικούς τομείς, οι οποίοι, εν μέρει, εκφράζουν και τη δημιουργικότητα του ανθρώπου.  Οι πολιτισμικοί τομείς περιλαμβάνουν τη φιλοσοφία, τη θρησκεία και, γενικότερα, τη «γνώση» του Είναι και του Γίγνεσθαι, ως πεδίου ανάδειξης της ανθρώπινης οντότητας και της διαχρονικότητάς της.  Μέρος του συστήματος πνευματικής ασφάλειας είναι, επίσης, η επιστήμη και η τέχνη, όπως και τα πρότυπα οργάνωσης και ανθρώπινης ομαδικότητας.  

Θα επιστρέψουμε, όμως, τώρα στη βασική θεματική μας διαπραγμάτευση για το κράτος. 

Βασικές συνιστώσες του κράτους

1. Καταρχάς, το κράτος προσδιορίζεται μέσα από την ιστορικότητά του.  Η αφετηρία της ιστορικότητας του κράτους είναι και η γένεσή του.  Η ιστορική κατανόηση του κράτους και της αφετηρίας του μας πηγαίνει βαθιά στη διαδικασία της δημιουργίας της ανθρώπινης κοινωνίας, μιας δημιουργίας που πραγματώθηκε στο πλαίσιο ενός πολυκύμαντου οικολογικού περιβάλλοντος – μιας δημιουργίας που χαρακτηρίζεται από μια πολλαπλότητα μορφών, μέσα και από την ιδιοσυστατική και την περιβαλλοντική ποικιλία στην οποία οι κοινωνίες γεννιούνται.   Ωστόσο, παρά την πολυμορφικότητα της γένεσης της ανθρώπινης κοινωνίας, μπορούμε να διακρίνουμε τα βασικά χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας.  Η κοινωνία είναι μια κοινότητα, κύτταρο της οποίας είναι η οικογένεια, που παρουσιάζει χαρακτηριστικά κτητικότητας και ανταγωνιστικότητας και, κατ’ ουσίαν, διαιωνίζει τις ζωικές καταβολές της γένεσης της κοινωνίας και τα ζωικά χαρακτηριστικά της.

Είναι μια κοινωνία που λειτουργεί σε πλαίσια που αναδεικνύει η πιο ολιστική και ολοκληρωμένη θεωρία της εξέλιξης και της συνέχειας.  Εκφράζει την κτητικότητα και την ανταγωνιστικότητα εντός του γεωγραφικού πλαισίου των οικολογικών πόρων. Είναι μια βασική συνιστώσα που εκθέτει τον άνθρωπο σε ανταγωνιστικούς όρους επιβίωσης, αλλά και σε συμβιωτικές σχέσεις.  Στο πλαίσιο των συμβιωτικών σχέσεων, διαμορφώνεται η εσωτερική συμβιωτικότητα ως ανθρώπινη κοινωνία, καθώς και η συμβιωτικότητα της ανθρώπινης κοινωνίας με το περιβάλλον και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Τα χαρακτηριστικά της κτητικότητας και της ανταγωνιστικότητας μεταφέρονται εξατομικευμένα τόσο μεταξύ των ανθρώπινων κοινωνιών όσο και σε σχέση με το περιβάλλον, όπως και τα χαρακτηριστικά της κοινότητας και της συμβιωτικότητας.

Το κράτος, ως μια πολιτισμική μετεξέλιξη αυτών των κοινωνικών και συλλογικών συνθηκών, διατηρεί αυτά τα χαρακτηριστικά και αυτή τη διαλεκτική αντιφατικότητα.  Η ανθρωπογένεση συνδέεται με την αρχέγονη ζωική κοινότητα και ανταγωνιστικότητα, συνεπώς και με τη γένεση του κράτους, μέσα από διαδικασίες που δεν μπορούν να προσδιοριστούν απόλυτα, αλλά μόνο μέσα από εικασίες.   Η ανθρωπογένεση συνυφαίνεται με την αρχέγονη νοογένεση και νοητικοποίηση, αν και, προφανώς, η νοημοσύνη με ένα πιο έμμεσο τρόπο– συναντάται στο ζωικό βασίλειο και, γενικά, στη φύση τόσο στη συλλογικοποίηση όσο και στην εξατομίκευση των μορφών της. 

