1

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΥ (του Γιάννη Ζήση)

Μελετώντας κανείς την φοβερή περίοδο του Μεσοπολέμου εντυπωσιάζεται από τον ολοκληρωτισμό που αναπτύχθηκε στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, επειδή υπήρξε ένας ολοκληρωτισμός ο οποίος πολιτισμικά ηττήθηκε συγκρουόμενος με την καθημερινή επιθυμία του ανθρώπου και όχι τόσο με το αίτημα για την συμμετοχή του ανθρώπου στην πολιτική διακυβέρνησης.

       Και πάλι σήμερα ξεγελιόμαστε καταγράφοντας τον ολοκληρωτισμό ως μηχανισμό εξουσίας και όχι ως πολιτισμική και ψυχολογική συνθήκη. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ναζισμός κατέλαβε με εκλογές την εξουσία. Το ίδιο εν μέρει ισχύει και για το φασιστικό κόμμα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά δεν έχει κανείς τον λόγο να θεωρεί ότι θα μπορούσε να αμφισβητηθεί η κυριαρχία αυτών των καθεστώτων με διαδικασία εκλογών. Εξάλλου το έδειξε πολύ καθαρά η στάση τόσο της Γερμανίας όσο και της Ιαπωνίας στον πόλεμο. Υπήρχε πολύ μεγάλη και βαθιά πειστικότητα, και αυτή η κατάσταση πειστικότητας λειτουργούσε και στην Ιταλία μέχρι ένα σημείο στην διαδικασία του Παγκοσμίου Πολέμου.

       Συνεπώς το κύριο συστατικό του ολοκληρωτισμού δεν βρίσκεται στον μηχανισμό της εξουσίας και στην κοινοβουλευτική ή μη νομιμοποίηση του. Βρίσκεται στην χρήση ή στην χρησιμοποίηση των εσωτερικών ψυχολογικών δυνάμεων. Όταν στην ναζιστική Γερμανία εισηγήθηκαν το σύνθημα: «Χαρά δια της δυνάμεως και δύναμη δια της χαράς», ξεκινώντας από την προώθησή του στην νεολαία και από μια μορφή ψυχολογικής, κοινωνικής, και πολιτισμικής ενσωμάτωσης καλλιεργώντας μια συγκεκριμένη νοσηρή ψυχολογική κατάσταση και προσέγγιση, προφανώς δεν έκαναν κάτι διαφορετικό από αυτό που γίνεται σήμερα μέσα από την αγορά και από την διαφήμιση.

         Μπορούμε να πούμε ότι αυτό, όπως θα αναλυθεί παρακάτω αποτελεί την κοινή βάση, είναι άλλη βάση (βάση διαμέσου του κράτους διαμέσου μιας συλλογικότητας) ενός συλλογικού απωθημένου που έχει ο άνθρωπος ενός κοινωνικού και κοινοτικού απωθημένου που αξιοποιήθηκε από τις χώρες του Άξονα.

        Όμως είναι ακριβώς ο άλλος πόλος του ίδιου ψυχισμού που αξιοποιήθηκε στο πλαίσιο της διαφήμισης όλων των μορφών και των δημοσίων σχέσεων, του όρου που επινόησε ο EdwardBernays.

                                                                                                                        

Ο Edward Louis Bernays (φωτό αριστερά), λειτούργησε ενάντια στις πρωτοβουλίες του New Deal του Franklin Delano Roosevelt (φωτό δεξιά).

Η συμβολοποίηση του τσιγάρου και του αυτοκινήτου και η εισαγωγή των «δημοσίων σχέσεων» στην πολιτική
         Ας δούμε λοιπόν πόσο ελεύθερες είναι οι γυναίκες μέσα από το κάπνισμα. Ένιωσαν πραγματικά την ανάγκη να καπνίσουν; Είναι το κάπνισμα στοιχείο αυτοπραγμάτωσης; Σήμερα δημιουργούμε και εκφράζουμε πλείστες θεωρίες για την φαλλοποίηση του ψυχισμού των γυναικών μέσω του καπνίσματος. Υπήρχε καμία τέτοια ουσιαστικοποιημένη υποψία στο κάπνισμα; Αν πχ δεν είχε ανακαλυφθεί το τσιγάρο θα είχαμε ανάγκη το κάπνισμα; Αν δεν είχε γίνει προηγουμένως σημείο υπεροχής των ανδρών θα είχε γίνει πεδίο διεκδίκησης για να λειτουργεί έτσι όπως λειτούργησε συμβολικά στο φεμινιστικό κίνημα; Το ζήτησαν οι γυναίκες ή το ζήτησαν οι μεγιστάνες της καπνοβιομηχανίας από τον Edward Bernays; Η ιστορία λέει ότι ο Edward Bernays αλλοτρίωσε και υποδούλωσε τις γυναίκες, μέσα από την συμβολοποίηση του αιτήματος της ελευθερίας και της ισότητας μέσω της χρήσης του τσιγάρου.

