1

ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ, ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΥΣΗ // Β΄ΜΕΡΟΣ: Ο αδιάλλακτος Φονταμενταλισμός των Ταλιμπάν και η υποκρισία της Δύσης (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

Το πρόβλημα του φανατισμού και της μονομέρειας όλοι το καταδικάζουν στα λόγια, όμως στα έργα είναι δύσκολο για τον άνθρωπο να σταθεί στον ύψος των λόγων του και να διακρίνει με σχετική διαύγεια τα κίνητρά του και τον εαυτό του. Ο αναδυθείς ισλαμικός φονταμενταλισμός, οδηγεί βαθμιαία τα έθνη και την πολιτική στο να αρχίσουν λόγω της προκαλούμενης έντασης τις συγκρίσεις ανάμεσα στις βασικές ιδεολογίες ή τις θρησκείες υπό τη σημαία των οποίων αναπτύσσονται τα διάφορα κινήματα και να καταλήξουν αυτάρεσκα στη δική τους υπεροχή και ανωτερότητα που δήθεν αναπόφευκτα καθιστά αναγκαία την επιβολή του δικού τους συστήματος ιδεών και πολιτισμού επάνω στους άλλους.

Όμως καλύτερα θα ήταν να αναλογισθούν για τις δικές τους ευθύνες στην ανάδειξη του φονταμενταλισμού καθώς και για την αλήθεια ότι η φονταμενταλιστική τάση ενυπάρχει στους ανθρώπους με απόδειξη αυτή την ίδια την ιστορία, αλλά και με ορατή την πιθανότητα ανάδυσής του ακόμη και στις περιοχές όπου κυριαρχεί η «δημοκρατία».
               Μία πρώτη εμφάνισή του στη δύση είναι η αποδοχή της μείωσης της προσωπικής ελευθερίας μέσω των παρακολουθήσεων εκ μέρους του κράτους για λόγους ασφάλειας. Το πρόβλημα στη συγκεκριμένη περίπτωση γεννάται από το περιεχόμενο που δίνουμε σε αυτή την ασφάλεια. Αλλά επειδή ο δυτικός πολιτισμός είναι κατ’ εξοχήν υλιστικός, αυτή η ασφάλεια δεν μπορεί παρά να έχει υλιστικό περιεχόμενο υπό την έννοια του μη ποιοτικού, και επομένως αυτός σταδιακά δεν μπορεί παρά να καταλήξει σε φονταμενταλισμό. Βέβαια ο φονταμενταλισμός συνήθως επικαλείται άλλες αρχές πέραν των κοινά αποδεκτών ως υλικών, όπως ιδέες πέραν του ατόμου, όμως στην πραγματικότητα αυτό που τείνει να προστατέψει και να επιβάλει είναι μία δεδομένη ιστορική εικόνα μέσω της οποίας οι άνθρωποι εξέφρασαν ένα ιδεώδες της εποχής τους και μέσα στην οποία φυσικά υπήρχαν οι εξουσιαστές και οι εξουσιαζόμενοι, όπως π.χ. οι άνδρες εξουσίαζαν τις γυναίκες, οι «αριστοκράτες» τους πληβείους, οι γονείς τα παιδιά με δικαίωμα ζωής και θανάτου επάνω τους κ.ο.κ. Αυτή η εικόνα που προσπαθεί να αναβιώσει είναι ένα είδωλο και γι’ αυτό αποτελεί έναν αναχρονισμό, μία στασιμότητα της εξέλιξης στο παρόν ή στο παρελθόν, και επομένως αποτελεί έναν υλισμό, γιατί κάθε ειδωλοποίηση είναι ένας υλισμός και η αναπόφευκτη πορεία της είναι προς τον φονταμενταλισμό.