Ωστόσο, πρέπει να προσδιορίσουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που συνδέονται με τη νοητικοποίηση, την ατομικοποίηση και την πολιτισμοποίηση του ανθρώπου, έστω και αν τη θεωρούμε ως εξελικτικό εποικοδόμημα και ως αποτέλεσμα μιας εφελκυστικής εξελικτικής αναγκαιότητας και εμψύχωσης πάνω στην οικολογική εξέλιξη.  Στη διαδρομή της οικολογικής εξέλιξης είναι ιδιαίτερα σημαντική η γένεση της συνείδησης και της αυτοσυνειδησίας –της ατομικοποιημένης και νοητικοποιημένης– ακόμα και σε υποτυπώδεις και λανθάνουσες μορφές.  Αυτή η διαδικασία της αδρής εμψύχωσης της ζωικής φύσης οδηγεί σε πολιτισμική συγκρότηση που έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά νοητικής τάξης και αυτοσυνείδησης

Υπό μία έννοια, η ελλειμματικότητα του ανθρώπου στην επιβίωση, η σύγκρουσή του με μια πραγματικότητα η οποία προσδιορίζεται από τα προβλήματα της επιβίωσης,  αποτελεί, στην ιστορία της εξέλιξης, το αρχέγονο επικλητικό βάθρο της ανθρωπογένεσης.   Σε αυτή την Καντιανή θεώρηση συγκλίνει φιλοσοφικά και η ψυχολογική ή ανθρωπολογική προσέγγιση του Άντλερ.  Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ατομική ελλειμματικότητα οδήγησε στη συλλογικότητα και στην οργάνωσή της, όπως και στην εσωτερίκευση του όντος, στη μεταφορά του σε ένα πεδίο επινοητικότητας, στο νοητικό πεδίο και στην αναζήτηση της ψυχικής και νοητικής εφέλκυσής του.  Με λίγα λόγια, είναι η δυσκολία που συναντάει ο άνθρωπος στην επιβίωσή του που τον οδηγεί στην αναζήτηση της συλλογικής διασφάλισης.

Βλέπουμε εδώ, λοιπόν, τον φόβο, μαζί με το ίχνος της Ταυτότητας που αντιδρά απέναντι στον φόβο, να λειτουργούν ως παράγοντες της γένεσης της συλλογικότητας.  Η διαλεκτική αυτή προσέγγιση στην ανθρωπογένεση και στην ανθρωπολογία της κοινωνικής οργάνωσης και, συνεπώς, και του κράτους θα μας επιτρέψει αργότερα να διαγνώσουμε και τα προβληματικά στοιχεία από τα οποία πρέπει, εξελικτικά, να απαλλαγούμε.  Τέτοια, για παράδειγμα, είναι ο φόβος, όπως και, εν γένει, είναι η αίσθηση ελλειμματικότητας ή μειονεξίας, όπως και η συγκρουσιακότητα και η χωριστικότητα.  Εν τέλει, μπορούμε πολύ εύκολα να συμφωνήσουμε ως προς την οικολογική αφετηρία της δημιουργίας της ανθρώπινης κοινωνικής οργάνωσης και του κράτους.

2. Η νοητικοποίηση, η εμψύχωση, η ατομικοποίηση και η πολιτισμοποίηση, στις οποίες αναφερθήκαμε προηγουμένως, διαμορφώνουν μια δεύτερη δυναμική μέσα στο περιβάλλον, μια εποικοδόμηση, μια εξελικτική προοπτική διαφοροποίησης του ανθρώπινου παράγοντα, και, συνεπώς, την προοπτική της κοινωνικής του συγκρότησης.

2.α. Η πρώτη αντίδραση ως απάντηση στο περιβάλλον είναι η παραγωγική-εργαλειακή και η μόχλευση των περιβαλλοντικών πόρων.  Κι εδώ, πρωτεύοντα ρόλο στην ανθρωπογένεση και στην εξέλιξη διαδραματίζει η εργασία καθώς εμφανίζεται ως όρος της μόχλευσης, εξίσου, ωστόσο, και με τη νοητικότητα.  Η εξέλιξη στον τομέα της παραγωγής επιβάλλει την ανάγκη για οργάνωση οικονομιών κλίμακας και, συνεπώς, θέσμιση της συλλογικότητας.

2.β.   Μια δεύτερη, επίσης, δυναμική που εμφανίζεται στη δημιουργία του κράτους –την οποία πρέπει, από την αρχή, να τη διαφοροποιήσουμε από μια μονοδιάστατη εργασιακή προσέγγιση– είναι η πολιτισμική δυναμική.  Ο ανθρώπινος παράγοντας εξ ορισμού λειτουργεί υπαρξιακά.  Αυτό γίνεται φανερό, στις πιο αρχέγονες συνθήκες, από την τελετουργική προσομοίωση των σχέσεων και των ερμηνειών που δίνει για την φύση.  Η τελετουργική προσομοίωση τον οδηγεί συνειδησιακά σε έναν κώδικα επικοινωνίας και τελετουργίαςˑ τον οδηγεί σε αυτή την τελετουργική αναπαράσταση και μεταφορά του οικολογικού φαινομένου, της ζωής και του κόσμου.  Αυτές οι εκδηλώσεις απαντούν σε όλες τις αρχέγονες κοινωνίες, στον ανιμισμό και τον σαμανισμό, ως ιδρυτικό και συνενωτικό συστατικό της ζωής του κοινοτισμού, ως αρχέγονη και αδρή γένεση του κράτους. Αυτή, εξάλλου, είναι και η αφετηρία της ανθρώπινης θρησκευτικότητας, η οποία συνδέεται με την ψυχική σύλληψη του περιβάλλοντος και του εαυτού ως το φαινόμενο της συνείδησης στην πιο πρωτογενή και οντολογική έκφανσή του.  Είναι ένας αναγκαίος όρος της επιβίωσης του ανθρώπου, ο οποίος λειτουργεί, πλέον, διαισθητικά, ως εαυτός και ως ζωική μορφή.  Αυτή η όψη λειτουργεί:
α. γεφυρωματικά και ενατενιστικά προς την αναζήτηση της ψυχής ή, τελικά, της πνευματικής ασφάλειας και συνέχειας του ανθρώπουˑ

β. ως αναπλήρωση της βεβαιότητας του βιολογικού θανάτου, παρά την περιβαλλοντική και κοινοτική υπεροχή που αρχίζει να αναδύεται ως στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού απέναντι στις οικολογικές συνθήκες.

3.   Τόσο το φαινόμενο της εργασίας, όσο και το φαινόμενο της αναζήτησης της ερμηνείας του κόσμου,  μιας συμβολοποίησής του, και μιας προσπάθειας ενόρασης καταδεικνύουν μια εξατομικευμένη δυναμική στο ανθρώπινο είδος και μια διαφοροποίηση.  Έχουμε, δηλαδή, την ανάδυση του ατόμου, αλλά και της δυναμικής της ετερότητας.  Για το άτομο, ετερότητα είναι το περιβάλλον, όπως, επίσης, είναι  το άλλο άτομο.  Η δυναμική της ετερότητας εμφανίζεται ακόμη και στις κοινοτικές ετερότητες και στην εταιρική προοπτική των σχέσεων μεταξύ των κοινοτήτων.