        Μόνο που αυτή η συμβολοποίηση ήτανε υποστασιακά κενή. Ήταν μια πλασματικοποίηση, μια ανάρμοστη σύνδεση ενός αιτήματος, μια αξίας, μιας αρχής με ένα κενό και εξαρτησιογόνο σύμβολο. Ήτανε μια βιομηχανοποίηση του ανθρώπινου ψυχισμού. Βγήκε λοιπόν ο EdwardBernays στις σουφραζέτες και τους έδωσε μια τροφή σε αυτό τον ναρκισσισμό τους, σε αυτή την τάση να δείξουν την αυταξία τους ναρκισσιστικά. Τους υπέβαλλε την ιδέα ότι το κάπνισμα συνδέεται με την ελευθερία τους, με την αμφισβήτηση των προνομίων των ανδρών, με μια πρόκληση προς τους άνδρες λες και σε τελική ανάλυση πχ το προνόμιο του να αυτοκτονεί κανείς είναι προνόμιο που αξίζει να το ζηλεύεις.

        Αδιάφορα για οτιδήποτε άλλο, ο Edward Bernays ενδιαφερόμενος να «πετύχει» διευρύνοντας την αγορά της καπνοβιομηχανίας, τις έπεισε. Κάποια στιγμή έπεισε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να αποθανατίσουν «μια σημαντική πράξη» «μια εικόνα που μιλάει χίλιες λέξεις»,  το άναμμα του τσιγάρου ως του «πυρσού της ελευθερίας» από γυναίκες που ήθελαν να δείξουν με αυτόν τον τρόπο την αμφισβήτηση της φαλλικής υποταγής τους και της φαλλικής εξουσίας. Αυτό ήτανε, δεν ήταν τίποτε άλλο. Τελικά πήγαν οι δημοσιογράφοι και φωτογράφισαν κάνοντάς το είδηση δημιουργώντας ένα ψυχισμό εξάρτησης για τις γυναίκες.

        Εδώ προφανώς βέβαια δεν λειτουργεί η αγορά ως λογική σχέση. Με άλλα λόγια δεν λειτουργεί ως ελευθερία. Και εφόσον λοιπόν δεν λειτουργεί ως ελευθερία είναι ολοκληρωτισμός. Αυτό έκανε ο Edward Bernays.

         Εδω ακριβώς δημιουργήθηκε η παραγωγή της ζήτησης. Υπήρξε μια σχέση εξουσίας για την δημιουργία ζήτησης στα βάθη του ανθρώπου, εκεί ακριβώς όπου ζυμώνεται η σχέση του με την ελευθερία, με την ταυτότητα, μέσα από μια ανάρμοστη συμβολική προσέγγιση.

        Οι άντρες πράγματι αισθανόντουσαν ότι το αυτοκίνητο είναι σύμβολο-όπλο  κυριαρχίας; Όχι βέβαια. Και πάλι ο Edward Bernays τους το «έδωσε» όπλο. Το έκανε και αυτό. Έπεισε τις βιομηχανίες αυτοκινήτων να πλασάρουν το αυτοκίνητο ως όργανο κυριαρχίας των ανδρών απέναντι στις γυναίκες, αφού προηγουμένως έπεισε «ηλίθιες» κατ’ αυτόν και απέναντί του υπάρξεις, όπως τις αποκαλούσε ο ίδιος, (εξάλλου χρησιμοποιούσε το χαζός, ηλίθιος, ανόητος όπως μας λέει η κόρη του πολύ συχνά για όλους, έτσι τους θεωρούσε). Έπεισε αρχικά λοιπόν τις γυναίκες ότι «ανεβαίνουν», ή εκφράζουν την ελευθερία τους, την κυριαρχικότητα τους, την πρόκληση, την γοητεία απέναντι στους άνδρες και τους αμφισβητούν με το κάπνισμα.