              Να σημειώσουμε μάλιστα ότι οι ιδέες για μια συλλογικότητα, δηλαδή αυτές που εμπεριέχουν το ιδανικό της συλλογικότητας, αν και είναι απόλυτα αναγκαίες και πρόκριμα για την επιτυχία της ανθρώπινης κοινωνίας, ωστόσο ενέχουν και τον μεγαλύτερο κίνδυνο: όταν επιβάλλονται μέσω δυνάμεως οποιουδήποτε είδους, τότε ενισχύονται οι δυνάμεις της πλειονότητας (που μπορεί να είναι πλειονότητα λόγω αριθμού ή πλειονότητα λόγω συσσωρευμένης δυνάμεως, δηλαδή δυναμική μειοψηφία), και επιβάλλονται επάνω στους λίγους ή τους πιο αδύναμους χωρίς λογική με στρέβλωση της ιδέας που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν. Η συλλογικότητα μπορεί εύκολα να εκτραπεί σε επιβολή ισχύος και η διαφορά ανάμεσα στα δύο είναι πολύ μικρή, αν και ποιοτικά είναι πολύ μεγάλη αλλά δυσδιάκριτη. Αυτός είναι και ο λόγος που προς τη συλλογικότητα πρέπει κανείς όχι μόνον να πορεύεται οικεία βουλήσει αλλά και ο τρόπος που την αντιλαμβάνεται δεν πρέπει να αποτελεί μέσον αποκλεισμού των άλλων ή υπεροχής απέναντί τους.

                Ο φονταμενταλισμός εμφανίζει όλα αυτά τα στοιχεία επιβολής και ας μιλάει για συλλογικότητα θρησκευτική, εθνική ή άλλη. Αυτοπροσδιορίζεται μέσα από την αντίθεσή του προς άλλες συλλογικότητες και όχι μέσα από αυτά καθαυτά τα ενδογενή στοιχεία της φύσης του. Είναι αρνητικός και όχι θετικός. Επιπλέον αρνείται να διακρίνει το βάθος της ανθρώπινης φύσης, τόσο επειδή επιζητεί να την καταπιέσει ώστε αυτή να ταιριάσει στο μοντέλο που αυτός προβάλλει όσο και επειδή αυτός δεν πρέπει να αποκτήσει αυτή την ψυχολογική γνώση, επειδή αυτή η γνώση θα τον καταστρέψει μια και βασίζεται στην πλάνη και την άγνοια.

                Εδώ μπορούμε να αντιληφθούμε μάλιστα τη γνώση ως κάτι πολύ πέραν της πληροφορίας που διδάσκεται, αν και αυτή η πληροφορία βοηθάει στη θεμελίωση της γνώσης. Η γνώση που εδώ εννοείται είναι η αυτογνωσία και η γνώση του βάθους των πραγμάτων, άσχετα από τη φαινόμενη μορφή τους. ΄Ετσι ο φονταμενταλισμός καθηλώνει στο χρόνο, σε μορφές ήδη γνωστές και ελεγχόμενες.

