|
Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι θεσμικά ενσωματωμένος. Η κατάσταση αναδεικνύεται σαν κυρίαρχη θεσμική ενσωμάτωση που όμως εμφανίζει ένα έλλειμμα ανθρωπολογικής συνοχής. Ο άνθρωπος, ο καθένας δηλαδή, τελεί υπό ένα καθεστώς ανθρωπολογικής χωριστικότητας και η κυρίαρχη ιδιότητα είναι αυτή η χωριστικότητα. Υπάρχει δηλαδή μια ενσωματική οργάνωση της χωριστικότητας.
Αν θέλουμε να προσδιορίσουμε πιο αναλυτικά, πιο φασματικά, αυτή την ανθρωπολογική κατάσταση μπορούμε να πούμε ότι η ανθρώπινη φύση σήμερα είναι υπερδιεγερμένη ατομικιστικά. Είναι σχισματοποιημένη νοητικά, είναι παθητικοποιημένη λειτουργικά, δεν έχει δυναμική αντίσταση ουσιώδους εξέγερσης, δεν έχει αυτή την επιλογή της ελευθερίας, γιατί υπολογίζει το κόστος της διαφοροποίησης στα θεμελιώδη ως δυσβάστακτο. Δηλαδή δεν επιλέγει την θυσία που απελευθερώνει, δεν κινείται προς το καθεστώς απελευθερωτικής θυσίας. Αντίστοιχα παραμένει σχισματοποιημένη νοητικά όπου ο καθένας έχει μια δική του οπτική γωνία η οποία αδυνατεί να αντιληφθεί την αναλογικότητα, την ομοιότητα, την σχέση και την διαφορά στην ουσία από τις άλλες οπτικές γωνίες. Κυρίως εδώ συγκλίνουν η ατομικιστική υπερδιέγερση με τις αποπροσανατολισμένες έξειςσε μια ανέξοδη ναρκισσιστικοποίηση, σε έναν ανέξοδο ναρκισσισμό, που υποστηρίζεται από την κοινωνία του θεάματος, από την καταναλωτική και τεχνολογική ταυτότητα της σύγχρονης ανθρώπινης ζωής. Όλα αυτά με την δεδομένη φύση μας μοιάζουν σαν τελείως αλληλοσυγκρουόμενοι στόχοι. Το αποτέλεσμα είναι να διαρρηγνύεται ο ιστός της ανθρωπότητας και να κυριαρχεί μια ανταγωνιστική και αποξενωτική απαξίωση στις σχέσεις μας. Παράλληλα μπορούμε να πούμε ότι ένα δεύτερο βασικό συστατικό της κρίσης συνδέεται με την μείωση της αντίληψης της μακρόχρονης προοπτικής. Βλέπουμε πχ ότι η τεχνοκρατία και η επιστήμη κινούνται μερικές φορές με μια δέουσα βραδύτητα, ενώ άλλες φορές με μια σχεδόν ανάπηρη πνευματικά βραδύτητα, ενώ μια διαισθητική λογική θα ήταν επαρκής να αποκαλύψει πολύ εύκολα την πραγματικότητα και την κρίση ή και να την προλάβει. Αυτό μπορεί να το πει κανείς σχετικά με θέματα που αφορούν την οικονομική κρίση μέχρι και με θέματα που αναδεικνύονται μέσα από μια συνήθη πειραματική διαδικασία που «…διυλίζει τον κώνωπα και καταπίνει την κάμηλον». Είναι προφανές ότι δεν μπορούν να συνυπάρξουν μερικά χαρακτηριστικά. Δεν έχουμε για παράδειγμα την ικανότητα μιας αντίληψης μακρόπνοης προοπτικής. Έχει χαθεί η φιλοσοφικότητα της σκέψης. Ο Αριστοτέλης μιλούσε για την σπανιότητα ως τον παράγοντα που επέβαλε το αιτήμα της δικαιοσύνης, και προφανώς το έλεγε χωρίς να κάνει στατιστικές ή άλλες μελέτες και μαθηματικοποιήσεις. Είχε αυτή την ενορατικότητα. Η ανάκτηση λοιπόν της αντίληψης της μακρόπνοης προοπτικής είναι ένα ζωτικό στοιχείο για να απαγκιστρωθούμε από αυτή την υλιστική αδράνεια της συνειδητότητας που πολλές φορές ντύνεται με την πειραματική και εργαστηριακή λογική η οποία εντούτοις την ίδια ώρα διαγράφει το διαισθητικό μέρος της. Όλο και πιο πολύ για παράδειγμα θα επαληθεύεται αυτή η προληπτική διαίσθηση του ότι η βιοτεχνολογία κρύβει τεράστιους κινδύνους. Και όμως η τεχνοκρατική κοινότητα δεν την είχε αυτή την αίσθηση, ακόμη και αυτοί που υπήρξαν βέβαια θύματα αργότερα μιας κατασκευασμένης, επιστημονικής, τεχνοκρατικής προσέγγισης.
Δεν θέλει πάρα πολύ να καταλάβουμε πόσο κοντά μπορούμε να σταθούμε στην καταστροφή από γεωοικονομικούς, γεωπολιτικούς και γεωπολιτιστικούς λόγους. Δεν θέλει πάρα πολύ να καταλάβουμε ότι όλα αυτά έχουν σαν ορμητήριό τους την αλλοτρίωση μας από την χωριστικότητα, απ’ αυτή την ιδιοκτησιακή μας σχέση με τον κόσμο.
Από κει ξεκινάει η απληστία και το δεδομένο που έχουμε αντί να είναι ένα ευτυχισιακό δεδομένο γίνεται ένα δεδομένο βουλημικό. Ερχόμαστε έτσι για παράδειγμα στο ανθρωπολογικό ζήτημα της οικονομίας και στην παγίδα της δημοκρατίας και της αγοράς. Στην δυναμική του ηθικού κινδύνου που εγκαλεί ως αντίβαρο του τον καταναγκασμό και τον ανταγωνισμό, που όμως και αυτός ενεργοποιεί μια σειρά αρνητικών και απαξιωτικών εκδοχών. |
Γιάννης Ζήσης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας |