ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΒΛΕΠΟΥΝ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΙΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

solar panels - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

solar panels - Σόλων ΜΚΟΤο 40% των παγκοσμίων αναγκών σε ηλεκτρισμό θα μπορεί να καλυφθεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μέχρι το 2050, αν υπάρξει η πολιτική βούληση και οι κατάλληλες επενδύσεις στον τομέα. 
       Αυτά είναι τα συμπεράσματα έρευνας του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι, τα οποία παρουσιάστηκαν στο διεθνές Συνέδριο «Κλιματική Αλλαγή: Παγκόσμιοι Κίνδυνοι, Προκλήσεις και Αποφάσεις» που διεξήχθη στην Κοπεγχάγη της Δανίας.

Σύμφωνα με τον επικεφαλή της έρευνας καθηγητή Πίτερ Λουντ, «η αντίληψη ότι η εν δυνάμει παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές είναι αμελητέα μπροστά στις πραγματικές ανάγκες, αποδεικνύεται λανθασμένη», αφού οι δυνατότητες παραγωγής ενέργειας από αυτές είναι τεράστιες, με την προϋπόθεση ότι θα αναγνωριστεί η δυναμική τους και ότι θα υπάρξει σταθερή πολιτική βούληση παγκοσμίως προς την κατεύθυνση αυτή. para copy - Σόλων ΜΚΟ

Σύμφωνα με τον κ. Λουντ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να τεθούν ψηλά στην λίστα των προτεραιοτήτων της παγκόσμιας ενεργειακής πολιτικής. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει η δυνατότητα κάλυψης έως και 40% των αναγκών του πλανήτη σε ηλεκτρισμό μόνο από αυτές.

          Αρκετές έρευνες που είχαν δει το φως της δημοσιότητας μέχρι τώρα, τοποθετούσαν το ποσοστό ενέργειας που θα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές στο 12 έως και 15% το 2030, ποσοστό το οποίο προβλέπει και η έρευνα του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι «στην περίπτωση που οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας περιθωριοποιηθούν.

         Επιπλέον οι νέες τεχνολογίες θα πρέπει να εφαρμοστούν σε μία σειρά τομέων οι οποίοι θα βοηθήσουν στην βελτιστοποίηση της απόδοσης και την αξιοπιστία λειτουργίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δεδομένα στα οποία άλλωστε επικεντρώνονται και οι επικριτές τους.

         Σύμφωνα με συμπεράσματα ερευνών του Πανεπιστημίου Θετικών Επιστημών της Κοπεγχάγης, για να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή ενεργειακή αποδοτικότητα, θα πρέπει να εντατικοποιηθεί η έρευνα σε τομείς όπως για παράδειγμα η τεχνολογία των τουρμπινών (για την αιολική ενέργεια), η κατασκευή των μονάδων ανανεώσιμων πηγών στις κατάλληλες περιοχές ώστε να εξασφαλιστεί η συνεχής παραγωγή ενέργειας. Επιπλέον, έμφαση θα πρέπει να δοθεί και στους τομείς οι οποίοι αφορούν τη μέγιστη δυνατή εκμετάλλευση της ενεργειακής παραγωγής.

         Στις εργασίες του Συνεδρίου «Κλιματική Αλλαγή: Παγκόσμιοι Κίνδυνοι, Προκλήσεις και Αποφάσεις», οι νέες επιστημονικές έρευνες που παρουσιάστηκαν, δεν σταμάτησαν μόνο στις δυνατότητες ανάπτυξής τους, αλλά υπέδειξαν και τρόπους βελτιστοποίησής τους.        
        Έρευνα του Κέντρου Οικολογίας του Λάνκαστερ της Μεγάλης Βρετανίας, εκτιμά ότι τα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς, όπως η αιθανόλη που προέρχεται από ξυλεία ή άχυρα, εκπέμπουν ακόμα λιγότερους ρύπους από τα αντίστοιχα της πρώτης γενεάς, όπως τα προερχόμενα από αλεύρι και ζάχαρη. «Η συγκεκριμένη ανακάλυψη είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού σύμφωνα με την Τζανέτ Γουϊτάκερ του Κέντρου «η αντιπαράθεση για τα βιοκαύσιμα είχε επικεντρωθεί στον ανταγωνισμό της ανάγκης τροφίμων η ενέργειας».

         Η αντίληψη για μειωμένη αποδοτικότητα και αξιοπιστία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που με τόση επιμονή καλλιεργείται, φαίνεται σταδιακά να αντιστρέφεται από όλο και περισσότερες επιστημονικές έρευνες.
         Οι επιστημονικές προτάσεις στρέφονται όλο και περισσότερο προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στα περιβαλλοντικά συνέδρια που διοργανώνονται παγκοσμίως ενόψει και της Διάσκεψης κορυφής του Δεκεμβρίου στην Κοπεγχάγη. Η αυξητική αυτή τάση αναμένεται μάλιστα να κορυφωθεί όσο πλησιάζει η διεξαγωγή της Διάσκεψης.

        Στα πλαίσια του ίδιου Συνεδρίου, αξιοσημείωτη είναι επίσης η άποψη που εξέφρασε ο κορυφαίος οικονομολόγος και ειδικός επί θεμάτων περιβάλλοντος Νίκολας Στερν, ο οποίος,παραδέχθηκε ότι ο ίδιος και οι συνεργάτες του είχαν υποτιμήσει τις δυσοίωνες για το περιβάλλον επιστημονικές προβλέψεις των προηγούμενων χρόνων και απευθύνθηκε ρητορικά προς τους πολιτικούς ηγέτες παγκοσμίως: «Καταλαβαίνουν πόσο δύσκολη έχει γίνει η κατάσταση; Καταλαβαίνουν τι σημαίνει μια αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 4, 5 ή και 6 βαθμούς; Νομίζω πως δεν το έχουν καταλάβει ακόμα».
         
Σύμφωνα άλλωστε με τον περιβαλλοντολόγο του Πανεπιστημίου του Γέιλ Στίβεν Σέργουντ, μια αύξηση  της τάξεως των 4 βαθμών Κελσίου στην μέση παγκόσμια θερμοκρασία είναι πια «εξαιρετικά πιθανή».  

(ΠηγέςEnvironmental News Network, BBC, Reuters)

 
13 Μαρτίου 2009

Άρης Καπαράκης
Συνεργάτης της ΜΚΟ Σόλων

Σχετικά άρθρα