Το φαινόμενο αυτό απαντά σε όλες τις έμβιες μορφές και σχέσεις, αλλά, στον άνθρωπο, – ιδιαίτερα έντονα.  Είναι, επίσης, μια συστατική βάση για τη σύλληψη και την οργάνωση του κράτους και την αναγκαιότητά του.  Προηγουμένως, είδαμε την παραγωγή και την πολιτισμική δυναμική ως συστατική βάση του κράτους. Τώρα, βλέπουμε το κράτος ως παράγοντα της ανάδυσης του ατόμου και της δυναμικής ετερότητας. 

4.  Η αύξηση της εξατομικευμένης δυναμικής τόσο στις κοινωνίες όσο και στα άτομα  –μέσα από τη νοητικοποίηση και την παραγωγική και πολιτισμική δυναμική– καθιστά ακόμη πιο αναγκαίο το κράτος ως πεδίο ανάδυσης των ατόμων και των ετεροτήτων και, τελικά, καθιστά αναγκαίο το κράτος ως παράγοντα κανονιστικής εναρμόνισης.  Έτσι, ερχόμαστε και στην τέταρτη –την ιστορική– συνιστώσα της βάσης για τη γένεση του κράτους και την αναγκαιότητά του που είναι η κανονιστική εξουσία, η οποία ενυπάρχει και στις προηγούμενες συνιστώσες.  Εδώ, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν μπορούμε να απομονώσουμε ή να αντιληφθούμε ως απομονωμένες τις ιστορικές συνιστώσες της γένεσης του κράτους.

Αυτές οι τέσσερεις συνιστώσες της βάσης της γένεσης του κράτους –και όχι μόνο– δεν απομονώνονται, σαν να ήσαν στατικές στη δυναμική τους ή σαν ασύμβατες μεταξύ τους.  Είναι σαφές ότι όλες τους εξελίσσονται δυναμικά μέσα στον χρόνο, αν και υπό ένα καθεστώς μιας κυκλικότητας και μιας διαφοροποιημένης –εξελικτικά και ιστορικά–  προτεραιότητας.  Αυτές οι τέσσερεις συνιστώσες  συναντώνται σταδιακά, εξελικτικά, στη δυναμική τους και τη μορφή τους.  Αυτό, για παράδειγμα, ισχύει και για τη διττή δεύτερη συνιστώσα που αναφέρεται στην παραγωγική, τεχνολογική και νοητική μόχλευση, παράλληλα με τη συμβολική, τη θεατρική και θρησκευτική αναπαράσταση και προσομοίωση των σχέσεων, την ερμηνευτική, που συναντάμε στις αρχέγονες κοινωνίες ως σαμανισμό και ανιμισμό, αλλά και στις νεωτερικές κοινωνίες τόσο στη λειτουργία των θρησκειών, όσο στη λειτουργία των καθημερινών ψυχολογικών αταβισμών και λειτουργιών.  Θα έλεγε κανείς ότι, σε αυτή τη δυναμική, αναδεικνύεται η δυαδικότητα της ανθρώπινης φύσης με τα θυμικά και τα νοητικά στοιχεία διαφοροποιημένα και αλληλεπιδρώντα μεταξύ τους.

Διευρύνοντας –με βάση τις ανάγκες του ανθρώπου– την ιστορική διερεύνηση και ανάλυση – κατανόηση του φαινομένου του κράτους αλλά και της εξουσίας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι  δύο βασικές κατηγορίες λόγων συνετέλεσαν στην εμφάνισή τους: οι οικολογικοί λόγοι και οι ανθρωπογενείς. Οι ανθρωπογενείς, βέβαια, από μία άποψη, λειτουργούν και σαν μεταφορά, ως μια μετεξέλιξη των οικολογικών λόγων, που διαμορφώνουν το φαινόμενο εξουσίας και κοινωνίας, αυτή τη δυαδική δυναμική.