               Αυτή την καθηλωτική στο χρόνο τάση του φονταμενταλισμού πρέπει να την διαβλέψουμε σύντομα και να στοχαστούμε επάνω σε αυτήν, αν πρόκειται να αντιμετωπίσουμε πραγματικά τις ευθύνες μας. Τι άραγε βρίσκεται στο συνειδησιακό υπόβαθρο του αναδυόμενου σήμερα ισλαμικού φονταμενταλισμού; (σε κάποιο βέβαια επίπεδο, γιατί υπάρχει μία άβυσσος ψυχολογική γενικά στον άνθρωπο που είναι δύσκολο να διαυγάσει κανείς, επειδή αφορά την ίδια τη φύση του και αυτή μας είναι και θα παραμείνει στην πληρότητά της άγνωστη). Μπορούμε πάντως σε ένα πρώτο επίπεδο να διακρίνουμε ότι αυτός ο φονταμενταλισμός έχει ως βάση την απαίτηση να παίζουν τα δύο φύλα (άνδρας και γυναίκα) ένα συγκεκριμένο ρόλο, όπου ο άνδρας είναι ανώτερος και εξουσιάζει και η γυναίκα κατώτερη και εξουσιάζεται. Η σεξουαλική βάση αυτής της στάσης είναι φανερή, υπό την έννοια ότι η γυναίκα αντιμετωπίζεται ως σεξουαλική ιδιοκτησία και άρα αντικείμενο. Πέραν όμως αυτού του προφανούς εκ του αποτελέσματος γεγονότος, υπάρχει προς διερεύνηση και η φύση και επιρροή της ίδιας της σεξουαλικότητας όπως εμφανίζεται στην περίπτωση του φονταμενταλισμού. Ο εξουσιάζων φοβάται το πέραν της σεξουαλικής καταπίεσης πεδίο, δηλαδή την ελευθερία, που θα του στερήσει το ήδη γνωστό αλλά και τα αντικείμενα της επιθυμίας του. Φοβάται αυτό που θα τερματίσει, ίσως άδοξα, την ειδωλοποίηση που υποκαθιστά στη συνείδησή του τόσο τον κόσμο ως ολότητα όσο και αυτούς που βρίσκονται μέσα στη δική του σφαίρα επιρροής. Αυτό αρκεί για να τον οδηγήσει να επιβάλει μια απόλυτη εξουσία στους άλλους, ένα είδος θανάτου, ώστε αυτοί να παραμείνουν ακίνητοι χωρίς αυτοβουλία και αληθινή ύπαρξη, όμοιοι με την ορυκτότητα των περιουσιών. Η συμμετοχή σε αυτού του είδους την εξουσία δεν είναι μόνον των λίγων ατόμων που ασκούν την πολιτική και θρησκευτική διακυβέρνηση, αλλά των πολλών ανδρών πολιτών και αρκετών γυναικών.

                Εδώ η παράδοση παίζει ενισχυτικό ρόλο του φαινομένου, που έτσι θεωρείται ηθικό, εφόσον η παράδοση θεωρείται εξ ορισμού ηθική. Είναι λοιπόν συλλογικό φαινόμενο και απέχει πολύ από του να στοχεύει κανείς πλέον σε μία ενεχόμενη κυβέρνηση ή ένα καθεστώς. Πλέον γεννώνται ερωτήματα:

α) Πώς και γιατί να πεισθεί ένας φονταμενταλιστής ότι η εθνική ή θρησκευτική παράδοσή του, που ενδεχομένως βοήθησε κάποτε την κοινωνία του να ορθοποδήσει και να διατηρηθεί, δεν είναι πλέον ηθική; Το ερώτημα είναι πολύ σημαντικό, επειδή αποτελεί θεμέλιο κάθε θρησκευτικής πίστης και εθνικής ταυτότητας. Στην πραγματικότητα θα ήταν έλλειψη σοφίας να προσπαθήσει κανείς να ξερριζώσει τους ανθρώπους από το παρελθόν τους, γιατί αυτοί είναι και το παρελθόν τους. Αυτό που αγνοείται όμως είναι ότι οι άνθρωποι είναι και το μέλλον τους  ενσωματωμένο μέσα στις κρυμμένες δυνατότητές τους. Απαιτείται μία φιλοσοφική διάθεση και αντίληψη για αυτή την κατανόηση, όμως για πολλούς δεν υπάρχει τέτοια. Ταυτόχρονα η ύπαρξη φόβου δυσκολεύει τα πράγματα, γιατί λόγω του φόβου το μέλλον αντιμετωπίζεται με θλίψη, ενώ το μόνο κίνητρο που θα μπορούσε να οδηγεί στο μέλλον είναι η χαρά. Το αμερικανικό πρότυπο ζωής καλλιέργησε μία χαρά της ζωής, που όμως ήταν τόσο επιφανειακή και υλιστική, διατηρώντας μάλιστα και κρυμμένους φονταμενταλισμούς, που δεν θα μπορούσε να αντέξει για πολύ στο χρόνο και στις συνθήκες με τρόπο εποικοδομητικό.

