1

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ (‘Α Μέρος) (του Γιάννη Ζήση)

  Αν ο άνθρωπος έμενε καθηλωμένος στην – όποια – Εδέμ ή στο ζωικό βασίλειο δεν θα υπήρχε η σκέψη, η πολιτική και το οικονομικό σύστημα. Βγήκε απ’ αυτήν μέσα από την ψυχολογική και γνωστική κατά βάση ανέλιξή του, η οποία είναι  συνυφασμένη με την εργαλειακή, κοινωνική και οικολογική δυναμική του. 

       Αυτό που δημιουργήθηκε – ο άνθρωπος όπως τον ξέρουμε σήμερα – έχει εξελικτικά τις καταβολές του τόσο α)στην ζωική κοινωνικότητα της ταυτότητας και του πολιτισμού του όσο β)και στην έμφυτη «δυναμική εξόδου» από αυτή.

        Αυτό που έβγαλε τον άνθρωπο από την Βιβλική Εδέμ είναι η αφετηριακή γνώση των ζευγών των αντιθέτων από τον καρπό του Δέντρου της Γνώσης του Καλού και του Κακού. Ήταν η πρώτη εμπειρία και η συνειδησιακή διάγνωση της διαλεκτικής.

       Το γεγονός αυτό επίσης, όπως και κάθε τι, μπορεί να διαβαστεί διπλά.

Η πρώτη ανάγνωση σημαίνει ότι η επιθυμία και η ενοχικότητα για την επιθυμία και την πραγμάτωσή της κίνησαν την ψυχολογική διαδικασία της εξορίας από την προγενέστερη (Εδεμική) κατάσταση και δημιούργησαν τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κολασμό της ζωής και του ανθρώπου. Συνεπώς πρέπει να σταματήσουμε την ανεξέλεγκτη διαιώνιση του ζεύγους επιθυμίας – ενοχής.

Η δεύτερη ανάγνωση υποδηλώνει πως όταν υιοθετούμε μια οπτική τότε εγκαλείται και η αντίθετή της – ως ζεύγος αντίθεσης – και ο μόνος δρόμος απελευθέρωσης από αυτό το μηχανισμό της διχαστικότητας είναι αυτός της επιστροφής από το δέντρο της δυαδικότητας στο δέντρο της Σύνθεσης ή της Ζωής. Αυτός ο δρόμος ελευθερίας είναι το  πέρασμα από την χωριστικότητα και την διαμάχη που αυτή εγείρει στην σύνθεση και την ενότητα που ‘ναι ζωή, στην αρμονία.

         
Α)Η δυναμική της ζωικής κοινωνικότητας της ταυτότητας και του πολιτισμού

       Ωστόσο, η θεμελιώδης δυναμική της σκέψης, της κοινωνικής και της οικονομικής οργάνωσης, βασίσθηκε στην κυριαρχία του ανθρώπου στην φύση, στην ιδιοκτησιακή ερμηνεία της ζωής και της φύσης και στην θεώρηση της γης ως ζωτικό του χώρο. Η ίδια στάση θεσμοθετήθηκε και μεταξύ των ανθρώπων με θεσμούς όπως η δουλεία, δηλαδή με θεσμούς που επινοήθηκαν ως μορφές σχέσεων ολοκληρωτικής κυριαρχίας. Αυτό συνέβη όταν τόσο όταν ανταγωνιζόντουσαν βιοτικά – ζωικά μεταξύ τους οι πληθυσμοί ή οι κοινότητες των ανθρώπων, όσο και όταν αναζητήθηκε η ανάγκη όχι μόνο της υποζυγιακής εργασίας των ζώων αλλά και της νοήμονος τεχνικής εργασίας των ανθρώπων. Αυτή ζητήθηκε τόσο ως μορφή συναλλαγής και εξαγοράς της ιδιοκτησιακής απορίας τους, όσο και δια της δέσμευσής τους σε μια δουλεία χωρίς δικαίωμα συναλλαγής και διαπραγμάτευσης για την εργασιακή σχέση.

       Συχνά πολιτικές πράξεις συνεργούσαν ή κατέληγαν σε υποδούλωση. Οι ισχυροί των αρχαίων κρατών νομιμοποίησαν θεσμικά την δουλεία ως απαξίωση της ανθρώπινης ιδιότητας των «αδυνάμων», μέσα στους κοινωνικούς θεσμούς, εξαιτίας ιδιωτικών ή άλλων οικονομικών χρεών. Έτσι η δουλεία δεν διαμορφωνότανε μόνο από όρους πολιτικής εξουσίας και κυριαρχίας αλλά και ως συνέπεια των οικονομικών σχέσεων.