        Την ίδια ώρα «έδωσε» μια άλλη μορφή κυριαρχίας στους άνδρες απέναντι στις γυναίκες: το αυτοκίνητο ως πρόκληση. Μήπως αυτή όμως ήταν η ελευθερία τώρα των ανδρών; Μήπως τελικά ήταν η εξάρτηση και των δύο από το εμπόρευμα και από τους παραγωγούς του;

       Πώς λοιπόν λειτουργεί η προσφορά και η ζήτηση του κακόμοιρου του Άνταμ Σμιθ; Εδώ λειτουργεί ένας ολοκληρωτισμός. Και –ω- του θαύματος ο Edward Bernays πείθει τον «ξυλάγγουρο» Κούλιτζ, (ένα Πρόεδρο που δεν μπορούσε να επικοινωνήσει, που ήταν αντιπαθής και ο οποίος τον κάλεσε για να του αλλάξει το image), να αρχίσει δεξιώσεις με προσωπικότητες πέραν των θεσμικών εργασιών ενός πολιτικού.

        Έτσι εισήχθησαν οι «δημόσιες σχέσεις» των πολιτικών. Με άλλα λόγια το ίδιο πρόσωπο στρέβλωσε και την πολιτική. Έβαλε το glamour στην πολιτική και άρχισε να «δίνει» μπόλικη ύλη και life style. Έκανε πολλά και διάφορα: χρησιμοποιούσε τους επώνυμους ως διαφημιστές προϊόντων. Μα και μείς που στεκόμαστε μέσα σε όλα αυτά; Πουθενά! Γιατί λοιπόν κανένας δεν είδε αυτό τον ολοκληρωτισμό που γεννήθηκε στην Αμερική;

       Και ας μην βιαστούμε και πούμε ότι αυτός είναι άσχετος από την πολιτική. Ο ίδιος άνθρωπος ανέλαβε να συντονίσει επικοινωνιακά τον πόλεμο ενάντια στο New Deal και βοήθησε στην αναζήτηση του «εσωτερικού εχθρού» στην Αμερική μετά από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Πραγματικά εισήγαγε την βιομηχανοποίηση του ψυχικού κόσμου του ανθρώπου, αυτός ο ανιψιός του Φρόιντ. Ο ίδιος έδωσε την συνταγή και συντόνισε την μπανανοποίηση της αδύναμης Λατινικής Αμερικής.

       Αν αυτό δεν είναι ολοκληρωτισμός, τότε τι είναι άραγε; Εδώ βλέπουμε αυτή την αμεσότητα της ψυχολογικής επιρροής που λειτουργεί μοχλεύοντας τον ναρκισσισμό του ατόμου, την αυταπάτη και την αυτοτύφλωση. Αυτή την διέγερση στην φαντασίωση. Ο ίδιος εξάλλου έλεγε (όπως και ο Χούβερ που ήταν θαυμαστής του) ότι «ο στόχος είναι οι άνθρωποι να γίνουν κινούμενες μηχανές ευτυχίας». Αυτή ήταν η φράση. Είναι δημοκρατία αυτό; Για κάτι τέτοιο στην αρχαία Αθήνα θα εξοριζόταν δια παντός από την πόλη.

       Τέτοιοι άνθρωποι λοιπόν εκμεταλλεύτηκαν τον «ναρκισσισμό του ανόητου» που λανθάνει στην ζωικότητα της ψυχολογίας μας. Χρησιμοποίησαν έναν ναρκισσιστικό ανιμισμό στην σχέση με τα εμπορεύματα δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι αυτά αποτελούν προέκταση του εαυτού μας, στην τεχνολογία και την μηχανή. Έτσι  μας έβλεπαν και για αυτούς ήμασταν μηχανές και μείς.

