1

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΟΗΕ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ & ΤΗ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ

Η παγκόσμια ανάγκη για διατήρηση της βιοποικιλότητας συνήθως μας παραπέμπει στην αγωνιώδη έκκληση για προστασία των εξαφανισμένων ζωικών ειδών, πολλά από τα οποία καθημερινά χάνονται από τον πλανήτη. Όμως, το ίδιο σημαντική είναι και η διατήρηση των φυτικών ειδών και φυσικά περισσότερο των καλλιεργούμενων στη γεωργία φυτικών τροφίμων, απ’ όπου κρίνονται ανθρώπινες ζωές και εθνικές οικονομίες πιο άμεσα. 
Μια πρόσφατη αναφορά – έρευνα από τον ΟΗΕ και τον ειδικό σε θέματα δικαιωμάτων στην τροφή, Olivier de Schutter, (με τίτλο «Πολιτική σπόρων και δικαίωμα στην τροφή») επισημαίνει τον κίνδυνο για την βιοποικιλότητα αλλά και για την οικονομική βιωσιμότητα των φτωχότερων αγροτών στον κόσμο, εξαιτίας της μονομερούς και κερδοσκοπικής ανάπτυξης της βιοτεχνολογίας στη φυτική παραγωγή.

Στη γεωργία οι συνηθισμένες πρακτικές για την απόκτηση των απαραίτητων σπόρων που θα καλλιεργηθούν για την παραγωγή σοδιών είναι είτε η διαφύλαξη σπόρων από την προηγούμενη χρονιά και η ανταλλαγή τους σε τοπικό επίπεδο, ή η αγορά πιστοποιημένων «βελτιωμένων» (μέσω της βιοτεχνολογίας) σπόρων από μεγάλες εταιρείες. Οι πανίσχυρες αυτές εταιρείες – που είναι μόνο δέκα παγκοσμίως, ανάμεσά τους οι Monsanto, Basf, Dupont, Syngenta κλπ – διαφυλάσσοντας τα εμπορικά τους συμφέροντα (και υπό την προστασία οργανισμών όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) επικαλούνται νόμους προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων και πατέντας για τους σπόρους που δημιούργησαν στο εργαστήριο, μονοπωλώντας έτσι τους μηχανισμούς και τους νόμους της βιολογίας και της ίδιας της ζωής.

Αυτό έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στους αγρότες φτωχών και αναπτυσσόμενων χωρών, λόγω μεγάλου κόστους των γενετικά μεταλλαγμένων σπόρων, ώστε αυτοί να γίνονται τελικά δέσμιοι χρεών προς τις μεγαλοεταιρείες για να επωφεληθούν από τις ενισχυμένες ιδιότητες των σπόρων αυτών.

Παράλληλα συμβάλλει στη μείωση της βιοποικιλότητας με την απώλεια ντόπιων ποικιλιών. Στην αναφορά του ΟΗΕ υπολογίζεται ότι το 75% των φυτικών γενετικών ποικιλιών έχει ήδη χαθεί λόγω της αποδυνάμωσης του συστήματος παραδοσιακής ανταλλαγής ντόπιων σπόρων. Η τραγική αυτή πραγματικότητα σπρώχνει τις νότιες χώρες που είναι κατεξοχήν αγροτικές οικονομίες αλλά φτωχές, να γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις βόρειες πλούσιες χώρες που ελέγχουν τη βιοτεχνολογία.

Οι λύσεις που προτείνονται είναι η στήριξη του νομικού και οικονομικού καθεστώτος των αγροτικών τους πολιτικών από τις κυβερνήσεις των αναπτυσσομένων χωρών και η ενδυνάμωση του παραδοσιακού συστήματος σποράς, με την ίδρυση τραπεζών ντόπιων σπόρων και ποικιλιών, που μπορεί να συνδυαστεί με τη χρήση των νέων βιοτεχνολογιών για να αντιμετωπίσει τις ασθένειες, την ξηρασία ή τη χαμηλή παραγωγή.

Μια συνθήκη του ΟΗΕ του 1992 προέβλεπε και εξασφάλιζε τη συντήρηση της βιοποικιλότητας και ταυτόχρονα το δίκαιο μερισμό των ωφελειών από τη χρήση των γενετικών πόρων. Σήμερα η βιοτεχνολογία, που παράγει γενετικά μεταλλαγμένα είδη καλλιεργούμενων φυτών, χρηματοδοτείται από ιδρύματα όπως το ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέητς με σκοπό την αντιμετώπιση της πείνας και την αύξηση της ποσότητας διαθέσιμων τροφίμων στον κόσμο. Σε συνεργασία με τη Monsanto το ίδρυμα έχει ξοδέψει περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο δολάρια για τη μεθόδευση της λεγόμενης «Πράσινης Επανάστασης» στην Αφρική.

Η προσπάθεια αυτή επικρίνεται με το επιχείρημα ότι μπορεί μεν να αυξάνει την παραγωγή για κάποιο διάστημα αλλά δε λύνει τα προβλήματα της πείνας στις φτωχότερες χώρες, που βασίζονται περισσότερο στη διανομή της τροφής παρά στην παραγωγή της. Επίσης, μέρος των κεφαλαίων που ξοδεύονται αφορούν στη νομική εξασφάλιση των πνευματικών δικαιωμάτων για τη χρήση των σπόρων, ώστε να μην έχουν διαφυγόντα κέρδη οι κολοσσοί της βιοτεχνολογίας. Αν είχαν την πρόθεση να βοηθήσουν συνολικά την ανάπτυξη της γεωργίας στις αναπτυσσόμενες χώρες θα χρηματοδοτούνταν και τεχνολογίες συγκομιδής των σοδιών, η δασοπονία και άλλες οικολογικές στρατηγικές παράλληλα και όχι μόνο αυτά που αφορούν στη μεγαλύτερη δέσμευση με την καλλιέργεια μεταλλαγμένων.

Πηγές: IPS, Food First, a U.S.-based policy think tank

27 Οκτωβρίου 2009, 

Σαρηνάκης Δημήτρης, Μέλος της ΜΚΟ Σόλων
ds@solon.org.gr