 

        Προφανώς την «ιδέα» της αλλοτρίωσης του άλλου την εμπνευσθήκαμε, οι άνθρωποι, σ’ ένα μεγάλο μήκος χρόνου από το διατροφικό, το αναπαραγωγικό και το χωρικό ανταγωνισμό του ζωικού βασιλείου και από την ποιμνιακή ενσωμάτωση των ζώων για την πλήρη εκμετάλλευσή τους. Αυτή η μορφή εκμετάλλευσης των ζώων ολοκληρώθηκε με την αποξενωτική αντικειμενικοποίηση της ζωικής ετερότητας μέσω της θανάτωσης και της υπαγωγής τους στην κατηγορία της τροφής. Η ιδέα αυτή ενσαρκώθηκε μέσα από την οικολογική επικυριαρχία του ανθρώπου και την ανάπτυξη μιας εμπορευματικής σχέσης στα «προϊόντα» αυτής της εκμετάλλευσης και σε συνάρτηση με την ανάπτυξη τεχνικών κυριαρχίας και εκμετάλλευσης.

     Πρωτογενώς λοιπόν η «ιδέα» της αλλοτρίωσης του άλλου, πρόκειται για μεγέθυνση και εποικοδόμηση οικολογικών συμπεριφορών, σχέσεων και νοοτροπιών. Αυτό το πρότυπο, αυτούσιο και τροποποιημένο διαβουλευτικά – με όρους όμως κυριαρχικής εξουσίας – έγινε και εσωτερικό καθεστώς στην κοινωνική οργάνωση των ίδιων των ανθρώπων.

 

 

       Σίγουρα όμως δεν ήταν μόνη της αυτή η δυναμική της οργάνωσης και της εξέλιξης της ανθρώπινης ζωής, ούτε ως προς τα ζώα και την φύση, ούτε ως προς τους άλλους ανθρώπους, ούτε τελικά και στην ίδια την αναπτυσσόμενη αργά παραγωγική οικονομική δραστηριότητα. Ένα από τα βασικά λάθη ανάλυσης και από τα πιο συνηθισμένα είναι το να την βλέπει κανείς ως το μοναδικό αίτιο το οποίο μάλιστα χρωματίζεται μονοτονικά. Είναι σημαντικό ν’ αποκτάμε αυτογνωσία γιατί φωτίζει τις – καθοριστικές για την καθημερινότητα και τη στάση ζωής – προβληματικές καταβολές και βαρβαρότητά μας. Όμως άλλο τόσο προβληματικό είναι και το να μην διαβλέπουμε τις προοδευτικές καταβολές και αιτίες του πολιτισμού μας.

 

 

Β)Η δυναμική απελευθέρωσης από το ζεύγος επιθυμία – ενοχή

        Έτσι λοιπόν ας δούμε και την άλλη θεμελιώδη «δυναμική εξόδου», αυτή που οδήγησε για παράδειγμα στην λατρεία και στην θεοποίηση της φύσης, στην ιερή τελετουργική μιμητική επικοινωνία μαζί της, στην εξημέρωση, στην επικοινωνία και στην αμοιβαία συνύπαρξη με τα ζώα, στην φροντίδα των σπόρων και των φυτών, στην εκτίμηση των ορυκτών, σε όλη αυτή την μακράς διάρκειας σημαντική κουλτούρα που επιβιώνει μέχρι σήμερα. Η ανθρώπινη οικογένεια, φιλία και αλληλεγγύη και πρόοδος και ο ρόλος της οικονομικής ζωής σ’ όλα αυτά πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη δίπλα από όλη την γενεαλογία βαρβαρότητας που επιβιώνει μέχρι και σήμερα. Η ανθρώπινη εξελικτική εφέλκυση εντύπωση και εμψύχωση, η ατομικοποίηση, η νοητικοποίηση, η πολιτισμοποίηση και η κοινωνικοποίηση είναι μια θαυμάσια και σίγουρα ημιτελής ιστορία που διακατέχεται τόσο στα πολιτικά όσο και στα οικονομικά ή όποια άλλα πεπραγμένα της ανθρωπότητας.

         Όμως αν θέλουμε να βελτιώσουμε την πραγματικότητά μας – καθώς είμαστε είδος συνειδησιακό και πέρα από τους βιολογικούς περιορισμούς της φύσης, διαμορφώνουμε τις εξελίξεις και διαμορφωνόμαστε μέσα από αυτό που επινοούμε, φανταζόμαστε και θεσμοποιούμε – είναι σημαντικό δίπλα από μια θετική και αισιόδοξη στάση να αντιμετωπίσουμε το αναδρομικό βάθος των προβλημάτων και την αιτιογένεσή του, τώρα κυρίως που πραγματικά το μπορούμε σε πολύ πιο ικανοποιητικό βαθμό από ότι σε οποιαδήποτε στιγμή του παρελθόντος.