Τόσο η διαφοροποίηση όσο και η ομοιότητα μεταξύ των ανθρωπογενών και των οικολογικών λόγων διαφαίνεται καθαρά αν, παραδείγματος χάριν, εξειδικεύσουμε τους ανθρωπογενείς λόγους, όπου μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι στους παράγοντες που καθιστούν αναγκαίο το κράτος βρίσκονται μια σειρά από ανάγκες.  Μπορούμε να προσδιορίσουμε αυτές τις ανάγκες σε βασικές εξειδικεύσεις

Τέσσερεις βασικές ανάγκες που καθιστούν απολύτως απαραίτητο το κράτος

1. Πρώτα,  είναι οι ανάγκες μιας συλλογικής δυναμικής. Αυτή η συλλογική δυναμική λειτουργεί τόσο για την αμοιβαιότητα της εξυπηρέτησης όσο και απέναντι στο ίδιο το οικολογικό περιβάλλον.  Λειτουργεί, δηλαδή, ένα φαινόμενο οικονομίας κλίμακας.  Το κράτος υφίσταται ως φαινόμενο οικονομίας κλίμακας και ως μια έγκυρη και θεσμοποιημένη συλλογικότητα. 

2. Το κράτος προκύπτει –και αυτό μπορεί να θεωρηθεί και ως μια εξειδίκευση της συλλογικής δυναμικής– από την ανάγκη συμβιωτικής ρύθμισης μεταξύ ατόμων και ομάδων,  στο ιστορικό μιας μείζονος συλλογικότητας.
3.  Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λειτουργεί ως ένας παράγοντας με έναν εγγυητικό ρόλο στην αυτοπραγμάτωση και ως πεδίο ανάδειξης του ανθρώπινου παράγοντα.
4.  Παράλληλα, βέβαια, το κράτος λειτουργεί ως συντελεστής ρύθμισης των σχέσεων συλλογικοτήτων και εξελίσσονται, απέναντι, δηλαδή, σε άλλα εταιρικά σύνολα, ως φορέας έκφρασης και συντονισμένης επικοινωνίας και σχέσης.  Στο πλαίσιο αυτό, λειτουργεί σε ένα φάσμα ή σε σαν ένα εκκρεμές στις σχέσεις που κινείται από τη συνεργασία και τη δυναμική της ειρήνης έως τη σύγκρουση, τη βία και τον πόλεμο με τις άλλες συλλογικές ετερότητες ή τα άλλα κράτη.

Πάνω σ’ αυτές, λοιπόν, τους τέσσερεις θεμελιώδεις ανθρωπογενείς λόγους συγκρότησης του κράτους, ή τις τέσσερεις αναγκαιότητες,  αναπτύσσεται μια ευρεία θεσμική δυναμική η οποία, βέβαια  αυτονομείται από τις δυναμικές μορφές μέχρι το σημείο που οι ατομικές μορφές να μπορούν να αναστοχασθούν και να διεκδικήσουν έναν επαναπροσδιοριστικό ρόλο στο ιστορικό γίγνεσθαι.

Επτά βασικές και ιστορικές εκφράσεις του κράτους

Υπό το πρίσμα αυτό, θα κατανοήσουμε καλύτερα το κράτος αν επιχειρήσουμε ξανά να σκεφθούμε τη φύση του κράτους υπό το φως των λειτουργιών του.

1. Η θεμελιώδης λειτουργία του κράτους είναι η συμβολαιακή θέσμιση και η αντιπροσώπευση της συλλογικότητας.  Σε αυτή τη θεμελιώδη εκδοχή του, το κράτος απηχεί την ανθρώπινη ανάγκη στην ατομική και κοινωνική έκφραση και και τις αναγνωρίζει, ακόμα κι όταν ασκεί μιας στρεβλωμένη ή μιας αναγκαστική επίδραση, όπως, για παράδειγμα, τον φόβο. 