              Η απάντηση λοιπόν δεν μπορεί παρά να είναι μόνον μία: Ότι υπάρχει μία εξελικτικότητα ακόμη και για την παράδοση και αυτή η εξελικτικότητα είναι αυτή που εμπεριέχει το στοιχείο της ηθικής, είναι η ζωντανή ηθική.Π.χ. η αμάθεια των γυναικών δεν μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί στυλοβάτη της ηθικής, εφόσον για την αληθινή ηθική ολοκλήρωση απαιτείται προηγουμένως και γνώση και σκέψη. Η ηθική δεν ολοκληρώνεται ούτε καν υπάρχει (έστω και μερικώς) χωρίς την ελεύθερη επιλογή. Ο περιορισμός και η πλάνη δεν είναι ελευθερία ούτε αληθινή επιλογή. Αλλοιώς μια πέτρα είναι ηθικότερη από τον άνθρωπο, επειδή δεν κινείται, δεν κάνει πράξεις και άρα δεν κάνει λάθη.

Φωτό: wikipedia

β) Η εξέλιξη στη δύση δεν έδειξε να οδήγησε σε καλές οικογένειες και κοινωνίες και φυσικά κανείς δεν εγγυάται ότι δεν θα γίνουν χειρότερες στο μέλλον. Η κρίση των τομέων αυτών είναι εμφανής και στους ίδιους τους δυτικούς και φυσικά και οι ίδιοι αγνοούν την πορεία του μέλλοντος. Θα πρέπει βέβαια να τονιστεί ότι η σταθερότητα του παρελθόντος δεν είναι το κριτήριο του ορθού. Η ποθούμενη διάρκεια δεν είναι στατική, όπως λανθασμένα αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, αλλά αφορά μία ενδόμυχη αίσθηση πληρότητας που σε τόπο και χρόνο μπορεί να ικανοποιείται από τη μία ή την άλλη μορφή διαβίωσης. Σε αυτό ακριβώς το σταυροδρόμι βρίσκεται σήμερα η δύση και καλείται να επιλέξει ή τη διάρκεια που βρίσκεται στο μέλλον χωρίς εκκεντρικότητες που είναι στη βάση τους φονταμενταλιστικές ή την ψευδή διάρκεια του παρελθόντος που είναι μία φονταμενταλιστική και πάλι ειδωλοποίηση του επιθυμητού.

                Όμως η εξέλιξη των πραγμάτων στη δύση έκανε ένα καλό: Έβγαλε τον άνθρωπο από την πλάνη του για τις σχέσεις των φύλων και τους ρόλους τους, για την οικογένεια και για την κοινωνία. Αυτά όπως ήταν ρυθμισμένα (όσο και αν υπάρχουν άνθρωποι που αναπολούν τα παλιά) δεν στάθηκαν ικανά να στηρίξουν την ελευθερία του και την ευτυχία του ταυτόχρονα, μια και αυτά τα δύο στην καθημερινότητα φαίνονται τελείως αντίθετα μεταξύ τους. Του δίνεται έτσι με την κρίση η ευκαιρία και το ερέθισμα για να διαλευκάνει τα ενδότερα αίτια της αποτυχίας του και τα  κίνητρά του. Μπορεί να επαναπροσδιορίσει, αν βέβαια το αποφασίσει, τις έννοιες αυτές με καλύτερους όρους. Η έλλειψη ικανοποίησης θα τον οδηγήσει σε αυτό, αν φυσικά προηγουμένως δεν προλάβει να δημιουργήσει έναν αλλοιώτικο φονταμενταλισμό, π.χ. αυτόν της αγοράς ή της ανόητης ελευθερίας του κενού για να αποφύγει την κρίση. Αυτή η ελευθερία του κενού είναι η ελευθερία της όποιας επιθυμίας διακατέχει τον άνθρωπο, από τις καταναλωτικές επιθυμίες που καταστρέφουν τον πλανήτη μέχρι… ποιος ξέρει τι επιθυμίες θα αναδυθούν στο μέλλον; Το κενό σημαίνει ότι ο άνθρωπος γίνεται έρμαιο, αλλά νομίζει ότι αυτός ορίζει τη ζωή του επειδή η επιθυμία είναι δική του. Χρειάζεται μία κουλτούρα χαρούμενης ενδοσκόπησης για να ανακαλύψει κανείς αυτό που είναι πραγματικά δικό του ή μάλλον αυτό που είναι ο ίδιος. Αυτή η συνεχής εξωστρέφεια της επιθυμίας δημιουργεί ένα αναπόφευκτο κενό ανάμεσα στον άνθρωπο και τον εαυτό του, μέσα στο οποίο δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ελευθερία.