       Και όλο αυτό το επινόημα, που το ονόμασε αυτός «δημόσιες σχέσεις» σήμερα αποτελεί ολόκληρο επιστημονικό κλάδο που ασχολείται με την δημιουργία μιας ψεύτικης εικόνας και τη τέχνη της γοητείας. Έδωσε αυτό το όνομα προφανώς επειδή η λέξη «προπαγάνδα» των Γερμανών είχε γίνει αντιπαθής. Πιο κακόγουστοι οι Γερμανοί με την «επανάληψη» δεν μόχλεψαν τόσο καλά τα πράγματα όσο θα ήθελαν. Πράγματι αυτός στάθηκε ένα κεντρικό πρόσωπο για όλη αυτή την στρέβλωση, την γοητεία απέναντι στους ανθρώπους και μεταξύ τους. Ήταν ένας «σκοτεινός» μάγος, που απελευθέρωνε την αδηφάγα ιδιοτέλεια στην αυταπάτη του καταναλωτικού εγώ.

       Δεν πρέπει λοιπόν σε αυτόν να χρεώσουμε την νοοτροπία της «φούσκας»; Δεν πρέπει σε αυτόν να χρεώσουμε μέρος της περιβαλλοντικής καταστροφής, όταν το βασικό του ζήτημα ήταν να καταστήσει ως επιθυμητό το περιττό, το πέραν του αναγκαίου, και να επεκτείνει την μόλυνση από το πρότυπο της «αργόσχολης τάξης» ως ανεκπλήρωτη διαρκή ζήτηση όλων; Και ποια προσωπικότητα μιλούσε όταν εισηγείτο στις βιομηχανίες της ένδυσης για το ρούχο ως έκφραση της προσωπικότητας, και γιατί πρέπει να ποικίλλει, να μας εκφράζει και αυτό-πραγματωνόμαστε μέσα από αυτό; Και πάλι αυτός ήτανε.

       Βέβαια θα μου πείτε θα τα αποδώσουμε όλα σε έναν άνθρωπο; Δεν ήταν η εκκεντρικότητα ένα διαρκές στοιχείο των ανθρώπων; Το αναφέρει και ο Λογγίνος για τους συγγραφείς της εποχής του για την χρήση των λέξεων. Ναι, αλλά ένας άνθρωπος τελικά κατάφερε να μοχλεύσει επιταχύνοντας τις εξελίξεις.  Ήταν αυτός που διαμόρφωσε και συστηματοποίησε όλο τον Αμερικάνικο τρόπο ζωής.

       Τελικά μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει δημοκρατία για καταναλωτές. Λαός και καταναλωτές είναι αποκλίνουσες όψεις. Τα ηλίθια όντα, όπως έλεγε ο διαφημιστής, δεν μπορούν να γίνουν πολίτες.

       Μάλιστα ο ολοκληρωτισμός του Edward Bernays είναι χειρότερος γιατί έτσι οι άνθρωποι νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι. Και αυτό το παθαίνουν στον κρατικό ολοκληρωτισμό μόνο μετά από την επίμονη πάροδο πολλών δεκαετιών. Και όπως μάλιστα έδειξε η πτώση του Σοβιετικού μπλοκ ούτε αυτή η παρέλευση των δεκαετιών αρκεί για να παγιώσει τον ολοκληρωτισμό πολιτισμικά. Να τον κάνει σώμα της κοινωνίας και των ανθρώπων.

        Όμως υπάρχει και μια τρίτη όψη ολοκληρωτισμού. Αυτή συνδέεται με την καταγωγική συνοχή ή θα λέγε κανείς με την υπέρ-συνοχή που αναπτύσσεται ανάμεσα σε ομάδες με έναν εθνοθρησκευτικό λομπισμό και την αίσθηση του είδους. Έχουμε δηλαδή τον ολοκληρωτισμό του κράτους και τον ολοκληρωτισμό της αγοράς που και οι δύο τους μπορούν να συνδέονται με τον εθνοθρησκευτικό λομπισμό. Έχουμε δηλαδή την κοινότητα, το άτομο και το είδος.

        Εδώ βλέπουμε την ψυχοανθρωποζωολογική καταγωγή του ολοκληρωτισμού. Ο ολοκληρωτισμός τελικά προκύπτει από μια διατάραξη σχέσεων, από ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης και απο μια κρίση φόβου. Και πράγματι ολοκληρώνεται όταν η ψυχανάλυση γίνεται μηχανική ή βιομηχανοποίηση της ανθρώπινης φύσης και αποσυνδέεται από την ελευθερία του εαυτού.