 

        Προφανώς εγγράφονται – ως εξαιρετικά κρίσιμες θετικές στάσεις και αξίες – η αγάπη της ζωής στην έμμορφη εκδοχή της και η συμπληρωματική και ισορροπητική αναζήτηση της ζωής στην όμορφη ή υπερβατική εκδοχή της. Το πρόβλημα όμως δημιουργήθηκε με την αποσπασματική ερμηνεία και προσέγγιση αυτών των δύο τάσεων και έτσι με την επακόλουθη ενσωμάτωσή τους στον κυρίαρχο ζωικό ατομισμό και ανταγωνισμό και την απώλεια της αντίληψής τους με όρους καθολικότητας και ολότητας. Ήταν η ιδιοποίηση ή ιδιωτικοποίηση και η ιδιοκτησιακή προσέγγιση στον έμμορφο και τον υπερβατικό χώρο, ήταν η συνοριοποίηση και η χωριστικότητα.

       Όμως ακόμη και ο ανταγωνισμός και η διαμάχη απλώς έφεραν στο φως την προβληματικότητα της ύλης και της σχέσης μας μαζί της και μας οδήγησαν σε ένα μακρύ δρόμο ανακυκλωτικής, ρυθμικής εξελικτικής μετουσίωσης.

 

        Στον ατομισμό μας ενυπήρχε η θεμελιώδης περσοναλιστική ολοκλήρωση μαζί με την εμβάθυνση και την υπαρξιακή διάσταση της αλληλεγγύης. Ενυπήρχαν και τα «ηθικά συναισθήματα» και όχι μόνο η αβυσσαλέα ιδιοτέλεια. Ενυπήρχε η κανονιστική συναίνεση και η πολιτισμική μας συμμετοχή. Έτσι λοιπόν με μειωμένες τις ιδεολογηματικές πολώσεις και αντιδικίες με τον εαυτό μας, τους άλλους και την ιστορία θα προσανατολισθούμε δυαδικά και όμως ενοποιητικά αυτογνωσιακά να διατηρήσουμε και να διευρύνουμε την θετικότητα μας και ταυτόχρονα να επιλέξουμε να τελειώσουμε ομαλά με τα αίτια και την κληρονομιά των προβλημάτων μας.

        Αυτό είναι και το πρώτο ζητούμενο στο θέμα που διαπραγματευόμαστε και θέτουμε σε διάλογο σε συνέχεια πάντα προηγουμένων ιστορικά ανάλογων αναζητήσεων.

 

 

Ανθρωπολογική αντίληψη  και οικονομική σκέψη

        Η ιστορική μετεξέλιξη των θεμελιωδών τάσεων που διαμόρφωσαν αφετηριακά τον οικονομικό τομέα είναι σαφώς πολυκύμαντη και πολυπαραγοντική καθώς διέπεται – πέρα από τον βασικό αρχέγονο σκελετό της – από συνθήκες πολυπλοκότητας, ιστορικότητας και πολιτισμογένεσης. Ωστόσο η εργασία και η κατασκευή εργαλείων, η ανάπτυξη εναλλακτικών ανθρωπολογικών σχέσεων, η διαμόρφωση και η έκφραση ιδεατών μοντέλων και θεσμών αποτέλεσαν μερικούς από τους σημαντικότερους άξονες συνέργειας για την οικονομική δυναμική σε συνάρτηση και την συσσώρευση και την κεφαλαιοποιητική και συναλλακτική άρθρωση των πόρων και συντελεστών παραγωγής και του προϊόντος.

        Αυτή η ιστορική δυναμική δεν ήταν και δεν είναι ισότροπη στην ανάπτυξη στην ανθρωπότητα ενώ ρυθμιζότανε αυτή η διαφοροποίηση τόσο από το ενδογενές στοιχείο και την οργανωμένη τοπικότητα όπως και από την εξωγενή επιρροή. Καλύτερα θα ήταν αυτή την δυναμική να την θεωρήσουμε ως διπολική αλληλεπίδραση.

 

        Πέρα λοιπόν από αυτή την συνοπτική και αδρή απόπειρα κατανόησης των μεταβατικών εξελίξεων είναι πολύ πιο παραγωγικό να αναζητήσουμε μια ενοποιητική κατανόηση των τελευταίων αιώνων μέχρι σήμερα έχοντας κρατήσει υπ’ όψιν μας το βλαστικό αναδρομικό πεδίο γένεσης του οικονομικού πολιτισμού και της οικονομικής βαρβαρότητας.

        Σημειώνουμε την συνεργατική παρατήρηση που ‘ναι και δική μας άποψη, ότι για να ξεφύγουμε από τον θεωρητικό και συστημικό φαύλο κύκλο – στην οικονομία –  χρειάζεται και η ανθρωπολογική αντίληψη και γνώση.     

 

22 Ιανουαρίου 2010

Γιάννης Ζήσης, Δημοσιογράφος – Συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