Αυτό είναι βέβαια και το ρίσκο κάθε κρίσης: ότι ο άνθρωπος μπορεί μεν να επιλέξει αλλά λανθασμένα. Η ελευθερία έχει το τίμημά της, αλλά αξίζει γιατί προσδίδει στον άνθρωπο οντολογική αξία. Και επιπλέον μπορεί με τον ίδιο τρόπο να επανορθώσει.

γ) Πώς και γιατί θα πεισθούν οι άνδρες να αρνηθούν τα προνόμιά τους, αφού είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν στη θέση των δυτικών, όπου οι γυναίκες δικαιωματικά έχουν σεξουαλική και επαγγελματική ελευθερία; Κανείς άνθρωπος δεν απεμπολεί τα προνόμιά του παρά μόνον εάν αναγκασθεί, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις ακεραιότητας και σπάνιου ήθους. Έτσι και οι δυτικοί δεν απεμπολούν την οικονομική εξουσία ή τα προνόμια, έχοντας σαν ένα επίκεντρο της επιτυχίας το χρήμα. Επομένως μόνον μία κουλτούρα αλήθειας και ελευθερίας, όπου ο κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως συνείδηση και όχι ως σώμα και κτήση, μπορεί να παράσχει στον άνθρωπο το κίνητρο για να κάνει ένα πραγματικά τόσο τρομερό βήμα: να εγκαταλείψει την θέση της εξουσίας, προνομίων και άνεσης που κατέχει και να περιπλανηθεί στο πεδίο μιας νέας ανάγκης. Επειδή τότε αυτό που θα δίνει αξία σε κάθε πράξη ή παράλειψη θα είναι η ίδια η συνείδηση και το κίνητρο αλλά όχι τα φαινόμενα. Σε αυτό όμως το σημείο έχει αποτύχει και η δύση. Τα υλικά αποκτήματα επιδιώκονται γιατί είναι παράγοντας κοινωνικής έλξης, χωρίς να διερευνάται η βαθιά αναλήθεια του φαινομένου. Κατά βάση πρέπει να ισχύσουν και εδώ τα ίδια κριτήρια και ερεθίσματα, αν και ξεκινώντας από πολύ ανώτερο και καλύτερο επίπεδο από αυτό της ανατολής.

              Σε αυτή λοιπόν τη σύγκρουση μπορεί να έλθει κανείς και επιπόλαια να αντιτείνει ότι το μοντέλο της δύσης είναι το αντίδοτο, η σεξουαλική δηλαδή «ελευθερία». Όμως, πέραν του προφανούς ότι η κατάσταση της δύσης προς το παρόν είναι ασύγκριτα καλύτερη, είναι φανερή επίσης και η ομοιότητα της βάσης των δύο τρόπων αντίληψης, που είναι η σεξουαλική. Στη δύση η ίδια η σεξουαλικότητα έχει καταστεί ένα είδος αυτοσκοπού για την ύπαρξη του ανθρώπου με υπεροχή απέναντι σε άλλους σκοπούς και αξίζει να αναρωτηθεί κανείς και να επαναδιαπραγματευθεί για τη θέση της στο όλο σύστημα της ζωής και να μην επιμένει σε είδωλα που παρέμειναν ως αναμνήσεις παλαιών ιδανικών, τότε που ακόμη υπήρχε καταπίεση σεξουαλική, κοινωνική και άλλη. Τα ιδανικά αναδύονται σιγά-σιγά, εξελικτικά, και μετά αναδύονται άλλα νέα ιδανικά, καθώς ο άνθρωπος ανακαλύπτει βαθμιαία τη φύση του. Αυτά τα νέα ιδανικά δεν είναι απλώς νέες μορφές, έτσι για χάρη ποικιλίας!, αλλά υπό μία ιδιόρρυθμη έννοια πιο περιεκτικά από τα παρελθόντα, όπως ο σημερινός άνθρωπος διαθέτει μεν σώμα όπως και ο πρωτόγονος άνθρωπος, όμως έχει αναπτύξει και το νου και ζει περισσότερο στο νου παρά στο σώμα σε αντίθεση με τον πρόγονό του.