2. Αυτή η επίδραση εκφράζεται και στη δεύτερη έκφραση της φύσης του κράτους, που είναι η ίδια η εξουσίαˑ εξουσία τόσο στο εσωτερικό όσο και απέναντι στις συλλογικές ετερότητες, όπου φαίνεται πλέον η καθοριστικότητα που έχει το κράτος στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ανθρώπινη ζωή. 

3. Το κράτος δεν προσδιορίζεται μόνο από την εξουσία, αλλά και από την ισχύ,  η οποία είναι διαφοροποιημένη από κράτος σε κράτος, αλλά και –σε έναν μεγάλο βαθμό– από την πολιτειακή οργάνωση της εξουσίας στο κάθε κράτος.  Για παράδειγμα, μπορούμε να συναντήσουμε δημοκρατικά ή αντιπροσωπευτικά – καλύτερα- κράτη κοινοβουλευτικής συγκρότησης να είναι σαφώς περισσότερο ισχυρά από άλλα κράτη ολοκληρωτικής ή φονταμενταλιστικής συγκρότησης και νομιμοποίησης.  
Η έννοια της ισχύος, βέβαια, συνδέεται και με τους πόρους και αυτοί οι πόροι αποτελούν το οικονομικό βάθρο στο οποίο εντάσσεται η τεχνολογική ισχύς και η πολιτισμική καταξίωση ενός κράτους, η πειθώ, δηλαδή, ενός κράτους, η αξιοπιστία του, η ένοπλη ισχύς και η οργάνωσή του.  Οπωσδήποτε, η ισχύς είναι και πολιτισμική ισχύς και στο εσωτερικό ενός κράτους, αλλά και έξω από σύνορά του.

4. Το τέταρτο βασικό χαρακτηριστικό του κράτους είναι ότι προσδιορίζεται και συνυφαίνεται με γεωγραφικά και λειτουργικά όριαˑ είναι συνυφασμένο με την επικράτεια. 

5. Το πέμπτο χαρακτηριστικό του κράτους είναι η εναρμονιστική, η κανονικοποίηση και η δικαιϊκότητά του, όπου αυτή εξελίσσεται ιστορικά.  Ένα κράτος χαρακτηρίζεται από νόμους που συνδέονται με έναν βαθμό και με μια ποιότητα δικαιοσύνης και αξιολογούνται δικαιϊκά. 

6. Στην έκτη βασική έκφραση του κράτους συναντάμε το κράτος ως υπηρεσίες, ως παράγοντα αρωγής.  Εδώ, τελικά, όπως και στην προηγούμενη έκφραση, στη δικαιϊκότητα, συναντάμε τον ανθρωπιστικό και κοινωνικό χαρακτήρα του κράτους, τον βασικό εκπολιτιστικό του ορίζοντα

7. Στην έβδομη έκφρασή του,  το κράτος είναι φορέας σχέσεων, όχι μόνο στο εσωτερικό της κοινωνίας, αλλά και φορέας σχέσεων με άλλα κράτη και με άλλες συλλογικότητες, αλλά, επίσης, και απέναντι στο περιβάλλον.  Είναι αλήθεια πως το κράτος είναι συνυφασμένο με πόρους, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να το δούμε σαν μια άλλη όψη του, διότι έτσι συνδέεται με την όψη του ως φορέα ισχύος.

Καθεμία από αυτές τις εκφράσεις μπορεί να αναλυθεί διεξοδικά. Ο όρος της επικράτειας, επί παραδείγματι, που έχει χαρακτηριστικά συλλογικής ιδιοκτησίας δημόσιου χαρακτήρα ή θεσμικής διάχυσης σε γεωγραφικά πλαίσια, εξελίσσεται στην ιστορία ανάλογα με την εξέλιξη του κράτους και των προσδιοριστικών παραγόντων του.

Σχετικά άρθρα