        Ο ολοκληρωτισμός έχει την ρίζα του στην στενότητα του εαυτού είτε αυτή είναι κατασκευασμένη είτε αυτή είναι ενδογενής, όπου ο εαυτός αναζητιέται στο είδος, το είδος γίνεται μια ευρύτητα του εαυτού, η αγορά γίνεται μια κυριαρχία του εαυτού, και το κράτος γίνεται η κυριαρχία του εαυτού.

      Θα μπορούσε να πάει κανείς ακόμη πιο βαθιά και να θίξει ζητήματα της τεκτονικής δυναμικής του εαυτού ή της γεωλογίας του εαυτού. Αλλά αυτά τα ζητήματα είναι συνυφασμένα με έναν μακρύ κύκλο εκδήλωσης της φύσης της συνειδητότητας, και όχι όπως φαντάζονται κάποιοι, μια καιρικότητα, με μια μικράς διάρκειας κλιματική μεταβλητότητα. Γιατί ακόμη και στα κλιματικά φαινόμενα ξέρουμε ότι η περιοδικότητα διαμορφώνει μια συγκεκριμένη βάση κάθε φορά με σταθερότητα μέσων τιμών. Όταν αυτή όμως  η κλιματικότητα του εαυτού μετατοπίζεται, τότε έχουμε φαινόμενα αλλαγής μακράς διάρκειας.

      Αυτή η κρίση του εαυτού λοιπόν όταν συνδυάζεται με μια κρίση που προκύπτει ως ασυμφωνία ενός μοντέλου οργάνωσης της ζωής, τότε ανοίγει την πύλη του ολοκληρωτισμού διάπλατα. Η ασυμφωνία πχ της βιομηχανικής οικονομίας και παραγωγής με την αγορά, όταν ακριβώς οι δυνάμεις του κέρδους και η συσσώρευση κεφαλαίου απαιτεί διεύρυνση της κατανάλωσης και της ζήτησης και όταν αυτή δεν μπορεί να προκύψει από ελεύθερη σχέση, τότε προκύπτει μια ασυμφωνία. Και δω ένας παράγοντας επέμβασης – επίδρασης πλέον που προκύπτει είναι η βιομηχανοποίηση της ζήτησης που είναι η διαφήμιση. Υπάρχει επίσης ασυμφωνία της βιομηχανικής οικονομίας όχι μόνο με την αγορά αλλά οπωσδήποτε και με το περιβάλλον, με την κοινωνία, τον πολιτισμό, την δημοκρατία και την ανθρώπινη ψυχή. Στον κλονισμό αυτής της επτάδας στην οργάνωση της ανθρώπινης ζωής η κρίση του εαυτού είναι καταλυτική.

       Ο ολοκληρωτισμός λοιπόν του Edward Bernays όπως και ο ολοκληρωτισμός του φασισμού και ο εθνοθρησκευτικός ολοκληρωτισμός έρχονται να συμπράξουν μέσα από την στενότητα του εαυτού και της συνείδησης. Μέσα από τις συμβολικές εξαρτήσεις τους. Μέσα στο ειδωλοποιημένο τίποτα.

       Μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα, ότι τελικά στην καρδιά της αγοράς έχει εγκατασταθεί ένας διπλός ολοκληρωτισμός. Ο ολοκληρωτισμός του Edward Bernays, που μπορεί να τον θεωρήσει κανείς και ως προέκταση της βιομηχανικής κλίμακας, ως βιομηχανοποίηση της ζήτησης και του ανθρώπου, και ο ολοκληρωτισμός της βιομηχανικής κλίμακας.

       Αυτά τα θέματα διέφυγαν του αρχικού στοχασμού γιατί δεν κατανοήθηκε η στρέβλωση την οποία εισάγει η βιομηχανική κλίμακα εταιρικού – επιχειρηματικού μεγέθους ως στρέβλωση του φιλελευθερισμού της αγοράς.

      Ο φιλελευθερισμός της αγοράς είναι ασυμβίβαστος με την μεγάλη βιομηχανική ισχύ και γι’ αυτό ακριβώς έχει χαρακτηριστικά «υπαρκτού» φιλελευθερισμού, όπως «υπαρκτός» ήταν και ο σοσιαλισμός με την έννοια της δημιουργίας της δικτατορίας επί της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Γιάννης Ζήσης, Δημοσιογράφος – Συγγραφέας, 
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