                Αλλά βέβαια κάθε πεδίο αντίληψής μας έχει τάσεις καθήλωσης για χάρη της διατήρησής του στο χρόνο. Εδώ αναφύεται και το πρόβλημα του φόβου του θανάτου που στέκεται πίσω από τις καθηλώσεις και είναι και το θεμελιώδες πρόβλημα του ανθρώπου και δεν μπορεί να επιλυθεί με επιπόλαιες διεργασίες και με το να αποφεύγει κανείς τη διέλευση από τα κομβικά και κατάλληλα σημεία της επαφής με τον ίδιο το φόβο. Και εδώ χρειάζεται προσοχή, επειδή η ίδια η αποδοχή της ανυπαρξίας ως είδους συνεχούς θανάτου δεν είναι κατάλληλη επαφή με το φόβο και το θάνατο, αλλά μία βιαστική αντίληψη που επιδιώκει τον εξοστρακισμό του ίδιου του φόβου μέσω απόλυτης παθητικότητας ώστε να μην υποφέρει κανείς. Το ζήτημα όμως του φόβου του θανάτου πρέπει να είναι αντικείμενο άλλης ανάπτυξης λόγω της καίριας σημασίας του για την ανθρώπινη ζωή.

                Αν κρίνουμε τη συμπεριφορά της δύσης σχετικά με τα παραπάνω, κατά την άποψή μας, προαπαιτούμενα για διευκόλυνση μιας κοινωνίας να προχωρήσει από το παρελθόν στο μέλλον, θα πρέπει λογικά να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι αυτή υπήρξε απολύτως λανθασμένη. Ακόμη και η οικονομική εκμετάλλευση και το αίσθημα υπεροχής της δύσης είναι ένα είδος λανθάνοντος φονταμενταλισμού που δεν οδηγεί παρά σε λάθη. Επικεντρωνόμαστε βασικά στη δύση, επειδή αυτή έχει την πρωτοβουλία κινήσεων προς το παρόν και είναι δική της η κατά κύριο λόγο ευθύνη για την πορεία των εξελίξεων.

              Τα προβλήματα παραμένουν και μάλιστα σε ένα περισσότερο πολύπλοκο και πολυπολικό περιβάλλον που έχει περισσότερα προβλήματα από πριν, με επίκεντρο το φυσικό περιβάλλον που θα επιβάλει νέους όρους, τρομερά δύσκολους και ανυπέρβλητους, στην τυχόν σύγκρουση. Τα πυρηνικά δεν θα λύσουν το πρόβλημα, γιατί τα διαθέτουν πολλοί, εκτός και αν ορισμένοι αποφασίσουν να αυτοκτονήσουν παίρνοντας μαζί τους και ολόκληρους λαούς, όπως είχε σκεφθεί να κάνει ο Χίτλερ όταν έπεφτε το Βερολίνο στα χέρια των συμμάχων. Και έτσι θα έκλεινε το κεφάλαιο του σύγχρονου πολιτισμού με μια πράξη κακίας και άνοιας.

25 Μαΐου 2009

Ιωάννα Μουτσοπούλου, Δικηγόρος
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ
ioanzisi@otenet.gr